Ἀπό τήνΧρῦσα Λίνδου
Ἀγαπητοί μου φίλοι, κάποια ἀπό αὐτά πού θά ἀναρτήσω σέ ἐπερχόμενα μαθήματα ἐνδεχομένως νά σᾶς εἶναι γνωστά. Ἀλλά γιά νά εἶναι ἀποτελεσματική ἡ προσπάθειά μας, θά ξεκινήσουμε ἀπό τά θεμέλια. Σήμερα θά ἀναφερθῶ στόν χαρακτηρισμό τῶν φωνηέντων καί τῶν ἀφώνων (συμφώνων). Τά φωνήεντα χωρίζονται σέ βραχέα (ε,ο), σέ μακρά (η, ω) καί σέ δίχρονα (α, ι, υ). Τά ἂφωνα (δέν βγάζουν φωνή, τά λέμε καί σύμφωνα) θά τά βάλουμε σέ ἓναν πίνακα:
Οὐρανικά : κ γ χ
Χειλικά : π β φ
Ὁδοντικά : τ δ θ
Αὐτά σέ ἀνάγνωσι ὁριζόντια, ἐναλάσσονται μεταξύ τους στήν γλῶσσα μας ὡς μουσικές νότες. Αὐτό μᾶς ἐπιτρέπει νά ἐτυμολογοῦμε καί νά ἀναγνωρίζουμε τίς λέξεις κάνοντας τίς ἀντίστοιχες ἀντικαταστάσεις. Ἒτσι τό ρῆμα δέκομαι (ἀπό τό ὁποῖον προέρχεται τό δέκα 10, ἐπειδή δεχόμαστε στά δύο χέρια, στά ΔΕΚΑ δάκτυλα) γίνεται δέχομαι (κ->χ), Τό πίπτω γίνεται πίφτω -> πέφτω (π->φ), τό θλίβω (σήμερα λέμε συνθλίβω) γίνεται τρίβω (θ->τ) καί (λ->ρ) καί ἂλλα ἂπειρα πού θά δοῦμε στήν πορεία.
Τό λ ἐναλλάσσεται μέ τό ρ καί καλοῦνται ὑγρά (ἀδελφός -> ἀδερφός), τό μ μέ τό ν καί καλοῦντα ἒνρινα (ἐν + μέτρον = ἒνμετρον -> ἒμμετρον), τά ξ, ψ, ζ εἶναι τά διπλά, καί τό σ,ς συριστικόν (διότι μᾶς συρίζει (διά τροπῆς τοῦ σ -> ξ, ξυρίζει τά ὦτα!).
Νά θυμόμαστε ὃτι τό ρ κυλλάει στίς ἀρχαῖες λέξεις μας πάει ὃπου θέλει. π.χ. θάρσος καί θράσος εἶναι ἡ ἲδια λέξις.
Γιά νά μαθαίνουμε παράλληλα καί τήν ἱστορία τῆς γλώσσης μας (πού εἶναι γνῶσσα ἐπειδή γιγνώσκει, γνωρίζει (ἐδῶ ἐναλλάσεται τό λ μέ τό ν)) τά γράμματα στήν ἀρχή ἦσαν 28. Ἐπί Εὐκλείδου ἀφηρέθησαν τό δίγαμμα F, τό κόππα Q καί τό σαμπί (πλαγιαστό π). Τό γιότ J εἶχε ἀφηρεθῆ ἀπό ἂλλον φωστῆρα ἐνωρίτερον. Τό F προεφέρετο ὡς ἐλαφρό Β, Fοἶνος καί τόν εἶπαν οἱ ξένοι wine. Τό Q τό ἒβαζαν ἀντί τοῦ Κ πρίν ἀπό α ἢ ο , Qόρινθος, καί τό σαμπί ἦτο μᾶλλον παχύ σίγμα.
Ἡ δασεῖα καί ἡ ψιλή εἶναι τά δύο πνεύματα τῆς γλώσσης μας καί μπαίνουν ἐπάνω ἀπό τά φωνήεντα, μέ τά ὁποῖα ξεκινοῦν οἱ λέξεις. Ὃσο γιά τά σύμφωνα, δασεῖα ἒπαιρνε μόνον τό ρ -> ῥ.
Ὃσες λέξεις ἀρχίζουν μέ Ὓψιλον δασύνονται.
Στό τέλος τῆς σελίδος παρατίθεται πίναξ ὃλων τῶν δασυνομένων λέξεων.
Ἑνας τρόπος νά καταλάβετε ἂν μία λέξις παίρνη δασεῖα, εἶναι νά ἐλέγξετε ἂν ἡ ἀντίστοιχη λέξις στά ἀγγλικά ἢ ὃποια ἂλλη λατινογενῆ γλῶσσα (δηλαδή ἑλληνογενῆ, ἀφοῦ τό λατινικόν ἀλφάβητον εἶναι τό χαλκιδικό) ἀρχίζει μέ H.
Π.χ. ἁρμονία -> harmony, Ἑλένη -> Helen, Ἑλλάς -> Hellas, ἱστορία -> History κλπ. Ἐπίσης ἡ λέξις ΄Ἃγιος΄ πού δασύνεται, ἒγινε ἀπό τούς ἀνατολίτες ΧΑΤΖΗΣ, τρέποντας τήν δασεῖα σέ «χ» καί τό «γ» σέ βαρβαρικόν «ΤΖ».
Ἀλλά καί στήν γλῶσσα μας ἡ δασεῖα πολλές φορές τρέπεται σέ «σ».
Ἀπό τό ὂνομα Ἑλένη πού θά πῆ «φωτεινή, λαμπάδα» προέρχεται τό ὂνομα Σελήνη, μέ τήν ἲδια ἒννοια.
Ἡ ρίζα -Ἑλ- ὑποδηλώνει πάντοτε φῶς. Ἒτσι Ἑλ-λάς σημαίνει φωτεινή (ἑλ) πέτρα (λᾶς -> λατ-ομεῖο). Ἐπίσης τό σέλ-ας (ἀπό τήν ρίζα –ἑλ-) σημαίνει φῶς (Βόρειον σέλας). Προσέξτε στό Σέλας ὃτι τό Σ ἦταν ἡ δασεῖα.
Γι αὐτό ἡ λέξις Ἣλιος δασύνεται, ἐπειδή εἶναι ἀπό τό ἲδιο θέμα «Ἑλ» πού γίνεται «Ἡλ» καί οἱ ξένοι λένε solar, soleil κλπ., τρέποντας τήν δασεῑα τοῦ Ἡλίου σέ S.
Στίς σύνθετες λέξεις τώρα, ὃταν ἡ δεύτερη λέξις εἶναι δασυνομένη, τό τελευταῖο σύμφωνο τοῦ θέματος τῆς πρώτης (πού συνήθως εἶναι πρόθεσις, θά τίς κάνουμε ἀργότερα) ὃταν εἶναι ψιλό κολλάει δασύτητα. Πέφτοντας ἐπάνω στήν δασεῖα, ὡς μουσική νότα, τρέπεται ἀπό ψιλό σέ δασύ. Κυττᾶξτε τόν χθεσινό μας πίνακα μέ τά σύμφωνα. Τό «κ» θά τραπῆ σέ «χ», τό «π» σέ «φ», καί τό «τ» σέ «θ».
Κ -> χ
Π -> φ
Τ -> θ
Παραδείγματα:
Καχεξία: Ἡ κακή Ἓξις ( σημαίνει κατάστασις) τοῦ σώματος. Ἀντί λοιπόν γιά κακεξία, λόγῳ τῆς δασείας γίνεται καχεξία! (Οἱ λατῖνοι ἂκουγαν τούς Ἓλληνες ἰατρούς νά λένε :τό σῶμα αὐτό εἶναι καλῆς ἓξεως, κακῆς ἓξεως, τί ἓξεως εἶναι τό σῶμα;;; καί ἀπεκάλεσαν τό φῦλον (ἂρρεν καί θῆλυ) SEX, ἀπό τήν δασυνομένη Ἓξι, τρέποντας τήν δασεῖα σέ S).
Ὑφήλιος : ὑπό τόν δασυνόμενο Ἣλιο, δηλαδή Ὑπό + Ἣλιος. Τό π τῆς προθέσεως τρέπεται σέ φ. Γι αὐτό δέν λέμε Ὑπ-ήλιος, ἀλλά ὑφ-ήλιος.
Ἒφηβος : ἐπί +Ἣβη (θεά τῆς νεότητος). Τό π τῆς προθέσεως ἐπ-ί, τρέπεται σέ φ. Ἒτσι λέμε ἒφηβος καί ὂχι ἒπηβος.
Πρωθιέρεια : πρώτη ἱέρεια. Τό ΄τ΄ τῆς πρώτ-ης πέφτει στό δασυνόμενο ΄Ἱ΄ τῆς δευτέρας λέξεως καί τρέπεται σέ θ. Γι αὐτό πρωθιέρεια καί ὂχι πρωτιέρεια.
Αὒριο οἱ τόνοι, γιατί δέν θέλω νά σᾶς φορτώσω. Μελετῆστε αὐτά τά λίγα, καί αὒριο προχωροῦμε στόν τονισμό.
Χρῦσα Λίνδου
ΠΗΓΗ
ΠΗΓΗ
Ἀγαπητοί μου φίλοι, κάποια ἀπό αὐτά πού θά ἀναρτήσω σέ ἐπερχόμενα μαθήματα ἐνδεχομένως νά σᾶς εἶναι γνωστά. Ἀλλά γιά νά εἶναι ἀποτελεσματική ἡ προσπάθειά μας, θά ξεκινήσουμε ἀπό τά θεμέλια. Σήμερα θά ἀναφερθῶ στόν χαρακτηρισμό τῶν φωνηέντων καί τῶν ἀφώνων (συμφώνων). Τά φωνήεντα χωρίζονται σέ βραχέα (ε,ο), σέ μακρά (η, ω) καί σέ δίχρονα (α, ι, υ). Τά ἂφωνα (δέν βγάζουν φωνή, τά λέμε καί σύμφωνα) θά τά βάλουμε σέ ἓναν πίνακα:
Οὐρανικά : κ γ χ
Χειλικά : π β φ
Ὁδοντικά : τ δ θ
Αὐτά σέ ἀνάγνωσι ὁριζόντια, ἐναλάσσονται μεταξύ τους στήν γλῶσσα μας ὡς μουσικές νότες. Αὐτό μᾶς ἐπιτρέπει νά ἐτυμολογοῦμε καί νά ἀναγνωρίζουμε τίς λέξεις κάνοντας τίς ἀντίστοιχες ἀντικαταστάσεις. Ἒτσι τό ρῆμα δέκομαι (ἀπό τό ὁποῖον προέρχεται τό δέκα 10, ἐπειδή δεχόμαστε στά δύο χέρια, στά ΔΕΚΑ δάκτυλα) γίνεται δέχομαι (κ->χ), Τό πίπτω γίνεται πίφτω -> πέφτω (π->φ), τό θλίβω (σήμερα λέμε συνθλίβω) γίνεται τρίβω (θ->τ) καί (λ->ρ) καί ἂλλα ἂπειρα πού θά δοῦμε στήν πορεία.
Τό λ ἐναλλάσσεται μέ τό ρ καί καλοῦνται ὑγρά (ἀδελφός -> ἀδερφός), τό μ μέ τό ν καί καλοῦντα ἒνρινα (ἐν + μέτρον = ἒνμετρον -> ἒμμετρον), τά ξ, ψ, ζ εἶναι τά διπλά, καί τό σ,ς συριστικόν (διότι μᾶς συρίζει (διά τροπῆς τοῦ σ -> ξ, ξυρίζει τά ὦτα!).
Νά θυμόμαστε ὃτι τό ρ κυλλάει στίς ἀρχαῖες λέξεις μας πάει ὃπου θέλει. π.χ. θάρσος καί θράσος εἶναι ἡ ἲδια λέξις.
Γιά νά μαθαίνουμε παράλληλα καί τήν ἱστορία τῆς γλώσσης μας (πού εἶναι γνῶσσα ἐπειδή γιγνώσκει, γνωρίζει (ἐδῶ ἐναλλάσεται τό λ μέ τό ν)) τά γράμματα στήν ἀρχή ἦσαν 28. Ἐπί Εὐκλείδου ἀφηρέθησαν τό δίγαμμα F, τό κόππα Q καί τό σαμπί (πλαγιαστό π). Τό γιότ J εἶχε ἀφηρεθῆ ἀπό ἂλλον φωστῆρα ἐνωρίτερον. Τό F προεφέρετο ὡς ἐλαφρό Β, Fοἶνος καί τόν εἶπαν οἱ ξένοι wine. Τό Q τό ἒβαζαν ἀντί τοῦ Κ πρίν ἀπό α ἢ ο , Qόρινθος, καί τό σαμπί ἦτο μᾶλλον παχύ σίγμα.
Ἡ δασεῖα καί ἡ ψιλή εἶναι τά δύο πνεύματα τῆς γλώσσης μας καί μπαίνουν ἐπάνω ἀπό τά φωνήεντα, μέ τά ὁποῖα ξεκινοῦν οἱ λέξεις. Ὃσο γιά τά σύμφωνα, δασεῖα ἒπαιρνε μόνον τό ρ -> ῥ.
Ὃσες λέξεις ἀρχίζουν μέ Ὓψιλον δασύνονται.
Στό τέλος τῆς σελίδος παρατίθεται πίναξ ὃλων τῶν δασυνομένων λέξεων.
Ἑνας τρόπος νά καταλάβετε ἂν μία λέξις παίρνη δασεῖα, εἶναι νά ἐλέγξετε ἂν ἡ ἀντίστοιχη λέξις στά ἀγγλικά ἢ ὃποια ἂλλη λατινογενῆ γλῶσσα (δηλαδή ἑλληνογενῆ, ἀφοῦ τό λατινικόν ἀλφάβητον εἶναι τό χαλκιδικό) ἀρχίζει μέ H.
Π.χ. ἁρμονία -> harmony, Ἑλένη -> Helen, Ἑλλάς -> Hellas, ἱστορία -> History κλπ. Ἐπίσης ἡ λέξις ΄Ἃγιος΄ πού δασύνεται, ἒγινε ἀπό τούς ἀνατολίτες ΧΑΤΖΗΣ, τρέποντας τήν δασεῖα σέ «χ» καί τό «γ» σέ βαρβαρικόν «ΤΖ».
Ἀλλά καί στήν γλῶσσα μας ἡ δασεῖα πολλές φορές τρέπεται σέ «σ».
Ἀπό τό ὂνομα Ἑλένη πού θά πῆ «φωτεινή, λαμπάδα» προέρχεται τό ὂνομα Σελήνη, μέ τήν ἲδια ἒννοια.
Ἡ ρίζα -Ἑλ- ὑποδηλώνει πάντοτε φῶς. Ἒτσι Ἑλ-λάς σημαίνει φωτεινή (ἑλ) πέτρα (λᾶς -> λατ-ομεῖο). Ἐπίσης τό σέλ-ας (ἀπό τήν ρίζα –ἑλ-) σημαίνει φῶς (Βόρειον σέλας). Προσέξτε στό Σέλας ὃτι τό Σ ἦταν ἡ δασεῖα.
Γι αὐτό ἡ λέξις Ἣλιος δασύνεται, ἐπειδή εἶναι ἀπό τό ἲδιο θέμα «Ἑλ» πού γίνεται «Ἡλ» καί οἱ ξένοι λένε solar, soleil κλπ., τρέποντας τήν δασεῑα τοῦ Ἡλίου σέ S.
Στίς σύνθετες λέξεις τώρα, ὃταν ἡ δεύτερη λέξις εἶναι δασυνομένη, τό τελευταῖο σύμφωνο τοῦ θέματος τῆς πρώτης (πού συνήθως εἶναι πρόθεσις, θά τίς κάνουμε ἀργότερα) ὃταν εἶναι ψιλό κολλάει δασύτητα. Πέφτοντας ἐπάνω στήν δασεῖα, ὡς μουσική νότα, τρέπεται ἀπό ψιλό σέ δασύ. Κυττᾶξτε τόν χθεσινό μας πίνακα μέ τά σύμφωνα. Τό «κ» θά τραπῆ σέ «χ», τό «π» σέ «φ», καί τό «τ» σέ «θ».
Κ -> χ
Π -> φ
Τ -> θ
Παραδείγματα:
Καχεξία: Ἡ κακή Ἓξις ( σημαίνει κατάστασις) τοῦ σώματος. Ἀντί λοιπόν γιά κακεξία, λόγῳ τῆς δασείας γίνεται καχεξία! (Οἱ λατῖνοι ἂκουγαν τούς Ἓλληνες ἰατρούς νά λένε :τό σῶμα αὐτό εἶναι καλῆς ἓξεως, κακῆς ἓξεως, τί ἓξεως εἶναι τό σῶμα;;; καί ἀπεκάλεσαν τό φῦλον (ἂρρεν καί θῆλυ) SEX, ἀπό τήν δασυνομένη Ἓξι, τρέποντας τήν δασεῖα σέ S).
Ὑφήλιος : ὑπό τόν δασυνόμενο Ἣλιο, δηλαδή Ὑπό + Ἣλιος. Τό π τῆς προθέσεως τρέπεται σέ φ. Γι αὐτό δέν λέμε Ὑπ-ήλιος, ἀλλά ὑφ-ήλιος.
Ἒφηβος : ἐπί +Ἣβη (θεά τῆς νεότητος). Τό π τῆς προθέσεως ἐπ-ί, τρέπεται σέ φ. Ἒτσι λέμε ἒφηβος καί ὂχι ἒπηβος.
Πρωθιέρεια : πρώτη ἱέρεια. Τό ΄τ΄ τῆς πρώτ-ης πέφτει στό δασυνόμενο ΄Ἱ΄ τῆς δευτέρας λέξεως καί τρέπεται σέ θ. Γι αὐτό πρωθιέρεια καί ὂχι πρωτιέρεια.
Αὒριο οἱ τόνοι, γιατί δέν θέλω νά σᾶς φορτώσω. Μελετῆστε αὐτά τά λίγα, καί αὒριο προχωροῦμε στόν τονισμό.
Χρῦσα Λίνδου
ΠΗΓΗ
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου