Google+ To Φανάρι : Το πουλί που ήρθε απ’ αλλού

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Το πουλί που ήρθε απ’ αλλού

Το σημερινό άρθρο το τριγυρίζω εδώ και καιρό, παρόλο που το έχω υποσχεθεί, κι όλο βρίσκω προσχήματα για να μην το γράψω, όπως ας πούμε ότι θα ταίριαζε περισσότερο να το βάλω τα Χριστούγεννα, αλλά τελικά σήμερα φαίνεται πως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, παρόλο που πάλι βρήκα μια δικαιολογία για αναβολή αλλά την προσπέρασα αγέρωχα, κι έτσι σήμερα θα μιλήσουμε για το πουλί που ήρθε απ’ αλλού. Ποιο είναι αυτό το πουλί, το βλέπετε αριστερά στην εικόνα, είναι η γαλοπούλα...

Η γαλοπούλα βέβαια, όπως ξέρουμε, ήρθε όχι γενικώς απ’ αλλού, αλλά ειδικώς από τη Βόρεια Αμερική, αλλά την αποκαλώ έτσι επειδή στις διάφορες γλώσσες έχει πάρει ονόματα που δείχνουν ότι ήρθε από κάποιο ξένο μέρος, συνήθως αλλά όχι πάντα μακρινό κι εξωτικό, ότι αυτό το πουλί δηλαδή είναι ξένο. Στο ιστολόγιο έχουμε ήδη συναντήσει ένα παρόμοιο φαινόμενο ονομασίας, με το φραγκόσυκο, που κι αυτό στις διάφορες γλώσσες ή διαλέκτους έχει ονόματα που υπονοούν πως έχει έρθει από μακριά, όπως μπορείτε να δείτε στο σχετικό άρθρο, που υπάρχει επίσης στο πρόσφατο βιβλίο μου «Οπωροφόρες λέξεις«.
Λέμε γαλοπούλα, ή γάλος για τα σερνικά, ή γαλιά/γαλόπουλα, λέμε όμως και «διάνος» ή «ινδιάνος», λέμε και «κούρκος». Σπανιότερες διαλεκτικές ονομασίες είναι η βόρεια «μισίρκα» και ο κρητικός «κούβος», ενώ στη Μυτιλήνη (ίσως και τη Χιο) λένε «κάκνος» ή «κακνί». Σε κάποιο παλιό Λεξικογραφικό Δελτίο της Ακαδημίας υπάρχει άρθρο (ίσως του Κοντοσόπουλου) για τις διάφορες διαλεκτικές ονομασίες του πουλιού και την εξάπλωσή του, αλλά δυστυχώς τώρα δεν το έχω πρόχειρο -και αυτή άλλωστε θα ήταν η δικαιολογία μου αν ήθελα να αναβάλω και πάλι το άρθρο. Οπότε, θα αρκεστούμε σ’ αυτά.


Το επιστημονικό όνομα της γαλοπούλας είναι Meleagris gallopavo, και μελεαγρίς λεγόταν στα αρχαία (στον Αριστοτέλη) όχι βέβαια η γαλοπούλα, που δεν την ήξεραν, αλλά η φραγκόκοτα, που είναι πουλί του Παλαιού Κόσμου, αφρικάνικο. Ξέρουμε βέβαια ότι δεν είναι σπάνιο να δίνονται αρχαιοελληνικά ονόματα σε ζώα και φυτά του Νέου Κόσμου, αλλά εδώ το μπλέξιμο είναι γενικότερο. Όταν είδαν οι Άγγλοι τη γαλοπούλα, τους θύμισε τη φραγκόκοτα, που την ήξεραν, θεώρησαν δηλαδή ότι έχουν μπροστά τους μια πιο μεγαλόσωμη ποικιλία φραγκόκοτας. Οι φραγκόκοτες ήταν γνωστές στην Ευρώπη σαν turkey hen, επειδή φτάνανε στα τραπέζια των Ευρωπαίων μέσω Τουρκίας (ο όρος έπιανε και τη Βόρεια Αφρική) ή μέσω Τούρκων εμπόρων. Οπότε, ονομάστηκε turkey hen (ή -cock για τα αρσενικά) και το καινούργιο, αμερικανοφερμένο πουλί και, όταν κατάλαβαν ότι πρόκειται για δυο διαφορετικά είδη, το νεοφερμένο «σφετερίστηκε» στα αγγλικά το όνομα του παλιού και ονομάστηκε αυτό turkey, ενώ η φραγκόκοτα πήρε το όνομα guinea fowl, επειδή την έφερναν από τη Γουινέα της Αφρικής έμποροι Πορτογάλοι. Μέσα στο όλο μπέρδεμα, ο Λινναίος έδωσε το όνομα μελεαγρίς στη φραγκόκοτα σαν όνομα είδους (Numida meleagris) αλλά στην γαλοπούλα, όπως είπαμε, σαν όνομα γένους (Meleagris gallopavo, στα παραπάνω έχω δανειστεί στοιχεία από παλαιότερο άρθρο του Νίκου Λίγγρη στη Λεξιλογία). Και βέβαια από το turkey hen ήταν εύκολο να μεταπέσουμε στο σκέτο turkey, κι έτσι έχουμε το παράδοξο φαινόμενο στα αγγλικά το όνομα της γαλοπούλας να είναι ίδιο με το όνομα της Τουρκίας (αυτό βέβαια γράφεται με κεφαλαία, Turkey), πράγμα που έχει δώσει αφορμή για πολλά λογοπαίγνια και μεταφραστικά λάθη (θα πούμε παρακάτω).

Κάτι ανάλογο έγινε και στα γαλλικά, όπου η φραγκόκοτα αρχικά ονομαζόταν poule d’Inde, κότα της Ινδίας (όπου όμως Inde εννοούσαν την Αβησσυνία). Όταν γνώρισαν τη γαλοπούλα, χρησιμοποίησαν το ίδιο όνομα για το νεοφερμένο πουλί, εννοώντας ότι είχε έρθει από τις (Δυτικές) Ινδίες -να θυμηθούμε ότι την εποχή εκείνη πίστευαν ότι η Αμερική είναι Ανατολική Ασία. Και πάλι το ουσιαστικό έπεσε και το επίθετο έγινε ουσιαστικό (θα γράψουμε κάποτε γι΄ αυτό το φαινόμενο) κι έτσι σήμερα στα γαλλικά η γαλοπούλα λέγεται dinde. Η ονομασία αυτή πέρασε και στα ελληνικά, τόσο στη λόγια γλώσσα, όπου ειπώθηκε «ινδόρνις», ινδική όρνιθα, όσο και στην πιο κοινή, όπου είχαμε την ονομασία «ινδιάνος», που ακόμα διατηρείται, αλλά συχνότερο είναι το απλοποιημένο «διάνος». Ονομασία που να υποδηλώνει ινδική προέλευση έχουν και τα τούρκικα (χίντι), αλλά και στα πολωνικά (indyk) και στα ρώσικα (indeyka), ενώ στα ολλανδικά έχουμε kalkoen που προέρχεται από την Καλκούτα της Ινδίας, ενώ παρόμοια είναι η ονομασία και σε σκανδιναβικές γλώσσες.

Συνεχίζοντας το ταξίδι ανά τον κόσμο μέσα από τα ονόματα της γαλοπούλας φτάνουμε στα πορτογαλικά, όπου το πουλί το λένε perú, από το Περού δηλαδή, προέλευση που βρίσκουμε και στην κροατική ονομασία του πουλιού, puran (από το ιταλικό peruano). Η πορτογαλική ονομασία έχει περάσει και στα ινδικά. Τελειώσαμε; Όχι. Καταρχάς, στα βουλγάρικα, μια από τις ονομασίες της γαλοπούλας είναι «μισίρκα», από το Μισίρι, την Αίγυπτο. Η ίδια ονομασία έχει περάσει και σε βόρειες ελληνικές διαλέκτους -θα πούμε πιο κάτω ένα σχετικό ανέκδοτο. Έπειτα, στα αραβικά η γαλοπούλα λέγεται «ντικ ρουμί», που σημαίνει, θα λέγαμε, «ρωμιός πετεινός» !

Θα προσέξατε ίσως κάτι περίεργο, ότι όλοι «αποποιούνται» ότι είναι από τα μέρη τους η γαλοπούλα. Για τους Άγγλους ήρθε από την Τουρκία, αλλά οι Τούρκοι (και πολλοί άλλοι) τη στέλνουν στην Ινδία. Για τους Ινδούς όμως ήρθε από το Περού. Για τους Βούλγαρους και τους Σερραίους, η γαλοπούλα ήρθε απ’ την Αίγυπτο, αλλά για τους Αιγύπτιους είναι Ρωμιά! Οπότε, δεν είναι άστοχο που είπαμε πως το πουλί αυτό είναι «απ’ αλλού».

Μήπως είναι κι από τη Γαλλία; Δηλαδή, ποια είναι η ετυμολογία της λέξης «γάλος»; Μήπως ο γάλος είναι και Γάλλος; Καταρχήν η απάντηση είναι όχι, αφού η λέξη γάλος προέρχεται από το βενετικό galo (ιταλ. gallo), δηλαδή από το λατινικό gallus, που θα πει απλώς ‘πετεινός’. Βέβαια, η λατινική λέξη έχει αμφισβητούμενη ετυμολογία, και μεταξύ άλλων έχει προταθεί η σύνδεση με το τοπωνύμιο Gallia (Γαλατία), οπότε μπορούμε να προσθέσουμε και τη Γαλλία στον χάρτη των πατρίδων που (δεν) ερίζουν για την καταγωγή της γαλοπούλας. Σήμερα στα ιταλικά ο γάλος λέγεται tacchino (λέξη χωρίς γεωγραφική αναφορά), αλλά παλιότερα λεγόταν pollo d’India, όρνιθα από την Ινδία, περίπου σαν το γαλλικό, και φαίνεται ότι αυτό το dindia πέρασε και στα Εφτάνησα, τουλάχιστον στους Παξούς, αρχικά σαν παρατσούκλι (ντέντιας) και μετά σαν επώνυμο, ενώ και σε τοπωνύμια διασώζεται. Είναι πολύ πιθανό το επώνυμο του υπουργού κ. Δένδια να ανάγεται, ακριβώς, στη γαλοπούλα!

Να μην αφήσουμε παραπονεμένες και τις άλλες ελληνικές ονομασίες της γαλοπούλας. Είπαμε ότι ο ινδιάνος/διάνος είναι από την Ινδία, είπαμε για τον γάλο και τη μισίρκα, ο κούρκος είναι σλάβικο δάνειο, ενώ ο κρητικός «κούβος» θεωρείται δυσετυμολόγητη λέξη αλλά θα μπορούσε να προέρχεται από το ιταλικό cova (που σημαίνει μεταξύ άλλων φωλιά πουλιού ή κλώσσημα). Έχει πάντως προταθεί και η Κούβα ως προέλευση, εκδοχή όχι πολύ πιθανή, παρά τα όσα έχουμε πει πιο πάνω. Το μυτιληνιό «κακνί» δεν ξέρω πούθε ετυμολογείται, ίσως είναι ονοματοποιία.

Να πω εδωπέρα ότι στον Λιθοξόου αλλά και στον Στουγιαννίδη βρίσκω μιαν ακόμα ονομασία του γάλου: τούρκος. Αυτό δεν μπορεί να είναι αγγλικό δάνειο, οπότε μάλλον για παραλλαγή του «κούρκος» θα το θεωρήσουμε. Θα βοηθούσε να ξέραμε και πού ακούγεται ή έχει καταγραφεί. Δεν αμφισβητώ την ύπαρξη του τύπου, από την άλλη όμως θεωρώ εντελώς αστήριχτη την εικασία του Στουγιαννίδη ότι η πασίγνωστη και πανελλήνια έκφραση «έγινε τούρκος» (= θύμωσε πολύ) προέρχεται, τάχα, από την «έγινε κούρκος» (που δεν έχει πουθενά καταγραφεί και ούτε έχει λογική βάση.

Στη φρασεολογία μας λέμε «φουσκωμένος σαν διάνος» για κάποιον που περηφανεύεται, που περπατάει κορδωμένος, ελαφρώς κωμικά. Η φράση λέγεται ιδίως για αξιωματούχους, το πιο πολύ ένστολους. «Κάθε πρωί στην αναφορά το απαίσιο αυτό μούτρο περνούσε σαν φουσκωμένος διάνος από μπροστά τους,  σκορπώντας ποινές για το τίποτα», λέει σε ένα διήγημά του ο Γιώργος Ιωάννου για κάποιον στρατιωτικό. Τις προάλλες που είχα πάει σε μια δημόσια εκδήλωση, βλέποντας τον αρμόδιο αναπλ. υπουργό (αλλά δεν θα σας πω ποιος είναι) να πηγαίνει για ν’ απονείμει βραβεία, σκέφτηκα αυτήν ακριβώς την έκφραση. Λέμε πάντως και φουσκώνει ή καμαρώνει σαν κούρκος. Άλλη παροιμιακή φράση με γαλοπούλα, γάλο, διάνο ή κούρκο δεν ξέρω. Μόνο σε μια συλλογή παροιμιών και φράσεων από τη Μυτιλήνη βρίσκω «έφαγε τον κάκνο = απέτυχε».

Η γαλοπούλα είναι μάλλον δύσμορφο πουλί και δεν θεωρείται και πολύ έξυπνο, όπως άλλωστε όλα τα ορνιθοειδή (π.χ. κοκορόμυαλος). Μόνο τα αρπαχτικά πουλιά έχουν φήμη έξυπνων. Ίσως γι’ αυτό το λόγο, αλλά το πιθανότερο επειδή τα γαλόπουλα πηγαίνουν κοπαδιαστά, παλιότερα, ας πούμε προδικτατορικά, τους νέους φαντάρους τους έλεγαν όχι «ψάρια» όπως στον καιρό μου (και υποθέτω σήμερα), αλλά «γαλόπουλα», με πολλές παραλλαγές. Ο νέος ήταν γάλος, γαλί, γαλόπουλο και (σε διασταύρωση με το διαχρονικό «στραβάδι») στραβόγαλο ή στραβογαλάς. Κάποιος που υπηρέτησε στα ’60 μου έχει πει ότι όταν έμπαιναν στο κέντρο οι παλιοί τούς φώναζαν «γλου γλου» και τους πετούσαν καλαμπόκι. Ωστόσο, σήμερα δεν χρησιμοποιείται πια καθόλου αυτός ο χαρακτηρισμός (αν κάνω λάθος, παρακαλώ να με διαψεύσετε!). Φυσικά, η στρατιωτική αργκό έχει πάμπολλες άλλες λέξεις για τους νέους (μερικές τις βλέπουμε εδώ).

Τα Χριστούγεννα τρώμε γαλοπούλα, ένα έθιμο πάντως που δεν είναι και πάρα πολύ παλιό, ούτε συνηθιζόταν σε όλα τα ελληνικά μέρη. Θα άξιζε να ψάξει κανείς περισσότερο την ιστορία του εθίμου -αλλά μπορούμε επίσης να πούμε ότι δεν είναι και εντελώς καινούργιο, αν σκεφτούμε ότι γάλο έκλεψε ο καημένος ο μαστρο-Παύλος ο Πισκολέτος στα παπαδιαμαντικά «Χριστούγεννα του τεμπέλη», στα πρώτα χρόνια του 200ύ αιώνα, ενώ λίγο νωρίτερα, περί το 1886, στην Κεφαλονιά, ο Λασκαράτος μας παρουσιάζει την «Ιστορία ενός γαλόπουλου διηγημένη από το ίδιο» (ή κάπως έτσι, δεν έχω το βιβλίο πρόχειρο) όπου βλέπουμε ότι το έθιμο της χριστουγεννιάτικης γαλοπούλας ήδη υπήρχε. Ίσως μέχρι τα Χριστούγεννα να έχουμε μάθει περισσότερα, οπότε θα γράψω άλλο άρθρο.

Κλείνω μ΄ εκείνο που είχα υποσχεθεί, τα λογοπαίγνια και τα λάθη που έχουν την αιτία τους στο ότι turkey είναι και η γαλοπούλα και η Τουρκία. Σε αγγλικές γελοιογραφίες του 190υ αιώνα μπορεί κανείς να δει τον γελοιογράφο να παριστάνει την Τουρκία σαν γαλοπούλα, ενώ συχνά λογοπαίζει και με το όνομα της Ελλάδας και με το λίπος (Greece και grease). Δεν βρήκα τη γελοιογραφία που είχα στο νου μου, με τη γαλοπούλα που τσιμπολογάει ένα κομμάτι μαγειρικό λίπος (η Τουρκία είχε βλέψεις κατά του νεαρού ελληνικού κράτους), οπότε θα αρκεστείτε σε αυτήν που ακολουθεί, όπου η ρωσική αρκούδα έχει αρπάξει έναν ογκόλιθο, την Ελλάδα, που πάνω του είναι ένας τσολιάς, και πατάει πάνω στο λαιμό μιας γαλοπούλας, που είναι η Τουρκία, αποκεφαλίζοντάς την, ενώ Γαλλία και Αγγλία διαμαρτύρονται ανήμπορες. Όλα αυτά περί τα μέσα του 19ου αιώνα.



Όσο για τα μεταφραστικά λάθη, τα μηχανάκια κάμποσες φορές την έχουν πατήσει με το Turkey και το turkey. Είχα μια φωτογραφία, αλλά δεν τη βρίσκω, με την ετικέτα ενός τισέρτ που έγραφε «Fabriqué en dinde» που είναι η μετάφραση του Made in turkey. Κι άλλες φορές έχει γίνει ανάλογο λάθος, με μηχανάκια ή με μεταφραστικές μνήμες.

Τελικά όμως λέω να κλείσω όχι με λογοπαίγνιο ή μεταφραστικό λάθος, αλλά με ένα ανέκδοτο που το έχουμε ξαναπεί, μια παρεξήγηση με τις ονομασίες της γαλοπούλας.

Δεν παίρνω όρκο για την αλήθεια του ανεκδότου, αλλά το βρίσκω γουστόζικο. Λοιπόν, γύρω στο 1905, όταν στην οθωμανική Μακεδονία είχε ανάψει ο ανταγωνισμός Ελλάδας και Βουλγαρίας, ο πρόξενος της Ελλάδας στις Σέρρες, ο  Αντ. Σαχτούρης, καθώς έφευγε από το προξενείο ένα απομεσήμερο για να πάει σε μια σουλτανική γιορτή, παράγγειλε στο προσωπικό του «να σφάξουν το γάλο» -κάποιος  που του είχε φέρει πεσκέσι από το χωριό μια γαλοπούλα και ήθελε να τραπεζώσει το βράδυ δυο φίλους του. Όταν γύρισε από τη γιορτή, του είπαν ότι δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτα με το γάλο.
—Πως τίποτε; ρώτησε θυμωμένος.
—Ήταν πολλοί Τούρκοι, Γάλλοι στο Σαράι (Διοικητήριο), του απάντησαν.
—Και τι δουλειά είχε ό γάλος στο Σαράι;
—Ήταν «ντουναμάς». Μεγάλη γιορτή του Σουλτάνου. Πολύς κόσμος. Και ό δεσπότης είδε το παιδί πού στείλαμε και τού είπε να φύγει.
Τι είχε γίνει; Οι Σερραίοι δεν ήξεραν τη λέξη «γάλος» (τον έλεγαν μισίρκα, όπως έχουμε ξαναπεί) και σκέφτηκαν πως ο πρόξενος τούς είχε παραγγείλει να σφάξουν, να σκοτώσουν έναν Γάλλο αξιωματικό του οθωμανικού στρατού, ο οποίος είχε μπει στο μάτι των Ελλήνων από άλλες φορές, επειδή ήταν φανατικός βουλγαρόφιλος!
Μπορεί να μην είναι αληθινό το ανέκδοτο και να είναι μπεντροβάτο. Πάντως οι Σερραίοι ακόμα λένε μισίρκα τη γαλοπούλα, αν και βέβαια ξέρουν πλέον όλοι την κοινή λέξη.
Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου