Google+ To Φανάρι : Έλληνες και Ελληνίδες!

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

Έλληνες και Ελληνίδες!

Πότε τιμωρήσαμε όμως εμείς κάποιον πολιτικό για τα τρομακτικά του λάθη ή για τη μη τήρηση των υποσχέσεων του; Ποτέ, σχεδόν πάντοτε αμείβαμε πλουσιοπάροχα την προδοσία. Επομένως δίκαια υποφέρουμε και δίκαια έχουμε μετατραπεί σε αποικία...

.
Άποψη,


Ανέτρεψε αντισυνταγματικά και παράνομα το δημοψήφισμα, υπέγραψε το τρίτο μνημόνιο, δεν σεβάστηκε καμία προεκλογική του δέσμευση, εκποίησε αεροδρόμια και τράπεζες, τις χρεοκόπησε ξανά επειδή ήθελε να διατηρήσει το μύθο της εξόδου από τα μνημόνια (άρα δεν μπορούσε να δεχτεί την πιστοληπτική γραμμή), κάνει τα πάντα για να παραδώσει τη Μακεδονία στους Σκοπιανούς (βλέπε Γερμανούς) αναλαμβάνοντας ακόμη και υπουργός εξωτερικών, ενώ φαίνεται πως δεν θα διστάσει να ξεπουλήσει ούτε την Ακρόπολη για να μείνει στην καρέκλα του.

Οι Έλληνες όμως «αγρόν ηγόρασαν», επιμένοντας ότι και να τους πει κανείς πως έχουν βαρεθεί να ακούνε για προβλήματα και θέλουν λύσεις! Εν τούτοις, όποιες λύσεις και να τους προτείνει κανείς, δεν πείθονται με τίποτα. Λογικό κατά τη γνώμη μου, αφού στην πραγματικότητα για τα προβλήματα ενδιαφέρονται και όχι για λύσεις που είναι αυτονόητο πως ενέχουν ρίσκα. Άλλωστε η τραγωδία ήταν ανέκαθεν συστατικό των γονιδίων τους. Όταν ακούν δε πως η ηρωική κυβέρνηση τους απαιτεί με υπερηφάνεια την πληρωμή των πολεμικών επανορθώσεων, αν και συνεχίζει να ζητιανεύει εκλιπαρώντας τους Γερμανούς να μη μειώσουν τις συντάξεις, καθησυχάζουν.

Από την άλλη πλευρά τώρα, υπενθυμίζω (η επανάληψη μήτηρ πάσης μαθήσεως) ότι, μόνοι μας δηλώνουμε πως οι Έλληνες είναι φοροφυγάδες, ότι διαπλέκονται, διαφθείρουν και διαφθείρονται, πως ευθύνονται οι ίδιοι για το κατάντημα της χώρας τους, ότι κατηγορούν τους άλλους χωρίς να βλέπουν τις δικές τους ευθύνες, πως αρνούνται να πληρώσουν τα χρέη τους ενώ μπορούν κοκ. Δεν το κάνουμε μόνο εμείς οι πολίτες αλλά, επίσης, οι κυβερνήσεις μας. Περισσότερο από όλους ο πρωθυπουργός που, αφού διέσυρε διεθνώς την πατρίδα του το 2009, την οδήγησε στο ΔΝΤ το 2010, καταδικάζοντας την στην αιώνια πυρά.

Ποτέ δεν συζητήθηκε πάντως η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους με δικά μας μέσα, έστω και θεωρητικά. Πάντοτε επαιτούσαμε, εκλιπαρούσαμε και υποκλινόμαστε στους ξένους, χωρίς καμία ντροπή. Δεν είχαμε και δεν έχουμε το θάρρος ούτε καν να χρεοκοπήσουμε, αναλαμβάνοντας πρακτικά τις ευθύνες των λαθών μας.

Φοβόμαστε πως θα υποφέρουμε επειδή θα λείπουν οι γάζες από τα νοσοκομεία, η βενζίνη από τα πρατήρια και το χαρτί υγείας από το Σούπερ Μάρκετ. Την ίδια στιγμή, αδιαφορούμε πλήρως για τη ληστεία της πατρίδας μας που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, για τα παιδιά μας που φεύγουν μετανάστες, για τις ουρές των ανέργων μπροστά από τις καντίνες σίτισης, για τους άρρωστους που δεν μπορούν να πληρώσουν τα φάρμακα τους, για τους εξαθλιωμένους που προσπαθούν να επιβιώσουν, ψάχνοντας στα σκουπίδια τροφή, για τις χιλιάδες επιχειρήσεις που χρεοκοπούν ή μεταναστεύουν κοκ. Η απόλυτη σχιζοφρένεια!

Με βάση λοιπόν τη δική μας συμπεριφορά, δεν καταλαβαίνω γιατί απορούμε για τη λογική των μέτρων που επιβάλλουν οι δανειστές. Απλούστατα έχουν πεισθεί από εμάς ότι, εάν δεν καεί ολόκληρη η χώρα, μαζί με τους κατοίκους της, δεν πρόκειται να αλλάξει.

Ότι χρειάζεται δηλαδή μία εκ βάθρων ανανέωση, μία δημιουργική καταστροφή κατά κάποιον τρόπο, σε συνδυασμό με τη φυλετική εκκαθάριση του νοσηρού, διαβρωμένου πληθυσμού της. Είναι γνωστό άλλωστε το ανέκδοτο που κυκλοφορεί στην Ευρώπη: «πανέμορφη και πάμπλουτη η Ελλάδα, αλλά έχει δυστυχώς πολλούς (νόθους) Έλληνες».

Βλέποντας μάλιστα πως έχουμε εκλέξει αυτούς που ουσιαστικά οδήγησαν την Ελλάδα στη χρεοκοπία, διεφθαρμένους συνδικαλιστές, τυχοδιώκτες επαγγελματίες πολιτικούς, καθώς επίσης φανατικούς οπαδούς του κρατισμού, είναι αυτονόητο πως δεν εμπιστεύονται την κρίση μας. Πολύ περισσότερο αφού επιλέξαμε για δεύτερη φορά μία κυβέρνηση που έχει πει τα περισσότερα ψέματα στην ιστορία της υφηλίου, ενώ μας βύθισε στο χάος μέσα σε μόλις εφτά μήνες.

Από τη δική τους πλευρά τώρα οι δανειστές, δεν κάνουν τίποτα άλλο από το αυτονόητο: θέλουν να πάρουν πίσω τα χρήματα που μας δάνεισαν, καθώς επίσης να εξαγοράσουν ότι μπορούν, σε όσο το δυνατόν φθηνότερες τιμές. Εάν είμαστε στη θέση τους, έχω την εντύπωση πως θα κάναμε ακριβώς το ίδιο. Επομένως, δεν βλέπω γιατί παραπονιόμαστε, πόσο μάλλον αφού εμείς είμαστε αυτοί που τους καλέσαμε και εμείς ζητήσαμε τη βοήθεια τους. Ειδικά όσον αφορά το ΔΝΤ, γνωρίζαμε πολύ καλά την ιστορία και τα εγκλήματα του ανά τον κόσμο, οπότε δεν πέσαμε σε καμία άγνωστη παγίδα.

Το κωμικοτραγικό στην όλη υπόθεση είναι η διαμαρτυρία ενός νεοφιλελεύθερου αρθρογράφου μίας ιστοσελίδας που στήριζε ανέκαθεν τα μνημόνια. Απορεί αφελώς γιατί η Τρόικα θέλει να αφανιστεί η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα, επιβαρύνοντας με δυσβάσταχτους φόρους τις επιχειρήσεις (τους υπολογίζει στο 79,91% αν και κάνει το λάθος να προσθέτει το 29% της προκαταβολής, το οποίο είναι βέβαια εφάπαξ).

Η απάντηση όμως είναι εύκολη. Πρώτα από όλα επειδή εμείς οι ίδιοι κατηγορούμε ως διεφθαρμένους και φοροφυγάδες συλλήβδην τους επιχειρηματίες. Δεύτερον λόγω του ότι θέλουν (α) είτε να εξαγοράσουν πάμφθηνα τις ελληνικές εταιρείες, (β) είτε να τις κλείσουν για να μην έχουν ανταγωνισμό οι δικές τους. Τρίτον για να καταπολεμηθεί η διαφθορά και η φοροδιαφυγή που εμείς δηλώνουμε πως βασιλεύει στην Ελλάδα, ότι αποτελεί τμήμα του DNA μας.

Ο αρθρογράφος απορεί επίσης για το ασφαλιστικό, όταν γνωρίζουμε όλοι πως τα αποθεματικά των ταμείων «χάθηκαν», ασφαλώς με δική μας ευθύνη. Οι ζημιογόνες τοποθετήσεις τους στο χρηματιστήριο ή αλλού με τεράστιες προμήθειες για τους μεσάζοντες, το κούρεμα τους από το PSI και πρόσφατα η κλοπή των χρημάτων που τα ταμεία είχαν επενδύσει σε τραπεζικές μετοχές, είναι γνωστά γεγονότα.

Επίσης γνωστό είναι το σκάνδαλο των σκανδάλων με τις τράπεζες, για το οποίο δεν έγινε καμία εισαγγελική έρευνα και δεν τιμωρήθηκε κανείς. Τέλος, οι περίπου 3 εκ. εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, είναι αδύνατον να χρηματοδοτήσουν τους υπαλλήλους του δημοσίου, τους 1 εκ. ανέργους και τους πολύ περισσότερους συνταξιούχους.  Ειδικά όταν αυξάνονται συνεχώς οι φόροι και μειώνονται οι μισθοί τους. Επομένως γιατί απορεί;

Όσον αφορά όλους εμάς που εκλέξαμε μία αριστερή κυβέρνηση με μηδενική εμπειρία και ανύπαρκτες ικανότητες, γνωρίζοντας πολύ καλά πως δεν ήταν συμβατή με την πολιτική που κυριαρχεί στην Ευρωζώνη, επιμένοντας ταυτόχρονα στην παραμονή μας στο ευρώ, τι περιμέναμε; Πώς θα διαπραγματευόταν με τους δανειστές ο παγκόσμιος πρωταθλητής της τούμπας, αφού δεν του δώσαμε κανένα απολύτως όπλο;

Από την άλλη πλευρά, γιατί συνεχίζουμε να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι, οι πολιτικοί δεν είναι επαγγελματίες και δεν ενδιαφέρονται για τις καρέκλες τους, όταν δεν υπήρξε ποτέ έστω ένα δείγμα του αντιθέτου; Επειδή θέλουμε να εθελοτυφλούμε προφανώς. Επίσης λόγω του ότι φαντασιωνόμαστε πως κάποιος προικισμένος και ανιδιοτελής ηγέτης θα βγάλει το φίδι από την τρύπα, ενώ εμείς θα παρακολουθούμε τους ηρωισμούς του από την τηλεόραση, καθισμένοι άνετα στους καναπέδες μας.

Ο πρώην επαναστάτης υπουργός οικονομικών πάντως που ίδρυσε δικό του κόμμα, πανευρωπαϊκό (!), όπου βρεθεί και όπου σταθεί δεν κάνει τίποτα άλλο από το να επαινεί τον κ. Σόιμπλε και τη γερμανίδα καγκελάριο. Θα πει κανείς βέβαια πως είναι φυσιολογικό, αφού αυτή είναι η μοίρα των ηττημένων. Εν τούτοις, δεν πλήρωσε αυτός για τα τρομακτικά λάθη του, αλλά όλοι εμείς, αφήνοντας τον τελικά ατιμώρητο. Η ατιμωρησία όμως έχει σοβαρότατες συνέπειες, όπως διαπιστώνεται σήμερα με τη Γερμανία.

Απλούστατα, εάν είχε τιμωρηθεί μετά το αιματοκύλισμα της Ευρώπης, αντί να αμειφτεί με τη διαγραφή χρέους και με το σχέδιο Μάρσαλ, δεν θα είχε το θράσος σήμερα να θέλει να κάνει τα ίδια ακριβώς με τότε, με μοναδική διαφορά τα μέσα που χρησιμοποιεί (οικονομικά όπλα).
Πότε τιμωρήσαμε όμως εμείς κάποιον πολιτικό για τα τρομακτικά του λάθη ή για τη μη τήρηση των υποσχέσεων του; Ποτέ, σχεδόν πάντοτε αμείβαμε πλουσιοπάροχα την προδοσία. Επομένως δίκαια υποφέρουμε και δίκαια έχουμε μετατραπεί σε αποικία.

Σε μία περιοχή χαμηλού εργατικού κόστους για τη γερμανική βιομηχανία, η οποία θα μας συμπεριφέρεται όπως αξίζουμε. Τι περισσότερο αξίζει άλλωστε ένας λαός που προτιμάει να χάσει πάνω από 1 τρις €, την εθνική του κυριαρχία και ενεργειακά αποθέματα περί τα 4,8 τρις €, για να δανειστεί 300 δις €;

Όπως έχει γραφτεί τώρα από τους συναδέλφους, σε μία «υπό κατοχή» χώρα η κυβέρνηση έχει μόνο διακοσμητικό χαρακτήρα. Για παράδειγμα, όταν οι Γερμανοί εισέβαλλαν στην Ελλάδα το 1940, επέβαλλαν μία κυβέρνηση, η οποία δεν μπορούσε να κάνει απολύτως τίποτα.

Στα πλαίσια αυτά, εάν υποθέσουμε πως οι Έλληνες τότε εξεγείρονταν εναντίον της κυβέρνησης, ανατρέποντας την, οι Γερμανοί είτε θα τοποθετούσαν μία άλλη, είτε θα επέτρεπαν στο λαό να ψηφίσει δημοκρατικά. Φυσικά θα αδιαφορούσαν εντελώς για τα αποτελέσματα, αφού αυτοί θα συνέχιζαν να διοικούν.

Οι Έλληνες γνώριζαν πάντως τότε ποιός είναι ο πραγματικός τους εχθρός. Απεχθάνονταν λοιπόν την κυβέρνηση των δωσίλογων, όπως την αποκαλούσαν, ο πρωθυπουργός της οποίας είχε πει
«Βρέθηκα αντιμέτωπος με ένα ιστορικό δίλημμα: ή να αφήσω να συνεχιστεί ο αγώνας και να καταλήξει σε ολοκαύτωμα ή να υπακούσω στις παρακλήσεις και να αναλάβω της πρωτοβουλία της συνθηκολόγησης. Τόλμησα το δεύτερο και δεν υπολόγισα ευθύνες, ενώ μέχρι σήμερα δεν μετάνιωσα για το τόλμημα μου, αλλά αισθάνομαι υπερήφανος» (Τσολάκογλου),
και συνέχισαν να πολεμούν εναντίον των γερμανικών κατοχικών δυνάμεων, αρνούμενοι να συμβιβαστούν με την υποδούλωση τους. Η κοινή λογική τους έλεγε άλλωστε πολύ σωστά ότι, εάν ανέτρεπαν την τότε κυβέρνηση, οι Γερμανοί θα επέλεγαν την επόμενη, όσο συνέχιζε να είναι υπό την κατοχή τους η Ελλάδα, οπότε θα ήταν δώρο άδωρο.

Με απλά λόγια, εννοώ πως δεν θα αλλάξει τίποτα εάν ο Αλέξης αντικατασταθεί από τον Κυριάκο, όσο ο κάποτε υπερήφανος ελληνικός λαός κοιμάται τον ύπνο του δικαίου, αδιαφορώντας για τον εαυτό του, για την πατρίδα του και για τα παιδιά του.

Επίσης πως αντίθετα με τότε, οι σημερινοί Έλληνες προσποιούνται πως δεν γνωρίζουν ποιός είναι ο πραγματικός τους εχθρός. Έτσι αναλώνονται σε ατέρμονες συζητήσεις, κατηγορούν την κυβέρνηση που οι ίδιοι στήριξαν τρεις φορές (ούτε μία, ούτε δύο), επίσης τον εαυτό τους, ενώ δεν αντιδρούν καθόλου.

Δεν θα απορούσα λοιπόν ούτε κατ’ ελάχιστο εάν κάποια στιγμή άκουγα «Ζήτω η δουλεία», αφού η ελευθερία είναι κάτι που ασφαλώς δεν προσφέρεται από καμία Τρόικα και από καμία Γερμανία. Κερδίζεται με θάρρος, με κόπο, με πόνο, με μεθοδικότητα, με υπευθυνότητα, με συλλογικότητα και με οδύνη.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου