Στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας, οι κάτοικοι (η
πλειονότητα των οποίων έχουν τις ρίζες τους στον Πόντο και τη Μικρά
Ασία) έχουν καταφέρει να διατηρήσουν ζωντανές πολλές από τις παραδόσεις
τους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πολιτιστική παράδοση του νομού
Δράμας με την πλούσια λαογραφία και τα διονυσιακά δρώμενα που
πραγματοποιούνται όλες τις εποχές του χρόνου....
Οι Μωμόγεροι, ένα είδος λαϊκού παραδοσιακού θεάτρου, αναβιώνει στους Σιταγρούς και τα Πλατανιά, χωριά όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Η ονομασία Μωμόγεροι (από τις λέξεις μίμος και γέρος) προέρχεται από τις μιμητικές κινήσεις που κάνουν οι πρωταγωνιστές με μορφές γεροντικών προσώπων.
Φορούν τομάρια ζώων (λύκων, τράγων ή άλλων) ή ντυμένοι με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά εμφανίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου των εορτών (Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Θεοφάνια) και προσδοκώντας να φέρουν τύχη για τη νέα χρονιά, γυρίζουν σε παρέες στους δρόμους των χωριών και τραγουδούν τα κάλαντα ή άλλους ευχετικούς στίχους. Όταν δύο παρέες συναντηθούν, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή. Στην περιοχή του νομού 'Εβρου έχουν και άλλες ονομασίες, όπως Ρουγκάτσια, Μπαμπαλιάροι, Μπαμπουτσιαρέοι, Τζαμάλες, Καμήλες, Κορτοπούλα, Παβγινικό, Τεμπελέκια, Χριστιάσια, κ.ά.
Παραλλαγές του ίδιου εθίμου συναντώνται σε χωριά της Κοζάνης και της Καστοριάς, με την ονομασία Ραγκουτσάρια. Εκεί πολλοί φέρουν κουδούνια και περιφέρονται στα χωριά κάνοντας εκκωφαντικούς θορύβους. Πρόκειται για ένα έθιμο που συμβολίζει τον καθαρμό και την εκδίωξη των δαιμονικών όντων και των κακοποιών στοιχείων του Δωδεκαήμερου.
Στον Έβρο, στα κάλαντα των μεταμφιεσμένων περιέχονταν παινέματα για τον κάθε νοικοκύρη και τα μέλη της οικογένειάς του, ενώ βασικό μέρος αποτελούσαν οι στίχοι που έλεγαν κατά τη μετάβαση από το ένα στο άλλο σπίτι. Μέσα στα κάλαντα περιλαμβανόταν και το σούρβισμα. Στα χωριά του 'Εβρου τα παιδιά που λένε τα κάλαντα, κρατούν κι ένα κλαδί από σουρβιά (κρανιά), ένα αειθαλές δέντρο με το οποίο χτυπούσαν στην πλάτη το νοικοκύρη λέγοντας: “Σούρβα σούρβα γιρό κορμί, γιρό κορμί, γιρό σταυρί κι του χρόνου ουλ' γιροί, ουλ' γιροί καλόκαρδοι”.
Στη Θάσο πολλές οικογένειες κρατούν ένα πολύ παλιό έθιμο, το σπόρδισμα των φύλλων. Κάθονται όλοι γύρω από το αναμμένο τζάκι, τραβούν τις στάχτες προς τα έξω και ρίχνουν στ' αναμμένα κάρβουνα φύλλα ελιάς, βάζοντας από μια ευχή, την οποία δε λένε στους άλλους. Όποιου το φύλλο γυρίσει περισσότερο, εκείνου θα πραγματοποιηθεί και η ευχή του.
“Η μπαμπού” και τα “Εννέα Φαγιά”
Στα χωριά του Έβρου την παραμονή ή την προπαραμονή των Χριστουγέννων γίνονταν τα "χοιροσφάγια" (η σφαγή των γουρουνιών), Το παχύ έντερο των γουρουνιών καθαριζόταν και γεμιζόταν με ψιλοκομμένο κρέας, πράσο, ρύζι και μυρωδικά, για να αποτελέσει το παραδοσιακό έδεσμα, τη "μπαμπού".Το βράδυ της παραμονής όλοι έτρωγαν "Εννέα Φαγιά". Το έλεγαν έτσι, επειδή στο τραπέζι έπρεπε να υπάρχουν εννιά λαδερά και νηστίσιμα φαγητά (χαλβάς, ελιές, άζυμη πίττα, λάχανο, πιπεριές, μελιτζάνες, ντομάτες, τουρσί και αλατοπίπερο). Σε πολλά χωριά, ο νοικοκύρης ασήμωνε το τραπέζι βάζοντας ένα ποσό κάτω από τη μεσάλα (τραπεζομάντιλο). Τα χρήματα τα έπαιρνε όποιος ξέστρωνε το τραπέζι, που συνήθως το έκαναν τα παιδιά. Σε άλλες περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης το τραπέζι που έστρωναν την παραμονή δεν το σήκωναν, μόνο το σκέπαζαν και το άφηναν για να φάει ο Χριστός.
Τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων δυο παλικάρια μασκαρεμένοι σε αγριάνθρωπους (άντρας και γυναίκα), οι "Μπαρμπουτσιαρέοι" γύριζαν από σπίτι σε σπίτι τρομοκρατώντας τα παιδιά και τις γυναίκες και μάζευαν δώρα. Το έθιμο, κατάλοιπο των αρχαίων δρώμενων, είχε σκοπό τη βλάστηση της γης και την καρποφορία.
“Ντίου, ντίου, ήρθε η καμήλα, δώσε την κουλίκα”
Τα παλιά χρόνια σε πολλά χωριά της Μάνης, την παραμονή των Χριστουγέννων τα παιδιά γύριζαν το πρωί και τραγουδούσαν τα κάλαντα κρατώντας ένα μακρύ ξύλο σαν σπαθί και μια ξύλινη “καμήλα”. Η καμήλα ήταν σαν ένα μεγάλο ξύλινο στραβό ψαλίδι και είχε στο κάτω μέρος της ένα κουδουνάκι. Τα παιδιά πήγαιναν στα σπίτια, κουνούσαν την καμήλα και τραγουδούσαν: “Ντίου, ντίου, ήρθε η καμήλα, δώσε την κουλίκα”. Εκείνα τα χρόνια τα παιδιά δεν έπαιρναν χρήματα, αλλά καρύδια, φρούτα και κουλίκια (κουλούρια), που τα περνούσαν στο μακρύ ξύλο.Το απόγευμα οι οικογένειες μαζεύονταν στα σπίτια τους, για να θυμιατίσουν και να φάνε όλοι μαζί. Την παραμονή των Χριστουγέννων όλα ήταν νηστίσιμα και έπρεπε να υπάρχουν πάνω στο τραπέζι εννέα διαφορετικά φαγητά. Το ένα ήταν το χριστόψωμο, που είχε πάνω του σχεδιασμένη τη φάτνη ή ένα σταυρό, ένα χέρι, ένα αστέρι, ένα αλέτρι κι ένα ζώο. Το φαγητό που ήταν απαραίτητο ήταν τα ντολμαδάκια, που συμβόλιζαν τα σπάργανα του Χριστού. Η νοικοκυρά έβαζε ένα κερί στη μέση του χριστόψωμου και ο νοικοκύρης θυμιάτιζε το τραπέζι. Μετά ένα παιδί έπαιρνε το κερί και ο νοικοκύρης με το θυμιατό γύριζαν όλα τα δωμάτια του σπιτιού, για να διώξουν τους καλικάντζαρους.
Αφού τέλειωναν το φαγητό, οι νέοι του χωριών μαζεύονταν έξω από την εκκλησία σε ομάδες κατά ηλικία και κατά παρέα και έλεγαν τα κάλαντα. Αφού έλεγαν τα κάλαντα έξω από την εκκλησία, πήγαιναν στο σπίτι του προέδρου και μετά σ’ όλα τα σπίτια του χωριού με τη συνοδείαμουσικών οργάνων.
Το Χριστόψωμο
Από τις προετοιμασίες της παραμονής των Χριστουγέννων, πιο χαρακτηριστική είναι εκείνη που αφορούσε το ζύμωμα του χριστόψωμου. Το ζύμωμα αυτό θεωρείτο θείο έργο και οι νοικοκυρές έφτιαχναν τη ζύμη με ιδιαίτερη ευλάβεια, υπομονή και ειδική μαγιά, που σε κάποιες συνταγές περιείχε και αποξηραμένο βασιλικό.Οι γυναίκες στην Κρήτη, αλλά και στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας, χρησιμοποιούσαν ακριβά και εκλεκτά υλικά: ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα. Όσο διαρκούσε το ζύμωμα, οι νοικοκυρές έλεγαν: "Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει". Έπλαθαν το ζυμάρι και έπαιρναν τη μισή ζύμη, για να φτιάξουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη έφτιαχναν σταυρό με λουρίδες απ’ τη ζύμη. Στο κέντρο έβαζαν ένα άσπαστο καρύδι. Στην υπόλοιπη επιφάνεια σχεδίαζαν σχήματα με το μαχαίρι ή το πιρούνι, όπως λουλούδια, φύλλα, καρπούς και πουλάκια. Τα σχέδια του χριστόψωμου γενικά, πέραν του καθαρά διακοσμητικού τους χαρακτήρα, είχαν και συμβολική σημασία και ήταν ανάλογα με την ιδιότητα του νοικοκύρη: π.χ. βόδια και αλέτρι του γεωργού, πρόβατα, κατσίκια και στάνη του βοσκού.
Κατά τόπους το έφτιαχναν σε διάφορες μορφές και είχε πολλές ονομασίες όπως: "το ψωμί του Χριστού", "Σταυροί", "βλάχες", κ.ά. Απαραίτητος ήταν επάνω στο χριστόψωμο χαραγμένος ο σταυρός. Γύρω, γύρω έφτιαχναν διάφορα διακοσμητικά, σκαλιστά στο ζυμάρι ή πρόσθετα στολίδια. Αυτά τόνιζαν το σκοπό του χριστόψωμου και εξέφραζαν τις αγωνίες των πιστών για ενότητα, αγάπη, αφθονία, αλλά και γονιμότητα και καλή συγκομοιδή.
Σε πολλά μέρη, τα χριστόψωμα τα έφτιαχναν κεντημένα με ωραία σχήματα που γίνονταν πάνω στο ζυμάρι με διάφορα ποτήρια, κούπες ή βελανίδια που συμβόλιζαν την αφθονία που ήθελαν να έχουν στην παραγωγή των ζώων και της σοδειάς. Μερικοί συνήθιζαν στη μέση του χριστόψωμου να βάζουν ένα άβαφο αυγό που συμβόλιζε τη γονιμότητα. Για όλους, όμως, τα χριστόψωμα αποτελούσαν το βασικό ψωμί των Χριστουγέννων και το ευλογημένο, αφού θα στήριζε τη ζωή τους.
Στη Λευκάδα οι γυναίκες έπλαθαν Χριστόψωμα ή Χριστοκούλουρα, που ήταν μια σειρά ψωμιών σε ειδικό σχήμα το καθένα. Πρώτα έπλαθαν τη λειτουργιά, που σφραγιζόταν με τη σπιτική σφραγίδα. Στη συνέχεια έφτιαχναν το σταυρό σε μικρό ταψί, το Χριστόψωμο για τη μέρα των Χριστουγέννων σε μεγάλο ταψί, και τέλος για τα κορίτσια τις “βλάχες” ή “μπαλούμπες”.
Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων συγκεντρωνόταν όλη η οικογένεια για το κόψιμο του σταυρού. Πάνω στο τραπέζι τοποθετούσαν ένα μπουκάλι κρασί κι ένα μπουκάλι λάδι, ενώ το φαγητό ήταν νηστίσιμο. Ο αρχηγός της οικογένειας χάραζε το σταυρό σε 4 κομμάτια και τον έβαζε πάνω στα μπουκάλια. Τα μέλη της οικογένειας έπιαναν όλα το σταυρό και παίρνοντας ο καθένας το κομμάτι του αντάλλασσαν ευχές.
Στην Ιθάκη το Χριστόψωμο ήταν στενόμακρο και έμοιαζε με το Χριστό στα σπάργανα, ενώ σε κάποιες περιοχές της Δράμας πάνω σε ένα στρογγυλό ψωμί έπλαθαν και τοποθετούσαν ένα μικρότερο. Το μεγάλο συμβόλιζε τη σπηλιά που γεννήθηκε ο Χριστός και το μικρό τον ίδιο το Χριστό.
Πολύ χαρακτηριστικό για τους συμβολισμούς του, με ολόκληρη στάνη επάνω, ήταν το χριστόψωμο των Σαρακατσάνων, οι οποίοι έφτιαχναν και ένα άλλο ακόμα ψωμί (“τρανή Χριστοκουλούρα”) για τα πρόβατά τους.
Στο παρελθόν ακόμη και τα ζώα είχαν μερίδα στο χριστόψωμο. Ψωμιά για τα ζώα συνηθίζονταν στο Διδυμότειχο, τα οποία είχαν σχήμα ζυγού, αλλά και στην Καστοριά, όπου έφτιαχναν κουλούρες με παραστάσεις ζώων και γεωργικών εργαλείων και τις έδιναν μαζί με αλάτι στα ζώα. Αλλά ακόμη και σε περιοχές που δεν έφτιαχναν ειδικό ψωμί, οι χωρικοί έπαιρναν από το δικό τους και το έδιναν στα ζώα να το φάνε, για να ευλογηθούν κι αυτά.
σιγαρίθρες και βασιλόψωμα στη Ρούμελη
Τα ξημερώματα των Χριστουγέννων σε ορισμένες περιοχές, όπως σε αυτές τις Λοκρίδας, το "τσίκνιζαν". Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας τα ξημερώματα των Χριστουγέννων άναβαν τις φωτιές και πριν ακόμα βγει ο ήλιος είχαν ήδη στήσει το χριστουγεννιάτικο τραπέζι με χοιρινά και μεζέδες.Τσιγαρίθρες, λουκάνικα, μπουμπάρια, χριστόψωμα, βασιλόψωμα, βασιλοκουλούρες, μπακλαβάδες και πολλά κάλαντα ήταν γεμάτα τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά στη Ρούμελη. Είτε με καρύδια που ήταν επικρατέστερο είτε με αμύγδαλα, κάθε σπίτι στη Ρούμελη είχε το μπακλαβά του. Υπήρχε μάλιστα ανταγωνισμός στις νοικοκυρές για το ύψος που θα είχε το γλυκό τους, το μέγεθος του ταψιού που θα χρησιμοποιούσαν, ενώ τις προηγούμενες ημέρες το ξενύχτι ήταν δεδομένο για να ανοίξουν τα χειροποίητα "φύλλα".
Στο βασιλόψωμο και τις βασιλοκουλούρες, που τρώγονταν ανήμερα του Αγίου Βασιλείου, σε ορισμένες περιοχές εκτός από αλεύρι οι νοικοκυρές έβαζαν μέσα αλεσμένο ρεβίθι ή καλαμπόκι. Έβαζαν, επίσης, μέσα βασιλικό και μυρωδικά και πάνω του δημιουργούσαν διάφορα σχήματα και παραστάσεις, οι οποίες είχαν σχέση με την καθημερινότητα, όπως από την παραγωγή και τα χωράφια, την υγεία, τα ακίνητα και την οικογένεια. Μετά το ψήσιμό του ήταν έτοιμο να κοπεί την ώρα του φαγητού το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς.
Χοιρινές τηγανιές, πηχτή και προβέντα
Σε πείσμα των καιρών στη Σάμο, κυρίως στα χωριά και τουλάχιστον από τους γηραιότερους, πολλά έθιμα τηρούνται κατά γράμμα. Πολλές είναι ακόμη οι νοικοκυρές που φτιάχνουν τις παραμονές των Χριστουγέννων σπιτικούς κουραμπιέδες, μελομακάρονα, μπακλαβά με σουσάμι και καρύδι και "κατάδες". Οι γιαγιάδες, άλλωστε, τονίζουν ότι τα γλυκά θα γλυκάνουν το νεογέννητο Χριστό.Το πρωί των Χριστουγέννων μετά την εκκλησία συνηθίζεται να γίνονται οι χοιρινές τηγανιές συνοδευμένες με κρασάκι, καθώς και "πηχτή" η οποία έχει γίνει από την παραμονή. Η πηχτή είναι βρασμένο χοιρινό κρέας με μπόλικο λεμόνι, το οποίο αφήνουν να πήξει όλη τη νύχτα.
Οι γυναίκες κάνουν πυρετώδεις προετοιμασίες για το τραπέζι της Παραμονής, αλλά και της "προβέντας" που πρέπει να πάει στις πεθερές και στις κουμπάρες για την καλή χρονιά. Η προβέντα είναι ένα πιάτο με γλυκά που κρίνει πολλές φορές την νοικοκυροσύνη της Σαμιώτισσας, καθώς συνοδεύεται συνήθως και από τη βασιλόπιτα που έχουν φτιάξει.
Πηγές:
Άλκη Κυριακίδου Νέστορος. Λαογραφικά Μελετήματα. Εκδόσεις Ολκός, Αθήνα 1975
Γ.Α. Μέγας. Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας. Αθήνα 1957
Δ.Σ. Λουκάτος. Χριστουγεννιάτικα και των Γιορτών. Εκδόσεις Φιλιππότης. Αθήνα 1979
Νικόλαος Γ. Πολίτης. Παραδόσεις. Εκδόσεις Γράμματα. Αθήνα 1994
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου