Οι μεταμφιέσεις
αποτελούν εθιμικές εκδηλώσεις με πανάρχαια καταγωγή και χαρακτήρα ευετηριακό,
που έχουν σκοπό να εξασφαλίσουν την υγεία, τη βλάστηση και την καρποφορία της
γης, όπως οι αρχαίες διονυσιακές γιορτές. Άλλες τελούνται το Δωδεκαήμερο («Αράπηδες»
στη Νικήσιανη Καβάλας, «Μπαμπούγεροι» στην Καλή Βρύση Δράμας), άλλες τις
Απόκριες («Καρναβάλια» Σοχού, «Μπούλες» Νάουσας, «Γέρος» και «Κορέλα» Σκύρου),
άλλες την Πρωτομαγιά. Στα σημερινά έθιμα των μεταμφιέσεων επιβιώνουν λατρευτικά
στοιχεία των αρχαίων, ρωμαϊκών και βυζαντινών χρόνων....
Στη διάρκεια του
Δωδεκαημέρου από την παραμονή των Χριστουγέννων έως τα Θεοφάνεια –περίοδος που
συμπίπτει με τις χειμερινές τροπές του ήλιου – παρατηρείται, σύμφωνα με τις
δοξασίες πολλών λαών, μια κυριαρχία των κακών πνευμάτων στη γη. Οι
μεταμφιεσμένοι του Δωδεκαημέρου, αλλά και των Απόκρεων, μιμούνται με την
αμφίεσή τους τις κακές δυνάμεις του χειμώνα και του σκοταδιού, με σκοπό να τις
διώξουν μακριά από τις κατοικίες και τις καλλιέργειες των ανθρώπων και να
εξασφαλίσουν την αναγέννηση της φύσης με τον ερχομό της άνοιξης.
Βασικά εξαρτήματα των
μεταμφιέσεων αυτών είναι τα παλιά ρούχα, τα δέρματα ζώων, τα προσωπεία,
ζωόμορφα ή άλλα, και τα ποιμενικά κουδούνια.
Στον ημιώροφο του
κεντρικού κτηρίου του Μουσείου παρουσιάζονται ορισμένες από τις πλέον
χαρακτηριστικές μεταμφιέσεις του ελληνικού χώρου.
Σήμερα είν’ τα Φώτα κι ο φωτισμός...
Το σύνολο θρησκευτικών και δεισιδαιμόνων δοξασιών και αντιλήψεων που εκφράζουν τον σεβασμό και τον φόβο του πρωτόγονου ανθρώπου για δυνάμεις που δεν μπορεί να ελέγξει με τις αισθήσεις του συγκροτούν το σύστημα της λαϊκής πίστης, η οποία εκδηλώνεται με τη λαϊκή λατρεία. Στο σύστημα αυτό ανήκουν αρχέγονες δοξασίες και πράξεις αντίστοιχα αλλά και θρησκευτικές συνήθειες τις οποίες έχουν καθιερώσει οργανωμένες θρησκείες, όπως ο χριστιανισμός, σε ένα αρμονικό σύνολο μαγικοθρησκευτικών αντιλήψεων και ενεργειών. Η συνύπαρξη αυτή ήταν απαραίτητη, εφ’ όσον ο λαός δεν ήταν δυνατόν να ερμηνεύσει με τον ίδιο κάθε φορά τρόπο φαινόμενα και περιστατικά της ζωής του σε σχέση με την φύση που τον περιέβαλλε.
Η αδυναμία του ανθρώπου να αντιμετωπίσει, χωρίς τη συνδρομή των υπερφυσικών δυνάμεων, θεών ή δαιμόνων, τις αντιξοότητες και να εξηγήσει τα φυσικά φαινόμενα τον οδήγησαν στην αναζήτηση τρόπων επικοινωνίας με τις δυνάμεις αυτές, τις οποίες θέλει να έχει βοηθούς στο έργο του και ασπίδα για κάθε επιβουλή εκ μέρους του κακού. Έτσι καταφεύγει στη λατρεία, ένα σύνολο ενεργειών που στόχο έχουν να τιμήσουν, να εξευμενίσουν και να ευχαριστήσουν τις αγαθοποιούς δυνάμεις. Η σχέση του do ut des στη λαϊκή λατρεία είναι εμφανής. Προσφέρει θυσία ή προσευχή στον Θεό ή τους αγίους -αυτό ίσχυε και για τους αρχαίους Έλληνες- με σκοπό να εξασφαλίσει τη βοήθειά τους ή να τους ευχαριστήσει για κάποιο καλό. Έτσι δεν είναι ανεξήγητη η προσφορά, στον άγιο Γεώργιο για παράδειγμα, ομελέτας για τη βοήθεια που προσέφερε σε κάποιον.
Διαμορφώνεται, λοιπόν, ένα σύνολο εθιμικών εκδηλώσεων και πράξεων στον κύκλο του χρόνου, με παγανιστικό (ειδωλολατρικό) και χριστιανικό περιεχόμενο που διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή και από πληθυσμιακή ομάδα σε άλλη, αλλά και από εποχή σε εποχή. Πρόκειται για τα πολύ ενδιαφέροντα έθιμα του λατρευτικού κύκλου, μέσα στα οποία ξεχωριστή θέση κατέχουν οι μεγάλες γιορτές της χριστιανοσύνης τα Χριστούγεννα, το Δωδεκαήμερο από τα Χριστούγεννα ως τα Θεοφάνεια και το Πάσχα καθώς και οι πανάρχαιες αναπαραστάσεις της ζωής και του θανάτου μέσα από τα μαγικοθρησκευτικά δρώμενα του εθιμικού κύκλου.
Με τον όρο δρώμενα (<δρω = πράττω, δράση, δράμα) έχει καθιερωθεί στη Λαογραφία να χαρακτηρίζονται οι θεαματικές τελετές με θρησκευτικό και μαγικό περιεχόμενο, που συνδέονται με συγκεκριμένη εποχή του κύκλου του χρόνου και του θρησκευτικού κύκλου. Υπάρχουν δρώμενα στην καρδιά του χειμώνα (Δωδεκαήμερο), δρώμενα της άνοιξης (Αποκριάς, Πασχαλινά, Μαγιάτικα), δρώμενα του φθινοπώρου (Λειδινός κ.ά.). Αποτελούν εκδηλώσεις των αγροτικών και ποιμενικών πληθυσμών και αποβλέπουν κατά κύριο λόγο στον εξευμενισμό των απροσδιορίστων φυσικών και υπερφυσικών δυνάμεων που επηρεάζουν τη βλάστηση και την καρποφορία της γης. Για τον λόγο αυτό διατρέχουν όλες τις ανάλογες κοινωνίες και δεν επηρεάζονται από τις θρησκευτικές αντιλήψεις των συστηματικών θρησκειών. Η αρχή τους χάνεται στο χρόνο και οι πανανθρώπινοι συμβολισμοί τους έχουν ενσωματωθεί στις θρησκευτικές τελετές πολλών λαών. Βεβαίως οι τελετές αυτές, με γονιμικό και ευετηρικό (ευ+έτος = καλός χρόνος, καλοχρονιά) χαρακτήρα, με την πάροδο του χρόνου και την προαγωγή της ορθολογικής σκέψης και στη λαϊκή κοσμοθεωρία, έχουν χάσει το συμβολισμό τους και αποτελούν πλέον αφορμές για διασκέδαση και ευωχία.
Μπορεί, βεβαίως, κάποιες γιορτές να έχουν χάσει την συμβολική και τελετουργική τους σημασία και να διατηρούν ως ανάμνηση τους λόγους καθιέρωσής τους, ωστόσο τα Θεοφάνεια, ή Φώτα, όπως χαρακτηριστικά τα ονομάζει ο λαός, αποτελεί ακόμη και σήμερα τη μεγάλη γιορτή του χριστιανισμού, θεότρομη γιορτή. Ο λαός λέγοντας «Φώτα και Λαμπρή», εννοεί ότι αυτές οι δύο γιορτές είναι οι μεγαλύτερες του χρόνου. Στην πραγματικότητα πρόκειται για υπολανθάνουσα λατρεία των νερών, αφού τη νύχτα της 5ης Ιανουαρίου πιστεύουν ότι ανοίγουν οι ουρανοί, η θάλασσα γλυκαίνει, οι άνεμοι ημερεύουν, ακόμη και τα ζώα μιλούν. Η Εκκλησία οδηγώντας σ’ αυτό το θαύμα υπογραμμίζει: «Σήμερον των υδάτων αγιάζεται η φύσις».
Η «φύσις των υδάτων» αγιάζεται, δηλαδή αποκτά ξανά, με τη δύναμη του σταυρού, τον ιερό της χαρακτήρα, που κατά τη διάρκεια του χρόνου που πέρασε, απώλεσε, εν όλω ή εν μέρει. Τα Φώτα φεύγουν και τα πονηρά πνεύματα με τον αγιασμό, που πραγματοποιεί ο ιερέας και με αυτόν ραντίζει όλους τους χώρους. Ομολογούν την ήττα τους και λένε:
Φεύγετε να φεύγουμε, έρχετ’ ο τουρλόπαπας
με την αγιαστούρα του και με τη βρεχτούρα του.
Την έννοια του καθαρμού και της απαλλαγής από την επήρεια των δαιμονίων του Δωδεκαημέρου έχουν κι άλλες συνήθειες κατά τη διάρκειά του, όπως το συνεχές άναμμα της φωτιάς στο τζάκι, η δημιουργία σταυρού στο ανώφλι του σπιτιού με τα κεριά των Φώτων. Ακόμη παίρνουν «καινούργιο» νερό, αγιασμένο από την κατάδυση σ’ αυτό του σταυρού και με αυτό ραντίζουν το σπίτι και τα κτήματα. «Αγιασμό» κρατούν και στο εικονοστάσι του σπιτιού για τις δύσκολες ώρες. Στη Θράκη την ημέρα των Φώτων βρέχουν στη βρύση τον ιερέα ή ένα νέο ανδρόγυνο για το καλό της χρονιάς. Είναι προφανής ο γονιμικός και ευετηρικός χαρακτήρας της εθιμικής πράξης.
Από τη βρύση ως τον ποταμό, τη λίμνη και τη θάλασσα τα νερά έχουν θεοποιηθεί και τα λατρεύει ο άνθρωπος. Κανένα άλλο φυσικό στοιχείο δεν έχει θεοποιηθεί όπως το νερό μέσα στο οποίο ζουν χιλιάδες οργανισμοί και με τη βοήθεια του οποίου ζουν οι υπόλοιποι οργανισμοί. Το ύδωρ της Στυγός (ο ιερότερος όρκος) και το αθάνατο (νερό της μυθολογίας).
Το νερό είναι ζωντανό και αισθάνεται (κοιμάται, ξυπνά, το καλημερίζουμε, είναι αμίλητο), έχει δύναμη εξαγνισμού και καθαρμού. Από εκεί και η ιδιαίτερη σημασία της βρύσης ή του πηγαδιού προς τα οποία εκδηλώνεται ο απαραίτητος σεβασμός με την επίσκεψη της νύφης, την προμήθεια νέου αμίλητου νερού κατά την πρώτη του έτους κ.λπ.
Τη στάχτη από το τζάκι που καίει κατά τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου τη συγκεντρώνουν και με αυτή «ραντίζουν» περιμετρικά το σπίτι, δημιουργώντας ένα προστατευτικό κύκλο γύρω από αυτό για να φύγουν τα καλικαντζάρια και τα μυρμήγκια.
Ο μεγάλος αγιασμός, ο οποίος γίνεται παντού, αποτελεί τελετή καθαγιασμού και εξαγνισμού των υδάτων. Μέσα στα παγωμένα συνήθως νερά ρίχνεται ο σταυρός και νέοι βουτούν για να τον πιάσουν, γεγονός που θεωρούν ιδιαίτερα σημαντικό για την υγεία και την καλή χρονιά.
Την ίδια ημέρα σε πολλά μέρη της Ελλάδος γινόταν πλύσιμο των φορητών εικόνων σε λίμνες, ποτάμια ή στη θάλασσα, για να καθαριστούν. Η συνήθεια αυτή παραπέμπει ενδεχομένως στα Πλυντήρια του αγάλματος της Αθηνάς από τους αρχαίους Αθηναίους στο Φάληρο. Παράλληλα γίνονταν πλειστηριασμοί, για την ενίσχυση κυρίως του εκκλησιαστικού ταμείου, με αντικείμενο την μεταφορά και φιλοξενία των εικόνων στα σπίτια για ένα χρονικό διάστημα.
Με τα Θεοφάνεια και τις ημέρες που θα ακολουθήσουν, δηλαδή της γιορτής του Αγίου Ιωάννου και της Αγίας Δομνίκης συνδέονται τα φυσιοκρατικά δρώμενα του Δωδεκαημέρου, που συνηθίζονται ακόμη και σήμερα στη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και τη Θράκη (παλιότερα και στον Πόντο). Είναι γνωστά ως Ρογκάτσια, Ρογκατσάρια, Αράπηδες, Μπαμπούγεροι κ.λπ.. Πρόκειται για ομάδες ανδρών μεταμφιεσμένων με δέρματα ζώων, με μάσκες και κουδούνια, που γυρνούν στους δρόμους και τα σπίτια και παριστάνουν νύφη, γαμπρό, πεθερά, γιατρό, αράπη κ.ά., σκορπίζοντας το φόβο στα παιδιά και αναπαριστώντας διαδικασία γάμου, θανάτου και ανάστασης κ.ά.. Και οι μεταμφιέσεις αυτές, όπως και άλλες της Αποκριάς συνδέονται με αρχέγονα λατρευτικά δρώμενα με καταγωγή στην αρχαιότητα. Η συνέχισή τους και στο Βυζάντιο φαίνεται ότι είχε προκαλέσει την αντίδραση Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι συμβουλεύουν:
«Μηδένα άνδρα γυναικείαν στολήν ενδιδύσκεται, ή γυναίκα την ανδράσιν αρμόδιον. Αλλά μήτε προσωπεία κωμικά ή σατυρικά ή τραγικά υποδύεσαθαι».
Ο Βαλσαμών όμως αναφέρει ότι μέχρι και τον 12ον αιώνα γίνονται μεταμφιέσεις ακόμη και από μοναχούς και κληρικούς εντός των ναών.
Του αγίου Ιωάννου και της αγίας Δομνίκης (Δομνής), γιόρταζαν οι κάτοικοι της Ανατολικής Θράκης (στον ελληνικό χώρο οι πρόσφυγες από εκεί: Μονοκκλησιά Σερρών, Κίτρος Πιερίας, Ξυλαγανή Ροδόπης κ.α.) ως ημέρα της μαμμής, της μπάμπως. Οι γυναίκες που «τεκνώνουν», που βρίσκονται ακόμη σε περίοδο γονιμότητας και μπορούν να αποκτήσουν παιδιά, προσφέρουν δώρα και τιμές στην πρακτική μαμμή. Είναι γνωστή ως ημέρα της γυναικοκρατίας, γυναικεία αγροτική γιορτή για τη γονιμότητα και την υγεία.
Με το τριήμερο των Φώτων-Aη Γιαννιού-Αγίας Δομνίκης μπαίνουμε σ’ έναν άλλο κύκλο του χρόνου, εκείνον της Αποκριάς και της άνοιξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου