Google+ To Φανάρι : Καθαρά Δευτέρα: Έθημα στην Ανατολική Μακεδονία, στην Θράκη και στον Πόντο

Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018

Καθαρά Δευτέρα: Έθημα στην Ανατολική Μακεδονία, στην Θράκη και στον Πόντο


Η Καθαρά Δευτέρα είναι η πρώτη ημέρα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, της νηστείας του Πάσχα. Από τους λαογράφους θεωρείται ο επίλογος των βακχικών εορτών της Αποκριάς, οι οποίες ουσιαστικά αρχίζουν την Τσικνοπέμπτη και τελειώνουν την Καθαρά Δευτέρα....


Σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδος την Καθαρά Δευτέρα «καθαρίζουν» ό,τι απόμεινε από τα μη νηστίσιμα φαγητά της αποκριάς, Σε άλλα μέρη της Ελλάδας, όπως π.χ. στην Ήπειρο, οι νοικοκυρές καθαρίζουν τις κατσαρόλες και όλα τα χάλκινα σκεύη από τα λίπη της αποκριάς με ζεστό σταχτόνερο μέχρι ν’ αστράψουν και βάφουν άσπρα τα πεζοδρόμια.
Το πιάτο της ημέρας περιλαμβάνει νηστίσιμα, ως αποτοξίνωση από το πλούσιο φαγοπότι της Αποκριάς. Χαλβάς, ταραμάς, ελιές, πίκλες, θαλασσινά, φασολάδα, βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη. Τα νηστίσιμα συνοδεύονται από τη λαγάνα, ένα είδος άρτου χωρίς προζύμι, με ελλειπτικό σχήμα και πεπλατυσμένος για να ψήνεται εύκολα. Σχετικός και ο δημοτικός σατυρικός θρήνος:
Τ' ακούτε τι παράγγειλε η Καθαρή Δευτέρα;
Πεθαίν ο Κρέος, πέθανε, ψυχομαχάει ο Τύρος
σηκώνει ο Πράσος την ουρά κι ο Κρέμμυδος τα γένεια
Μπαλώστε τα σακούλια σας, τροχίστε τα λεπίδια
και στον τρανό τον πλάτανο, να μάσουμε στεκούλια.

Ο εορτασμός της Καθαράς Δευτέρας στις εξοχές λέγεται Κούλουμα. Η ετυμολογία της λέξης έχει λατινική (κολούμνα = κολώνα ή κούμουλους = σωρός, κορυφή) ή αλβανική προέλευση (κόλουμ = καθαρός). Στο Δήμο Αθηναίων τα Κούλουμα γιορτάζονται στο Λόφο του Φιλοππάπου, όπως και σε πολλούς Δήμους της χώρας, με προσφορά φασολάδας και νηστίσιμων στους δημότες.
Απαραίτητο συμπλήρωμα της Καθαράς Δευτέρας αποτελεί το πέταγμα του χαρταετού, με τα ποικίλα χρώματα και σχέδια, από μικρούς και μεγάλους, πιθανόν για να πετάξουν μακριά κάθε έγνοια του χειμώνα, μια και μπαίνει η άνοιξη και όλα, τουλάχιστον στη φύση, είναι πιο χαρούμενα λόγω της ανθοφορίας και της βελτίωσης του καιρού.
Η έντονη αθυροστομία και η καυστική σάτιρα είναι από τα χαρακτηριστικά της Καθαράς Δευτέρας σε πολλούς εορτασμούς της ανά την επικράτεια:
  • Ο Αλευροπόλεμος στο Γαλαξίδι, είναι ένα έθιμο που διατηρείται από το 1801. Εκείνα τα χρόνια, παρόλο που το Γαλαξίδι τελούσε υπό την τουρκική κατοχή, όλοι οι κάτοικοι περίμεναν τις Αποκριές για να διασκεδάσουν και να χορέψουν σε κύκλους. Ένας κύκλος για τις γυναίκες, ένας για τους άντρες. Φορούσαν μάσκες ή απλώς έβαφαν τα πρόσωπά τους με κάρβουνο. Στη συνέχεια προστέθηκε το αλεύρι, το λουλάκι, το βερνίκι των παπουτσιών και η ώχρα.
  • Βλάχικος Γάμος στη Θήβα. Είναι ένα έθιμο που φθάνει στις μέρες μας περίπου από το 1830, μετά την απελευθέρωση των ορεινών περιοχών. Οι Βλάχοι, δηλαδή οι τσοπάνηδες από τη Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και τη Ρούμελη, εγκατέλειψαν τότε την άγονη γη τους και βρήκαν γόνιμο έδαφος νοτιότερα. Το θέαμα είναι έξοχο, η γαμήλια πομπή πολύχρωμη, η μουσική που τη συνοδεύει (πίπιζες, νταούλια κ.ά.) εξαιρετικά ζωντανή.
  • Του Κουτρούλη ο Γάμος στη Μεθώνη Μεσσηνίας. Καρναβαλίστικος γάμος, που κρατάει από τον 14ο αιώνα. Στις μέρες μας, το ζευγάρι των νεονύμφων είναι δύο άντρες, που μαζί με τους συγγενείς πηγαίνουν στην πλατεία, όπου γίνεται ο γάμος με παπά και με κουμπάρο. Διαβάζεται το προικοσύμφωνο και ακολουθεί τρικούβερτο γλέντι.
  • Στη Μεσσήνη Μεσσηνίας γίνεται η αναπαράσταση της εκτέλεσης μιας γερόντισσας, της γριάς Συκούς, που κατά την παράδοση, κρεμάστηκε στη θέση Κρεμάλα της πόλης, με εντολή του Ιμπραήμ Πασά, επειδή είχε το θάρρος, εξηγώντας του ένα όνειρο που είχε δει, να του πει ότι η εκστρατεία του και ο ίδιος θα είχαν οικτρό τέλος από την αντίδραση και το σθένος των επαναστατημένων Ελλήνων. Μετά την αναπαράσταση, μπορεί κάθε επισκέπτης να "κρεμαστεί" από τους ψευτοδήμιους της κρεμάλας. Το απόγευμα της Καθαράς Δευτέρας γίνεται η παρέλαση με μαζορέτες, άρματα, μεταμφιεσμένους μικρούς και μεγάλους και χορευτικά συγκροτήματα.
  • Μπουρανί στον Τύρναβο. Μπουρανί είναι μία χορτόσουπα δίχως λάδι, γύρω από την προετοιμασία της οποίας στήνεται ολόκληρο το σκηνικό του παιχνιδιού με φαλλικά σύμβολα και τολμηρά πειράγματα από τους μπουρανίδες.
  • Στην Κάρπαθο λειτουργεί το Λαϊκό Δικαστήριο Ανήθικων Πράξεων. Κάποιοι κάνουν άσχημες χειρονομίες σε κάποιους άλλους και συλλαμβάνονται από τους Τζαφιέδες (χωροφύλακες) για να οδηγηθούν στο Δικαστήριο, που το αποτελούν οι σεβάσμιοι του νησιού. Τα αυτοσχέδια αστεία και τα γέλια ακολουθεί τρικούβερτο γλέντι.
  • Στις κοινότητες Ποταμιά, Καλόξιδο και Λιβάδια της Νάξου οι κάτοικοι ντύνονται Κορδελάτοι ή Λεβέντες. Οι Κορδελάτοι είναι φουστανελοφόροι και η δεύτερη ονομασία τους Λεβέντες αποδίδεται στους πειρατές. Από κοντά τους ακολουθούν και οι ληστές, οι Σπαραρατόροι, που αρπάζουν τις κοπέλες για να τις βάλουν με το ζόρι στο χορό και στο γλέντι, που κρατάει ως το πρωί.
  • Στα χωριά Μέρωνα και Μελιδόνια του Ρεθύμνου αναβιώνουν έθιμα όπως το κλέψιμο της νύφης, ο Καντής, το μουντζούρωμα, τα οποία, σε συνδυασμό με το καλό κρασί και τους ήχους της λύρας, αποτελούν μια μοναδική εμπειρία.
  • Στη Σκύρο, σχεδόν όλοι οι κάτοικοι με παραδοσιακές ενδυμασίες κατεβαίνουν στην πλατεία του νησιού, όπου χορεύουν και τραγουδούν τοπικούς σκοπούς.
  • Στον Αρχάγγελο της Ρόδου οι εκδηλώσεις της Καθαράς Δευτέρας κορυφώνονται με τα «μουζώματα» και τα «αλευρώματα», παράλληλα με το γλέντι, τις μεταμφιέσεις και την σάτιρα.
  • Στα Μεγάλα Καλύβια, του νομού Τρικάλων, κάθε χρόνο την Καθαρά Δευτέρα και για παραπάνω από έναν αιώνα γίνεται αναπαράσταση του παραδοσιακού καραγκούνικου γάμου.
  • Στον Πεντάλοφο Κοζάνης, οι ντόπιοι δεν πετούν χαρταετό την Καθαρά Δευτέρα, αλλά αυτοσχέδια, μικρά αερόστατα που έχουν κατασκευάσει οι ίδιοι.
  • Στη Βόνιτσα, αναβιώνει κάθε χρόνο, την Καθαρά Δευτέρα, το έθιμο του Γληγοράκη.
  • Το έθιμο της Καμήλας αναβιώνει στο χωριό Κάινα του δήμου Αποκορώνου στην Κρήτη.
  • Στη συνοικία Νέα Μαγνησία της Λαμίας αναβιώνει ο Νεομαγνησιώτικος Γάμος.


Καθαρά Δευτέρα: Τα έθιμα στην ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη
Τα περισσότερα από τα έθιμα που αναβιώνουν την Καθαρά Δευτέρα στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας και τη Θράκη, ειδικότερα στην Καβάλα και την Ξάνθη, έχουν τις ρίζες τους στη Διονυσιακή λατρεία και στη μακραίωνη λαϊκή παράδοση που θέλει την Καθαρά Δευτέρα να είναι τυπικά και ουσιαστικά η αρχή της ολοκληρωμένης προετοιμασίας για την Αγία και Μεγάλη Σαρακοστή και την αυστηρή νηστεία που τη συνοδεύει.
Για το λόγο αυτό πολλές νοικοκυρές στα χωριά ξυπνούσαν πολύ πρωί και έπλεναν τις κατσαρόλες με άμμο και στάχτη από τα τζάκια, ώστε να τις καθαρίσουν καλά, χωρίς να μείνει ίχνος λαδιού.
Στην περιοχή της Καβάλας προπολεμικά υπήρχε την περίοδο της αποκριάς μια περιπαικτική διάθεση των μεγαλύτερων προς τους νέους να βγουν να διασκεδάσουν, να φλερτάρουν, να ερωτευτούν ή όπως αλλιώς καθιερώθηκε να λέγεται «να πιάσουνε το φίδι», δίνοντας στην έκφραση αυτή μια πονηρή διάσταση που όμως δεν ενοχλούσε ούτε σόκαρε, το αντίθετο μάλιστα, αφού η περίοδος της αποκριάς επέβαλε τέτοιες συμπεριφορές.
Ωστόσο, η έκφραση «να πιάσουμε το φίδι» διατηρήθηκε μέσα στα χρόνια θυμίζοντας στους νεότερους τις λαϊκές παραδόσεις μιας περασμένης εποχής. Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε χρόνο ο δήμος Καβάλας καλεί όλους τους πολίτες να «πιάσουνε το φίδι» στις πολιτιστικές εκδηλώσεις που διοργανώνει για να εορταστεί η τελευταία Κυριακή της αποκριάς και η Καθαρά Δευτέρα.
Εκείνα τα χρόνια οι Καβαλιώτες ανήμερα την Καθαρά Δευτέρα πήγαιναν στην Καλαμίτσα (μια παραθαλάσσια σχεδόν συνοικία της πόλης που ήταν γεμάτη από κήπους – μπαχτσέδες και πηγές με τρεχούμενο νερό) για να πιάσουνε το φίδι παίρνοντας μαζί τους σαρακοστιανά φαγητά, ταραμά, κρεμμυδάκια, ελιές, νερόβραστα φασόλια σαλάτα, θαλασσινά, χαλβά και φυσικά λαγάνα. Την τιμητική του είχε το τσίπουρο.
Παρέες – παρέες, στρώνανε κάτω τις κουρελούδες και το κέφι άναβε. Φαγητό, τραγούδι, χορός, πειράγματα. Αγαπημένο παιχνίδι της ημέρας ήταν η χάσκα. Σε μια κλωστή έδεναν ένα κομμάτι χαλβά. Η μάνα του παιχνιδιού το κουνούσε πέρα – δώθε και οι παίχτες προσπαθούσαν να χάψουν το χαλβά.
Τα παιδιά όλη την προηγούμενη εβδομάδα (της Τυρινής), είχαν ετοιμάσει το χαρταετό τους. Χρησιμοποιούσαν μια γλώσσα συνθηματική που γέμιζε τον αέρα: «Αμόλα Καλούμπα, βάστα κεφάλι, μάζωξε την κοιλιά κάνε τράκα πιάσε ήλιο». Αλλά και το ειδικό λεξιλόγιο για το πέταμα του χαρταετού ήταν πλούσιο: Τα ζύγια, το στεφάνι, οι τράκες, τα σκουλαρίκια, η κουτρουβάλα, το ξύρισμα, το μύλι κ.λ.π.
«Όποιος δεν έπαιξε ποτέ του με χαρταετό», αναφέρει ο μεγάλος λαογράφος Δημ. Λουκάτος, «δεν κοίταξε όσο χρειάζεται ψηλά. Όποιος δεν ένοιωσε την αντίσταση της καλούμπας, δεν κατάλαβε τη δύναμη του αέρα. Όποιος δεν φώναξε με την ευθύνη και την πρωτοβουλία του παιδιού, που βλέπει να κινδυνεύει στο μετεωρισμά του ο αετός, δεν ένοιωσε τη χαρά, του να τα βγάζει πέρα μόνος του με την φύση».

«Το κάψιμο Τζάρου» στην γέφυρα ποταμού Κόσυνθου

Στη γειτονική Ξάνθη, στην πόλη με τα χίλια χρώματα, αναβιώνει εδώ και μισό αιώνα, μετά την ολοκλήρωση της μεγάλης καρναβαλικής παρέλασης, το έθιμο «το κάψιμο του Τζάρου» στον ποταμό Κόσυνθο. Ένα φαντασμαγορικό υπερθέαμα που σηματοδοτεί το τέλος του καρναβαλιού. Πλήθος κόσμου, ντόπιοι και επισκέπτες, παρακολουθούν τη λήξη των του καρναβαλιού και των ετήσιων Θρακικών Λαογραφικών Εορτών κάτω από τη λάμψη ενός εντυπωσιακού σόου με πυροτεχνήματα.
Ο «Τζάρος» ή «Τζάρους» κατά τους κατοίκους της Ανατολικής Θράκης, ήταν ένα κατασκευασμένο ανθρώπινο ομοίωμα, τοποθετημένο πάνω σε έναν σωρό από πουρνάρια. Την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς καιγόταν στο κέντρο αλάνας, πλατείας ή σε υψώματα, για να μην έχουν το καλοκαίρι ψύλλους. Το έθιμο αυτό το έφεραν οι πρόσφυγες από το Σαμακώβ της Ανατολικής Θράκης και αναβιώνει κάθε χρόνο από τους κατοίκους του ομώνυμου συνοικισμού, ο οποίος βρίσκεται κοντά στη γέφυρα του ποταμού Κόσυνθου στην παλιά πόλη της Ξάνθης.

Το έθιμο της καμήλας στην κατάφυτη Σταυρούπολη

  Στην κεντρική πλατεία του οικισμού της Σταυρούπολης, στα ορεινά του δήμου Ξάνθης την Καθαρά Δευτέρα οι κάτοικοί της μαζί με τους επισκέπτες, μεταμφιεσμένοι και κάνοντας διάφορους ήχους συμμετέχουν σε μια παρέλαση χρωμάτων και χαράς, με οδηγό ένα ομοίωμα καμήλας κι έναν ενήλικο να παριστάνει τον καμηλιέρη Άραβα.
Το έθιμο της καμήλας αρχικά είχε παγανιστικό χαρακτήρα, τελούνταν και συμβόλιζε την δέηση των κατοίκων για τη γονιμότητα της γης, αφού η χρονική στιγμή συνέπιπτε με τον ερχομό της άνοιξης και την έναρξη των αγροτικών εργασιών. Αργότερα σε συνδυασμό με την Ορθόδοξη πίστη και θρησκεία που θέτει την ημέρα αυτή ως την Αρχή της Σαρακοστής, άλλαξε χαρακτήρα και συμβολίζει πια στο νου των κατοίκων το τέλος των εορτών του καρναβαλιού και την αρχή.

 

Καθαρά Δευτέρα: Η Σαχτοδευτέρα των Ποντίων και ο Κουκαράς


Η Καθαρά Δευτέρα ή «Σαχτοδευτέρα» στον Πόντο δεν θύμιζε σε τίποτα την ημέρα χαράς και χαλάρωσης με το πέταγμα του χαρταετού που βιώνουμε σήμερα. Ήταν μια μέρα γενικής και αυστηρής καθαριότητας, και εντατικής προετοιμασίας για την περίοδο της Σαρακοστής. Σήμαινε συμβολικά και την αρχή της νηστείας.
Οι Πόντιες νοικοκυρές τη μέρα αυτή έπρεπε, σύμφωνα με την παράδοση, να καθαρίσουν σχολαστικά όλα τα κουζινικά σκεύη για να μην μείνει ούτε ίχνος από λίπη και «μαντζιριγμένες»1 τροφές.
Η Καθαρά Δευτέρα ονομάστηκε από τους Ποντίους Σαχτοδευτέρα γιατί οι νοικοκυρές έβραζαν σε ένα καζάνι νερό με στάχτη (αλισίβα) για να πλύνουν καλά και να γυαλίσουν όλα τα μεταλλικά και ξύλινα αντικείμενα. Ύστερα τα έξυναν με αιχμηρά εργαλεία για να εξαφανιστεί κάθε ίχνος λίπους που ενδεχομένως είχε εισχωρήσει στο ξύλο. Αυτό γινόταν για να μην αναμιχθούν τα φαγητά της νηστείας με τα υπολείμματα προηγούμενων ζωικών τροφών.
Κουκαράς – Ο συμβολικός φρουρός και χρονοδείκτης της Σαρακοστής
Ένα άλλο ποντιακό έθιμο για τη διαφύλαξη της νηστείας ήταν ο «κουκαράς». Ήταν μια επινόηση των ευρηματικών Πόντιων μανάδων, για να μπορούν να φοβίζουν τα παιδιά τους ώστε να μην υποκύπτουν σε γευστικές ατασθαλίες και να συνεχίζουν να κρατούν τη νηστεία μέχρι το Πάσχα.
Ο κουκαράς αποτελούνταν από ένα μεγάλο κρεμμύδι (ή πατάτα), πάνω στο οποίο κάρφωναν εφτά φτερά κότας ή κόκορα. Εφτά φτερά, όσες και οι εβδομάδες της νηστείας. Αυτό το ιδιαίτερο «σκιάχτρο» το κρεμούσαν στο ταβάνι τα ξημερώματα της Καθαράς Δευτέρας, και το πρωί, όταν τα παιδιά ξυπνούσαν, το αντίκριζαν με δέος και φόβο να κρέμεται και να κουνιέται στο ταβάνι!
Η απειλή ήταν ότι αν τα παιδιά δεν συμμορφώνονταν με την τήρηση της νηστείας, θα τα έτρωγε ο κουκαράς!
Κουνιόταν και περιστρεφόταν καθώς τον φυσούσαν με τρόπο οι μητέρες, και αποτελούσε μεγάλο φόβητρο για τα μικρά παιδιά.
Για το έθιμο αυτό υπήρχε το ρητό «Ρίζα μ’, ωρία παίρετεν τυρίν για βούτερον και τρώτεν, αμάν θα χολιάσκεται και θα σείεται ο κουκαράς!».
Μετά το τέλος κάθε εβδομάδας αφαιρούσαν από τον κουκαρά ένα φτερό, κι έτσι ήξεραν πόσες εβδομάδες απομένουν μέχρι το Πάσχα. Το Μεγάλο Σάββατο, «ξεπουπουλιασμένος» πια, ο κουκαράς αποχωρούσε για να επιστρέψει ένα χρόνο αργότερα...
Κείμενο: Κώστας Τσενκελίδης

Πηγή εδώ εδώ κι εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου