Google+ To Φανάρι : Φιλοσοφικά ανέκδοτα και ιστορίες

Κυριακή 1 Απριλίου 2018

Φιλοσοφικά ανέκδοτα και ιστορίες


Ένα παιδί ρώτησε τον πατέρα του:
–Τι είναι το ασήμι;
–Θα σου δείξω, του είπε ο πατέρας του.
Πήρε ένα κομμάτι συνηθισμένο γυαλί και το έβαλε μπροστά του. Το παιδί μπορούσε να δει μέσα απ’ το γυαλί το δρόμο, τους ανθρώπους, τα δέντρα, τον ουρανό…
Μετά ο πατέρας είπε:

–Κοίτα καλά: περνώ από πίσω με ασήμι την επιφάνεια του γυαλιού και τώρα δεν μπορείς να δεις τίποτα. Το μόνο που βλέπεις είναι ο εαυτός σου.

Ένας ποιητής, όταν τελείωσε να απαγγείλει τους στίχους του είπε:
– Δεν είναι τίποτα πιο δύσκολο από το ν’ απαγγείλεις τους δικούς σου στίχους.
– Το πιο δύσκολο είναι να τους ακούς, είπε κάποιος από τους παρευρισκόμενους.

Ένας σπουδαστής πήγε σ’ έναν ηλικιωμένο ραβίνο και του είπε:
–Σκέφτηκα πολύ και πήρα μια απόφαση. Αποφάσισα να πεθάνω.
–Αυτό δεν είναι λύση, του είπε ο ραβίνος.
Ο νεαρός άντρας αποσύρθηκε και επανήλθε μετά από μια βδομάδα λέγοντας:
–Είχες δίκιο. Το σκέφτηκα καλά και αποφάσισα να ζήσω.
–Αυτό δεν είναι λύση, του ξαναείπε ο ραβίνος.
–Εσύ όμως μου είπες ότι ο θάνατος δεν είναι λύση. Τώρα μου λες ότι ούτε η ζωή είναι λύση. Τότε ποια είναι η λύση;
–Γιατί νομίζεις ότι υπάρχει λύση; του είπε ο ραβίνος.

 Ένας άντρας έφερε στο σπίτι ένα γάιδαρο για να τους βοηθήσει στις δύσκολες δουλειές. Μόλις τον είδε η γυναίκα του τα έβαλε μαζί του:
       Ε, δεν μπορούμε να έχουμε και γάιδαρο στο σπίτι! Μόνο αυτός μας έλειπε! Πού θα κοιμάται;
       Στο δωμάτιο μας.
       Με μας! Και τι θα γίνει με τη μπόχα;
       Θα τη συνηθίσει.

Ένας άντρας τριγύριζε εδώ κι εκεί δηλώνοντας ότι ήταν προφήτης και ότι μπορούσε να κάνει θαύματα. Ένας έμπορος οργίστηκε ακούγοντάς τον, τον φώναξε και του είπε:
– Για κάνε ένα θαύμα και άνοιξε χωρίς κλειδί αυτή την πόρτα με την περίπλοκη κλειδαριά.
– Είπα εγώ πως είμαι κλειδαράς; απάντησε ο άλλος.

Ένας νεαρός βασιλιάς ασκούσε την εξουσία του με τη μεγαλύτερη δυνατή αυστηρότητα. Κρατούσε τη δικαιοσύνη στα χέρια του, διάτασσε τις συλλήψεις και επαγρυπνούσε για την ταχεία και ανελέητη εκτέλεση των ποινών.
Ωστόσο η κατάσταση δε βελτιώνονταν. Ο βασιλιάς αισθανόταν πως η εξουσία του δυσκολευόταν να εδραιωθεί.
Μια μέρα κάλεσε τον πρωθυπουργό του και του είπε:
– Εκτέλεσα πολλούς ανθρώπους. κι όμως κανείς δε με φοβάται. Πώς το εξηγείς;
– Είναι θέμα επιστήμης της πολιτικής, απάντησε ο πρωθυπουργός. Πρέπει να μάθεις το μυστικό της εξουσίας. Όλοι αυτοί που εκτέλεσες ήταν εγκληματίες, ένοχοι. Κατά συνέπεια οι άλλοι δεν έχουν κανένα λόγο να σε φοβούνται. Αν θέλεις να σε φοβούνται αληθινά, πρέπει να εκτελέσεις και αθώους.
Ο βασιλιάς κούνησε το κεφάλι του. Είχε καταλάβει.
Δύο μέρες αργότερα διέταξε την εκτέλεση του πρωθυπουργού του.

Κάποιος είπε στον Αίσωπο "Για σένα λένε τρομερά πράματα" και του τα είπε όλα όσα είχε ακούσει. Ο Αίσωπος απάντησε: "Δολοφόνοι δεν είναι εκείνοι που φτιάχνουν τα μαχαίρια, αλλά εκείνοι που τα χρησιμοποιούν. Έτσι και τώρα: δε με κακολογούν οι συκοφάντες, αλλά εσύ που χρησιμοποιείς τις συκοφαντίες τους.*

Ο Αϊνστάιν έστειλε μια επιστολή στον Τσάρλι Τσάπλιν που έγραφε: "Η ταινία σας  "Χρυσός πυρετός" είναι κατανοητή απ' όλο τον κόσμο και πιστεύω πως σύντομα θα είστε διάσημος άνθρωπος". Ο Τσάπλιν απάντησε: "Σας θαυμάζω πιο πολύ: την δική σας θεωρία σχετικότητας κανένας δεν καταλαβαίνει, όμως εσείς ήδη είστε Μέγας Άνθρωπος.*

Ο Μέγας Αλέξανδρος ακούγοντας σε μια δίκη την κατηγορία ενάντια σε κάποιον, βούλωσε τ' ένα αφτί του. Και όταν τον ρωτήσανε γιατί το κάνει απάντησε:
- Με τ' άλλο τ' αφτί μου θ' ακούσω τον κατηγορούμενο.*

Η πρώτη συναυλία του Χαίντελ στο Λονδίνο δεν είχε επιτυχία. Οι φίλοι του ήταν πολύ ενοχλημένη με αυτό το γεγονός, αλλά ο ίδιος έμεινε ατάραχος.
- Μη στενοχωριέστε, τους είπε, στην κενή αίθουσα η μουσική έχει καλύτερη απήχηση.*

Ο Μέγας Αλέξανδρος ρώτησε τους Κέλτες τον Πυρηναίων, οι οποίοι ήρθαν να δουν τον θρυλικό στρατηλάτη, τι είναι εκείνο που φοβούνται περισσότερο απ' όλα, περιμένοντας πως θα επιδεικνύουν τον ίδιο, όμως οι Κέλτες απάντησαν πως φοβούνται μόνο ένα πράμα: μήπως και πέφτει πάνω τους ο ουρανός.*

Μια πόρνη ήθελε να ξελογιάσει έναν μοναχό. Εκείνος δέχτηκε και την οδήγησε στην πλατεία της αγοράς
- Έλα να το κάνουμε εδώ, είπε ο μοναχός
- Εδώ δεν μπορώ, ντρέπομαι τον κόσμο, είπε η γυναίκα.
- Και τον Θεό δεν ντρέπεσαι;* 

Ο Αύγουστος πολύ καιρό δεν δεχόταν τα ποιήματα-δώρα ενός Έλληνα ποιητή και δεν του βράβευε με χρήματα. Αυτό είχε συμβεί πολλές φορές. Την τελευταία φορά ο Αύγουστος άκουσε το ποιητικό δώρο του Έλληνα, μετά γρήγορα έγραψε κάποιους στίχους και τους έδωσε στον ποιητή. Εκείνος αμέσως απήγγειλε το έργω του αυτοκράτορα και άρχισε φωναχτά να τον επαινεί, μετά πλησίασε τον Αύγουστο και δίνοντάς του κάτι ψηλά κέρματα είπε:
- Με συγχωρείς Αύγουστε, θα σου έδινα περισσότερα, αλλά δεν έχω.
Η εκκεντρική πράξη του ποιητή έκανε όλους να γελάσουν. Το αστείο άρεσε και στον αυτοκράτορα ο οποίος έδωσε στον ποιητή ένα μεγάλο χρηματικό ποσό.*

Όταν οι αθηναίοι πρώτα προσέβαλλαν τον Θεμιστοκλή και μετά ήθελαν να του εμπιστευθούν την εξουσία εκείνος είπε:
- Δεν εγκρίνω τους ανθρώπους που χρησιμοποιούν το ίδιο σκεύος σαν καθίκι και σαν κρασοπότηρο.*

Πέθανε ο γέρος-βασιλιάς και ο νεαρός πρίγκιπας κλαίει. Ένας φίλος του του λέει:
- Μην κλαις. Όλοι οι γέροι πεθαίνουν, αλλά εσύ τώρα θα έχεις την εξουσία, τα πλούτη, τη δόξα, θα έχεις τα πάντα.
- Ναι, απάντησε ο πρίγκιπας, όμως δε θα έχω το πιο βασικό: τη δυνατότητα να τα αποκτήσω εγώ ο ίδιος.*

Δυο φίλοι ήταν προσκεκλημένη σε μια δεξίωση. Άργησαν και αποφάσισαν να το διασκεδάσουν με αστείο. Όταν τους άνοιξε την πόρτα η οικοδέσποινα την είπανε:
- Συγνώμη που αργήσαμε, αλλά στο δρόμο ληστέψαμε μια γριούλα και για αυτό καθυστερήσαμε.
- Δεν πειράζει, δεν πειράζει…, κούνησε τα χέρια της η νοικοκυρά, εμείς ακόμα ούτε καθίσαμε στο τραπέζι.
Άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε, ότι πραγματικά οι ικανότητα της γυναίκας να μιλάει είναι πολύ πιο υψηλή, παρά ν' ακούει.*

Οι στρατιώτες σκληρού ηγέτη των Βεδουίνων πιάσανε στην έρημο έναν ασκητή-σουφί και τον έφεραν μπροστά στον αρχηγό τους.
- Είσαι κατάσκοπος! Γι' αυτό θα σε θανατώσουμε, είπε ο αρχηγός.
- Είμαι αθώος, απάντησε ο δερβίσης κι εκείνη τη στιγμή άρπαξε από τον φρουρό το σπαθί, πετάχτηκέ στο πλάι και ακούμπησε τον τοίχο. Έχω σπαθί, είπε ο ασκητής, και πριν πλησιάσετε θα σκοτώσω έναν από σας. Έτσι θα σώσω την τιμή σας, γιατί αλλιώς θα την λεκιάσετε με αίμα αθώου δερβίση, αλλά όταν σκοτώσω κάποιον, τότε θα έχετε τουλάχιστον αφορμή.
Ο αρχηγός των Βεδουίνων κατάλαβε πως είναι αθώος ο δερβίσης και τον άφησε ελεύθερο.*

Ένας καματάρης αγρότης είχε τρία άπληστα και τεμπέλικα παιδιά. Όταν ήρθε ο καιρός να πεθάνει τα κάλεσε και είπε ότι αν  σκάψουν το χωράφι που βρίσκεται πίσω απ' το σπίτι τους, θα βρουν θησαυρό.
Μόλις θάψανε τον πατέρα τους τ' αδέλφια έτρεξαν στο χωράφι και άρχισαν με ζήλο να σκάβουν προς όλες τις κατευθύνσεις, όμως δε βρήκανε το θησαυρό και απογοητευμένοι εγκατέλειψαν της προσπάθειες.
Μετά σκέφτηκαν:αφού το χωράφι είναι σκαμμένο μπορούν να σπείρουν κάτι. Τ' αδέλφια έσπειραν σιτάρι και μετά από μερικούς μήνες μάζεψαν καλή σοδειά. Πουλώντας το σιτάρι κέρδισαν αρκετά λεφτά για να ζήσουν ολόκληρο χρόνο χωρίς μεγάλα προβλήματα. Όταν τελείωσαν τα λεφτά ξανά ήρθε η σκέψη για το θησαυρό, που ίσως δεν το έψαξαν καλά και τ' αδέλφια ξαναέσκαψαν το χωράφι, όμως το αποτέλεσμά ήταν ίδιο.
Μετά από μερικά χρόνια τ' αδέλφια έμαθαν να εργάζονται και έγιναν εργατικοί και εύποροι αγρότες, και τελικά κατάλαβαν ότι ο πατέρας τους, χρησιμοποίησε αυτόν τον τρόπο διαπαιδαγώγησης και έπαψαν να σκέφτονται το θησαυρό.*

Μια πεθερά και η νύφη ζούσαν μαζί σ' ένα σπίτι σαν η γάτα με το σκύλο. Κάθε μέρα άρχιζε με λογομαχίες και καυγάδες και τελείωνε με καυγάδες και λογομαχίες. Ήταν ανυπόφορη η ζωή τους και όταν αρρώστησε η πεθερά η νύφη σκέφτηκε να την θανατώσει. Πήγε σ' έναν γιατρό και του εκμυστηρεύθηκε όλη την ανυπόφορη κατάσταση και του ζήτησε να της δώσει δηλητήριο για την πεθερά της. Ο γιατρός της έδωσε το δηλητήριο και σύστησε να την προσέχει και να την φροντίζει για να μην υποψιαστεί η πεθερά τίποτα. Η νύφη το προσέφερε στην βαριά άρρωστη πεθερά της σαν φάρμακο. Ολόκληρη βδομάδα η νύφη ήταν πολύ ευγενική και περιποιητική. Σύντομα η πεθερά έγινε καλά και με δάκρυα συγκίνησης και ευγνωμοσύνης ζήτησε συγνώμη από την νύφη για τα προηγούμενα. Η νύφη ένιωσε τύψεις και μετανιωμένη έτρεξε στον γιατρό να του ζητήσει αντίδοτο. Και τότε ο γιατρός της είπε ότι της έδωσε φάρμακο για να θεραπεύσει τη σκληρή καρδιά της ίδιας και όχι δηλητήριο για την πεθερά της.
Μια ιστορία που συχνά διηγείται η μητέρα μου.*

Συνέβη στη Ρωσία, στη Μόσχα, ίσως το 1900…
Στην δίκη ενός παπά δικηγόρος ήταν ο διάσημος Φιόντορ Πλεβάκο που μάζευε με τις λαμπρές του αγορεύσεις την αφρόκρεμα της κοινωνίας. Ήταν γνωστό πως ο Πλεβάκο δεν είχε χαμένες υποθέσεις και το περίεργο αυτής της δίκης ήταν η αναμενόμενη πρώτη ήττα του περίφημου δικηγόρου, γιατί ο πελάτης του, ο παπάς ομολόγησε τις αμέτρητες εγκληματικές πράξεις στη διάρκεια των δέκα τελευταίων ετών. Όλη η Μόσχα ολόκληρο μήνα μιλούσε για τα μεγάλα ποσά που έκλεψε από το ταμείο της εκκλησίας ο παπάς.
Η μεγάλη αίθουσα του δικαστηρίου ήταν ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο και η δίκη άρχισε
με αγόρευση του εισαγγελέα. Περάσανε δυο ώρες, όμως ο κατήγορος δεν είχε σκοπό να τελειώσει: με ύφος και οργή, κουνώντας τα χέρια του ο εισαγγελέας απευθυνόταν μια στον κατηγορούμενο, μια στο δικαστή, μια στους ενόρκους ή στο κουρασμένο ακροατήριο που ήδη γνώριζε όλες τις λεπτομέρειες αυτής της υπόθεσης από τις εφημερίδες.
Την δίκη παρακολουθούσαν ο διάσημος σκηνοθέτης Κωνσταντίν Στανισλάφσκι και ο φίλος του Βλαντίμηρ Νεμιρόβιτς-Ντάντσενκο. Κάποια στιγμή ο Νεμιρόβιτς-Ντάντσενκο λέει στον φίλο του:
- Ο εισαγγελέας σίγουρα δε γνωρίζει την αραβική παροιμία "Μου το είπες και σε πίστεψα, όταν το επανέλαβες άρχισα να αμφιβάλλω, όταν όμως το είπες τρίτη φορά, κατάλαβα ότι λες ψέματα".
Τελικά ο εισαγγελέας ολοκλήρωσε την αγόρευσή του και το λόγο πήρε ο συνήγορος.
Ο Πλεβάκο είπε μόνο και μόνο μια φράση:
- Αξιοσέβαστοι κύριοι ένορκοι ο πελάτης μου επί τριάντα χρόνια έκανε άφεση των αμαρτιών σας, συγχωρέστε του και εσείς μια φορά την αμαρτία του.]
Οι ένορκοι αθώωσαν τον παπά.*

Τρεις εργάτες έχτιζαν κάποιο κτίριο, έκαναν την ίδια δουλειά. Όταν όμως τους ρώτησαν, τι κάνουν, οι απαντήσεις ήταν διαφορετικές. Ο ένας είπε: "Εγώ κάνω την λιθοδομή", ο άλλος είπε: "Εγώ βγάζω λεφτά για να ζήσω", ο τρίτος απάντησε: "Εγώ χτίζω Ναό".*

Ύστερα από την ανακάλυψη της συνωμοσίας κατά του αυτοκράτορα Κλαύδιου (42 έτος μ.Χ.) ο επικεφαλής της συνωμοσίας θανατώθηκε και αυτή η μοίρα περίμενε και έναν άλλο συνωμότη τον Πετ. Η γυναίκα του Πετ η Άρια τον ενθάρρυνε και του έλεγε ότι η καλύτερη λύση είναι η αυτοκτονία, εκείνος δίσταζε και τότε η Άρια προσπαθώντας να τον πείσει άρπαξε το στιλέτο του και του είπε:
- Κάνε έτσι, Πετ.
Και εκείνη τη στιγμή χτύπησε τον εαυτό της στην καρδιά, μετά άπλωσε το μαχαίρι και αφήνοντας την τελευταία της πνοή είπε τα εξής ευγενικά και αθάνατα λόγια:
- Πετ, δεν πόνεσα καθόλου.

Ο νόμος της ανθρώπινης βλακείας
Η αγγλικές εφημερίδες έγραψαν για μια Συναυλία της Σιγής που έδωσε ένας άγνωστος πιανίστας. Η θορυβώδη διαφήμιση και ο παράξενος τίτλος έκαναν τη δουλειά τους και η αίθουσα ήταν γεμάτη.
Ο βιρτουόζος της σιγής κάθισε στο πιάνο και άρχισε να παίζει… αλλά αφού όλες η χορδές είχαν αφαιρεθεί δεν έβγαινε ούτε άχνα. Οι ακροατές λοξοκοιτούσαν ο ένας τον άλλον και ο καθένας περίμενε τι θα κάνει ο άλλος, σαν αποτέλεσμα το ακροατήριο κάθετε κρατώντας την αναπνοή του. Ύστερα από μια ώρα απόλυτης σιγής η συναυλία τελείωσε. Ο πιανίστας σηκώθηκε και υποκλίθηκε μπροστά στους ακροατές του. Τον συνόδεψαν τα θυελλώδη χειροκροτήματα.
Την άλλη μέρα ο πιανίστας διηγήθηκε όλη την ιστορία σ' ένα κανάλι της τηλεόρασης και στο τέλος είπε:
- Ήθελα να δω πόσο μεγάλη είναι η ανοησία των ανθρώπων, διαπίστωσα ότι δεν έχει όρια.*

Η κυρία ντε Σόμερι, όταν ο σύζυγός της την έπιασε στα πράσα με τον ερρωμένο της, με θράσος αρνιόταν τη μοιχεία και όταν εκείνος έδηξε την αγανάκτησή του, εκείνη δήλωσε:
- Αχ! τώρα βλέπω πως πάψατε να μ' αγαπάτε, πιστεύετε περισσότερο σ' αυτά που βλέπετε, παρά σ' αυτά που λέγω εγώ.*

Ο Κάρολος Ε/ (1500-1558), ο αυτοκράτορας της Ρώμης έλεγε ότι η ισπανική γλώσσα είναι η καλύτερη για να μιλάς με τον Θεό, η γαλλική: με τον φίλο, η γερμανική: με τον εχθρό, η ιταλική: με τη γυναίκα. Αν γνώριζε τη ρωσική γλώσσα, είμαι σίγουρος ότι είχε προσθέσει, ότι η ρωσική είναι ευπρεπή με όλους να μιλήσεις, γιατί θα εύρισκε στη ρωσική γλώσσα την μεγαλοπρέπεια της ισπανικής, την ζωντάνια της γαλλικής, τη δύναμη της γερμανικής, την τρυφερότητα της ιταλικής και επίσης το πλούτο, την εκφραστικότητα, τη δύναμη στην απεικόνιση, την συντομία της ελληνικής και λατινικής γλώσσας.
Μ. Λομονόσοφ*

Μια μέρα που ο Μαζνούν θρηνούσε τον έρωτά του, κάποιος έρχεται και του λέει:
- Μαζνούν, σταμάτα τους θρήνους διότι η Λέϊλα είναι εδώ. Βρίσκεται μπροστά στην πόρτα σου!
Ο Μαζνούν σηκώνει αμέσως το κεφάλι:
- Πες της να συνεχίσει το δρόμο της, γιατί η Λέϊλα θα με εμποδίσει για μια στιγμή να σκέφτομαι τον έρωτα της Λέϊλα.
Αλ-Αγκανί

Ένας αυλικός συναντά ένα φιλόσοφο ο οποίος μάζευε χόρτα για να τα φάει, και του λέει:
- Αν έμπαινες στην υπηρεσία των βασιλιάδων, δε θα ήταν ανάγκη να τρως χόρτα!
Ο φιλόσοφος απαντά:
- Κι εσύ, αν έτρωγες χόρτα, δε θα είχες ανάγκη να υπηρετείς τους βασιλιάδες!

Ένας έμπορος συμβαίνει να χάσει χίλια δηνάρια. Λέει στο γιο του:
- Δεν πρέπει να μαθευτεί αυτή η ζημιά από κανέναν.
- Πατέρα μου, απαντά ο γιος, εσύ διατάζεις, δε θα το πω πουθενά αλλού, αλλά εξήγησέ μου, γιατί να το κρατήσουμε κρυφό.
- Για να μη συμβούν δύο κακά μαζί, απαντά ο πατέρας. Έχουμε τη ζημιά της περιουσίας μας, να μην έχουμε και τη χαιρεκακία του γείτονά μας.
Σααντί

Ο Βούδας ταξίδευε και συνάντησε μέσα στο δάσος έναν σκελετωμένο γιόγκα ολομόναχο σε μια καλύβα. Ο Δάσκαλος σταμάτησε και τον ρώτησε πόσο καιρό ζούσε εκεί ασκούμενος στην εγκράτεια.
- Ως 25 χρόνια, απάντησε ο γιόγκα.
- Και ποια δύναμη απέκτησες με αυτή τη μακροχρόνια και σκληρή άσκηση;
- Είμαι ικανός να διασχίσω το ποτάμι βαδίζοντας πάνω στο νερό, αποκρίθηκε περήφανα ο αναχωρητής.
- Δύστυχε, φίλε μου! είπε με οίκτο ο Βούδας. Έχασες τόσο πολύτιμο χρόνο για ένα τόσο ασήμαντο αποτέλεσμα…Ποιος ο λόγος; Ο βαρκάρης σε περνάει στην αντίπερα όχθη με πολύ μικρή αμοιβή!

Στον Διογένη που χειροκροτούσε έναν αδέξιο πλανόδιο μουσικό είπε κάποιος:
- Πραγματικά σου άρεσε αυτή η απαίσια εκτέλεση;
- Όχι βέβαια, απάντησε ο Διογένης, αλλά εγώ τον επαινώ γιατί παρ' όλο που είναι κακός μουσικός δεν πάει να κλέψει.*

Ένας επιστήμονας εξέταζε έναν ψύλλο που βρισκόταν εμπρός του. Τον διέταξε:
- Πήδα! και ο ψύλλος πήδηξε.
Ο επιστήμονας σημείωσε σ' ένα χαρτί: "Όταν λέει κανείς σ' έναν ψύλλο να πηδήξει, εκείνος πηδάει"
Τότε πήρε τον ψύλλο και του έκοψε απαλά τα πόδια. Τον έβαλε ξανά δίπλα και τον διέταξε:
- Πήδα!
Ο ψύλλος δεν κουνήθηκε. Ο "επιστήμονας" σημείωσε τότε στο χαρτί: "Όταν κόψει κανείς τα πόδια ενός ψύλλου, τότε ο ψύλλος κουφαίνεται"

Ο Γκοβίντα, ο μεγάλος ιεροκήρυκας των Σιχ διάβαζε τις γραφές καθισμένος σ' ένα βράχο κοντά σε ένα χείμαρρο, όταν ο πλούσιος μαθητής του Ραγκουνάθ υποκλίθηκε εμπρός του και άφησε, ως δώρα, δυο υπέροχα χρυσά βραχιόλια στολισμένα με πολύτιμες πέτρες.
Ο Γκοβίντα πήρε το ένα βραχιόλι και το στριφογύρισε στα δάχτυλά του. Το βραχιόλι γλίστρησε απότομα από το χέρι του, κύλησε πάνω στο βράχο και εξαφανίστηκε στη δίνη του ορμητικού νερού.
Ο Ραγκουνάθ άφησε μια κραυγή και πήδηξε μέσα στο χείμαρρο. Έψαξε αρκετή ώρα για το βραχιόλι, ενώ ο Γκοβίντα ήταν απορροφημένος στην ανάγνωση του.
Η μέρα έσβηνε ήδη όταν ο μαθητής βγήκε στην όχθη, εξαντλημένος και μουσκεμένος ως το κόκαλο.
- Αν μπορούσες να μου δείξεις τουλάχιστον πού έπεσε, είπε στο δάσκαλο του, θα μπορούσα σίγουρα να το βρω.
Ο Γκοβίντα πήρε τότε το δεύτερο βραχιόλι και το πέταξε μέσα στη δίνη του ορμητικού χειμάρρου λέγοντας:
- Εκεί έπεσε!

Ένας άντρας με μεγάλη φήμη είχε έναν υπηρέτη με αποτρόπαιο πρόσωπο και απαίσιο χαρακτήρα. Θύμωνε μόλις του έδιναν μια διαταγή, φερόταν αγενέστατα με τους καλεσμένους του κύριού του. Οι επιπλήξεις τον άφηναν αδιάφορο και το μόνο τους αποτέλεσμα ήταν να μεγαλώνει η αταξία και η αδιαφορία για τις υπηρεσίες του. Δεν ήταν δυνατό να βασιστείς σ' αυτόν για τίποτα.
Οι φίλοι του κυρίου του τον συμβούλευσαν να απαλλαχτεί απ' αυτόν τον απείθαρχο υπηρέτη και να πάρει έναν άλλο.
- Γιατί; απάντησε ο κύριος χαμογελώντας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον υπηρέτη μου, γιατί με έκανε καλύτερο. Ναι, μου δίδαξε την υπομονή και συνεχίζει να μου τη διδάσκει κάθε μέρα. Κι αυτό το ευεργέτημα μου επιτρέπει να υπομένω όλες τις υπόλοιπες στενοχώριες στη ζωή μου.

Έναν σοφό Κινέζο ρωτήσανε, τι είναι πιο ανθεκτικό: το σκληρό ή το μαλακό;
- Το μαλακό, απάντησε ο σοφός και ως απόδειξη έδειξε το στόμα του, κοίτα, δόντια δεν έχω, αλλά η γλώσσα ακόμη κάνει τη δουλειά της.*

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου