ΕΛΛΗΝΕΣ ΜΕ “ΣΥΝΟΡΑ” ΣΤΗ ΣΚΕΨΗ ΕΙΝΑΙ ΣΧΗΜΑ ΟΞΥΜΩΡΟ..
Η πρώτη λέξη που πρόφερε ο πατέρας μου όταν με είδε να γεννιέμαι ήταν “αστέρι μου”.
Νομίζω πως ούτε μια στιγμή στην υπόλοιπη ζωή δεν αθέτησε αυτή την ιδέα.
Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που με αντιμετώπισε ακριβώς έτσι. Σαν ένα
αστέρι. Το πόσο σημαντικό ήταν αυτό, ίσως δεν το συνειδητοποίησα παρά μετά το θάνατό του,
όταν καθισμένη στη γωνιά του, στο σπίτι, έφερα στο μυαλό μου σαν μια
κινηματογραφική ταινία, εκατοντάδες σκηνές που ήταν κρυμμένες στη μνήμη
μου, και μου έδωσαν απάντηση σε πολλά ερωτήματα, που επιφανειακά ήταν
αναπάντητα, αλλά βαθιά μέσα μου ήξερα πως είναι έτσι.
Θυμάμαι τώρα, κάποιες από τις διδασκαλίες κλειδιά, που διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό τη ζωή μου,Μην αφήσεις ποτέ κανέναν να σ΄εκβιάσει, μην αγαπήσεις ποτέ το χρήμα, να μην προσκολληθείς ποτέ στο τι λένε οι άλλοι.
Υπάρχει μια φλόγα μέσα μας που πρέπει να τη κρατάμε αναμένη. Κι αυτή η φλόγα δεν έχει τιμή, δεν περιορίζεται, δεν εξαγοράζεται με τίποτα. Να διαβάζεις τους ποιητές μου έλεγε, να λες άφοβα αυτό που σκέφτεσαι.
Να μάθεις να ζεις απλά και με λίγα για να μειώσεις στο ελάχιστο το
κίνδυνο να πρέπει να προδώσεις τις αξίες σου για να μην χάσεις πράγματα
άχρηστα που θα σου έχουν γίνει απαραίτητα.
Οταν μάθαινα να λειτουργώ πάνω σ΄αυτές
τις αρχές, δεν είχα φανταστεί πως ο πατέρας μου πολύ απλά με είχε
διδάξει τη τέχνη του πολέμου, σε ολα τα “μνημόνια” αυτού του κόσμου. Το
σπουδαιότερο από όλα, είναι πως αυτά ακριβώς τα λόγια, δεν τα άφησε στον
αέρα, αλλά τα εφάρμοσε όλη του τη ζωή ο ίδιος. Οπως και πολλά άλλα που
έβγαιναν από τα στάνταρ που οι περισσότεροι συνομίληκοί μου βίωναν.
Υπήρχαν στιγμές σαν παιδί που αντιδρούσα έντονα στις συνεχείς “πολεμικές
ασκήσεις” ενώ έβλεπα το χαβαλέ, την ελαφρότητα και την ευκολία που
χρωμάτιζε τη ζωή φίλων μου. Ηταν σαν να ζούσαν ανέμελοι μόνιμα σε καιρό
ειρήνης, την ώρα που εγώ εκπαιδευόμουν για έναν αόρατο πόλεμο που δεν
μπορούσα ακόμα να κατανοήσω.
Κι όταν άρχισε η πραγματική μάχη της
ζωής, και γλυστρούσα τόσο άνετα από τις παγίδες, όταν μπορούσα να
αναγνωρίζω ανθρώπους και καταστάσεις με ένα πολύ ιδιαίτερο τρόπο, όταν
στις μεγάλες ανατροπές έβγαιναν από μέσα μου τέτοιας δυναμικότητας
μηχανισμοί αντιμετώπισης, “παντός καιρού” δεν το έβρισκα καν περίεργο.
Σήμερα που όλοι μιλούν για αόρατους και ύπουλους πολέμους, κι ο πατέρας
μου έχει φύγει, κάθομαι στο κήπο και κοιτάζω ψηλά. Αφήνω το βλέμμα μου
να ταξιδέψει όσο πιο μακριά μπορώ στέλνοντας μήνυμα αναγνώρισης,
ελπίζοντας πως θα το λάβει. Ενα συγνώμη που δεν πρόλαβα να του πω, πως
τελικά κατάλαβα όλα τα νοήματα μονομιάς.
Του είχα πει γελώντας κάποια στιγμή,
όταν πεθάνεις, στείλε μου ένα σημάδι, πέτα το κάδρο που έχω πάνω στο
κομοδίνο μου κάτω. Να με τρομάξει. Λες και τα σημάδια έρχονται κατά
παραγγελία. Τη νύχτα που έφυγε είδα ένα όνειρο. Το πατέρα μου να είναι
σ΄ενα τεράστιο χωράφι με αμπέλια. Σκαρφαλωμένος σ΄ενα δέντρο, μ΄ενα
καλάθι στο χέρι γεμάτο σταφύλια. Κι ένας ήλιος που σου έκαιγε τα μάτια.
Εγώ ήμουν μακριά κι έκανα νοήματα να μ΄ακούσει. Κοίταξα γύρω μου κι είδα
πως ήταν χιλιάδες άνθρωποι που δούλευαν μαζί του. Σήκωσε το χέρι και
μου έγνεψε από μακριά γελώντας. Είμαι καλά μου φώναξε. Φύγε. Είμαι καλά.
Τώρα καθισμένη σ΄αυτό το διαολομηχάνημα θυμάμαι τα λόγια του ποιητή, τόσο ξεκάθαρα. Εις μνήμην λοιπόν…
*Είπα: καθαρός είμαι πλυμένος με το απόσταγμα βερβένας 90 βαθμών εκ γενετής Έλλην εν μέσω των αγρίων. «Δίχα στεναγμών και φόβου»
Θ’ αποσπάσω το λευκό σημάδι μου
και θα το κατευθύνω
με ταχύτητα ψυχής
προς τον αόρατο κόρυμβο.
Τώρα που αυτή η πατρίδα
δοκιμάζεται από μια πρωτοφανή επίθεση βαρβαρότητας, σε όλα τα επίπεδα,
υπάρχει ανάγκη να φέρουμε στην επιφάνεια, όλα όσα ξεχάσαμε. Κι είναι
πάρα πολλά…. Να είστε δύσπιστοι μ΄εκείνους τους έλληνες που θέλουν να
φυλακίσουν την Ελλάδα σε μερικά τετραγωνικά χιλιόμετρα. Δεν υπάρχουν
έλληνες με σύνορα. Είναι σχήμα οξύμωρο. Κάγκελα και συρματοπλέγματα
στήνουν όσοι δεν έχουν εμπιστοσύνη στη δύναμή τους. Αποθέματα μαζεύουν
τα μυρμήγκια που φοβούνται τους χειμώνες…
Ποιοι μπορούν ακόμα να τραγουδήσουν τα λόγια του ποιητή και να παιχνιδίσουν ελεύθεροι με τις λέξεις? Ας μιλήσουν λοιπόν..
*Κι ο αντιφωνητής λέει…
Οι άγγελοι με πειράζανε· πολλές φορές
συναγμένοι γύρω μου ρωτούσανε:
«τι έστιν πόνος;» και «τι νόσος;» και διόλου δεν ήξερα.
Δεν ήξερα δεν είχα καν ποτέ μου ακούσει για
το Δέντρο απ’ όπου μπήκε ο θάνατος στον κόσμο.
Λοιπόν; Ήταν αλήθεια ο θάνατος; Όχι αυτός- ο άλλος
που θα ‘ρθει με το πρώτο κλάμα του νεογέννητου; Ήταν αλήθεια
το άδικο; Η μανία των εθνών; Και ο μόχθος νύχτα-μέρα;
Στην ευνή των βοτάνων βύζαινα τη λουίζα κι οι Αρχάγγελοι όλοι Μιχαήλ Γαβριήλ Ουριήλ Ραφαήλ
Γαβουδελών Ακήρ Αρφουγιτόνος Βελουχός Ζαβουλεών γελούσανε σαλεύοντας τις χρυσές τους κεφαλές καθώς αραποσίτια· ξέροντας πως ο μόνος θάνατος ο μόνος είναι αυτός που έφτιαξαν με το νου τους οι άνθρωποι
Και το μεγάλο ψέμα τους το Δέντρο δεν υπήρχε.
Την αλήθεια τη «φτιάχνει» κανείς
ακριβώς όπως φτιάχνει και το ψέμα.
*Και τα δυο αποσπάσματα είναι από τη Μαρία Νεφέλη του Ελύτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου