Google+ To Φανάρι : Ριζική αλλαγή εποχής

Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Ριζική αλλαγή εποχής

Οι Έλληνες είναι εξοπλισμένοι με έναν πολιτισμό, βαθειά ριζωμένο μέσα τους, ο οποίος στο τέλος θα τους επιτρέψει να αφομοιώσουν πρώτοι τη νέα εποχή της ανασφάλειας, των διακυμάνσεων, της αβεβαιότητας και της συνεχούς μεταβλητότητας.

.Βασίλης Βιλιάρδος

.Δεν είναι τυχαίο το ότι, ο φόβος, η ανασφάλεια, η αστάθεια και η μεταβλητότητα επικρατούν σήμερα σε ολόκληρο τον πλανήτη – παράλληλα και την ίδια χρονική στιγμή. Φοβόμαστε για το κοντινό μέλλον μας, ενώ είμαστε πολύ απαισιόδοξοι, τρομοκρατημένοι ίσως, σε σχέση με το μέλλον των παιδιών μας. Όλα αυτά μας οδηγούν εύλογα στο συμπέρασμα ότι, η παγκόσμια κοινότητα έχει εισέλθει σε μία ιστορική «αλλαγή παραδείγματος» – η οποία συνήθως συνοδεύεται από τον πανικό της απώλειας εκείνης της άγκυρας, η οποία κρατούσε το «πλοίο» μας ασφαλές στο λιμάνι....
 
Η επανεγκατάσταση αυτής της «άγκυρας», η επιστροφή της ασφάλειας και της σταθερότητας δηλαδή στην οικονομία, στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στην κοινωνία και στην πολιτική, θα απαιτήσει πολύ χρόνο – ενώ δεν θα υπάρχει στο εξής καμία γνώριμη ή/και σαφής στρατηγική επιβίωσης, πόσο μάλλον επιτυχίας, αφού θα εκλείπουν τα ιστορικά δεδομένα. 
Υπάρχουν μόνο δύο πράγματα, τα οποία φαίνονται καθαρά: οι διαφορετικές χώρες θα αποφασίσουν να υιοθετήσουν, είτε με τη δική τους, ελεύθερη βούληση, είτε καταναγκαστικά, διαφορετικές λύσεις – με διαφορετικές συνέπειες για τις ίδιες και τον υπόλοιπο πλανήτη. Η νέα σύνδεση δε των χωρών αυτών με όλες τις άλλες, κάτω από τα καινούργια δεδομένα, θα φέρει αντιμέτωπο ολόκληρο το σύστημα, σαν ένα και μόνο σύνολο, με νέες, πολύ μεγαλύτερες προκλήσεις. 
Ορισμένες αλλαγές, στα πλαίσια της πλήρους αναθεώρησης των κρατούντων προτύπων, θα πραγματοποιηθούν «εξελεγκτικά», δαρβινικά – ήρεμα δηλαδή, κατά τη διάρκεια πολλών ετών. Άλλες θα ακολουθήσουν απότομα, ξαφνικά, χωρίς καθόλου να τις περιμένουμε – εντείνοντας ακόμη περισσότερο την ανασφάλεια μας. Ας ελπίσουμε ότι τελικά θα καταφέρουμε να βρεθούμε σε ένα νέο σημείο ισορροπίας, χωρίς να καταστραφούν όλα όσα έχουμε μέχρι σήμερα επιτύχει – μεταξύ των οποίων και η Δημοκρατία”. (M.Erian, ΒΒ).
.

Ανάλυση 

Έχει αποδειχθεί ότι οι περιοχές του εγκεφάλου, οι οποίες δραστηριοποιούνται όταν ασχολούμαστε με την επίλυση γνωστών προβλημάτων, είναι εντελώς διαφορετικές από αυτές, οι οποίες «διαπραγματεύονται» άγνωστες καταστάσεις – προβλήματα δηλαδή, για τα οποία δεν υπάρχει κανένα ιστορικό προηγούμενο ή/και προσωπική, ανθρώπινη εμπειρία.
Για παράδειγμα, όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα γεγονός, το οποίο μας έχει συμβεί ξανά στο παρελθόν, οπότε διαθέτουμε την απαιτούμενη εμπειρία, δραστηριοποιείται το Α τμήμα του εγκεφάλου. Αντίθετα, όταν κάτι μας συμβαίνει για πρώτη φορά, δεν ασχολείται μαζί του το Α τμήμα, αλλά ένα κάποιο Β – φυσικά με άγνωστες μεθόδους επίλυσης και με ασαφή αποτελέσματα.
Από την άλλη πλευρά ο Keynes είχε την περίεργη άποψη ότι, οι σημαντικότερες οικονομικές αποφάσεις λαμβάνονται κατά τη διάρκεια ασαφών, μη ελεγχόμενων εξελίξεων, για τις οποίες δεν υπάρχει εμπειρική γνώση – κατ’ επέκταση, από εκείνη την περιοχή του εγκεφάλου, τη Β στο προηγούμενο παράδειγμα, η οποία διαπραγματεύεται άγνωστες καταστάσεις.
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι, οι μεγάλοι οικονομικοί κύκλοι (άνω των σαράντα ετών), οι οποίοι μας υποχρεώνουν σε σημαντικές αλλαγές πορείας, προέρχονται, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, από «συλλογικές διανοητικές διεργασίες» και πολύπλοκες αλληλοεπιδράσεις, οι οποίες δεν είναι κατανοητές από τους οικονομολόγους – μεταξύ άλλων επειδή οι αποφάσεις που αναγκαστικά τους συνοδεύουν, λαμβάνονται από τη λειτουργία αγνώστων περιοχών του εγκεφάλου.
Στην επιστήμη τώρα αναφερόμαστε σε μία «αλλαγή παραδείγματος» (paradigm shift, επαναστατική, δραματική ή εκ βάθρων αλλαγή και πλήρης αναθεώρηση του κρατούντος προτύπου κλπ.), όταν αλλάζει ριζικά η οπτική γωνία, από την οποία εξεταζόταν έως εκείνη τη στιγμή μία επιστημονική περιοχή – όταν διαφοροποιούνται οι βάσεις, τα θεμέλια καλύτερα, στα οποία στηριζόταν η εξέλιξη της έρευνας, από την ήδη υπάρχουσα γνώση. Προφανώς, οι μεγάλοι οικονομικοί κύκλοι αποτελούν συχνά αλλαγές παραδείγματος στην Οικονομία, ριζικές αλλαγές εποχής – οπότε οφείλει να αναθεωρείται εντελώς η οπτική γωνία, από την οποία εξεταζόταν έως εκείνη τη στιγμή τα οικονομικά δεδομένα, εάν θέλουμε να τα κατανοήσουμε και να τα επιλύσουμε σωστά.
Η μετάβαση (αλλαγή) από την κλασσική μηχανική στη θεωρία της σχετικότητας και την κβαντομηχανική, αποτελεί μία «αλλαγή παραδείγματος» στη Φυσική – ενώ σήμερα «κυοφορείται» η αναθεώρηση της θεωρίας της σχετικότητας, μέσα από τα πειράματα που διεξήχθησαν στην Ελβετία (CERN).

.
Στην Οικονομία αντίστοιχα, ως «αλλαγή παραδείγματος» θεωρείται η «μετάβαση» από την αγροτική παραγωγή στη βιομηχανική επανάσταση, όπως επίσης η «αντικατάσταση» του μονεταρισμού από τον κεϋνσιανισμό – στη συνέχεια από το νεοφιλελευθερισμό και σήμερα από την ακραία του μορφή: από το μονοπωλιακό καπιταλισμό ή την κεντρικά κατευθυνόμενη, σοβιετικού τύπου οικονομία των ελίτ.
Ένα άλλο παράδειγμα στις κοινωνικές επιστήμες είναι η αντικατάσταση της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας από το Χριστιανισμό, όπου η αναζήτηση απαντήσεων σε πολλά ανθρώπινα ερωτήματα, με τη βοήθεια της σκέψης, έδωσε τη θέση της στις σχετικά αυθαίρετες, «δογματικές» απαντήσεις – με τη βοήθεια της Θρησκείας («απόγονος» της φαίνεται να είναι η ψυχολογία).
Κλείνοντας, ίσως οφείλουμε να επισημάνουμε ότι, οικονομολόγος δεν είναι αυτός που παραθέτει απλά ψυχρά νούμερα, αναλύοντας τα με κάθε λεπτομέρεια, όπως ο  οικονομικός αναλυτής – αλλά εκείνος που προσπαθεί να διαμορφώσει μία ολοκληρωμένη, «φιλοσοφική» άποψη για τα «τεκταινόμενα», με τη βοήθεια της επιστήμης που ο ίδιος έχει σπουδάσει, της Οικονομίας δηλαδή.
Τα στάδια της αλλαγής εποχής
Η «αλλαγή παραδείγματος», η οποία ευτυχώς δεν είναι ένα γεγονός που συμβαίνει συχνά στη Ιστορία (ευτυχώς επειδή είναι μία εξαιρετικά επώδυνη διαδικασία – αν και δυστυχώς φαίνεται ότι «εξελίσσεται» ραγδαία σήμερα, τουλάχιστον όσον αφορά την Οικονομία), χωρίζεται σε δύο διαφορετικά μέρη:
(α)  Στη αρχή έχουμε τη φάση της κρίσης, κατά τη διάρκεια της οποίας προσπαθούμε να λύσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε με τη βοήθεια των γνώσεων, των εμπειριών και των μεθόδων του παρελθόντος – θεωρώντας μεταξύ άλλων ότι, δεν ήταν λάθος οι μέθοδοι, αλλά η εφαρμογή τους. Στην προσπάθεια αυτή συμμετέχουν κυρίως οι καλύτεροι όλων, αφού απαιτεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερες γνώσεις, εμπειρίες, ικανότητες και δεξιότητες, ενώ οι λύσεις επείγουν.
(β)  Στη συνέχεια ακολουθεί η εποχή της επιστημονικής ανακάλυψης όπου, κατανοώντας πλέον ότι, οι εμπειρίες, οι γνώσεις και οι παλαιές μέθοδοι ήταν λανθασμένες, προσπαθούμε να σκεφθούμε διαφορετικά. Να αναθεωρήσουμε δηλαδή τις απόψεις μας και να ανακαλύψουμε νέους τρόπους ορισμού ή/και διαχείρισης των προβλημάτων μας – έτσι ώστε αφενός μεν να αιτιολογούνται ικανοποιητικά τα λάθη του παρελθόντος, αφετέρου να επιλύονται σωστά τα προβλήματα του παρόντος.
Στο παράδειγμα της Ελλάδας, αφού προσπαθήσαμε για κάποιο χρονικό διάστημα να λύσουμε τα οικονομικά, τα πολιτικά, τα κοινωνικά και πολιτιστικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ακόμη και σήμερα, αυτά δηλαδή που μας οδήγησαν στην υπερχρέωση, με τη βοήθεια της Ιστορίας, της εμπειρίας και των υφισταμένων κομμάτων, αντιλήψεων, δομών, θεσμών, ξένων οργανισμών όπως η Τρόικα κλπ. χωρίς αποτέλεσμα, θα αναγκασθούμε τελικά να τα αλλάξουμε όλα – αφού διαφορετικά δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουμε με επιτυχία την υπερχρέωση, καθώς επίσης την κυλιόμενη χρεοκοπία που την ακολούθησε, μετά την υπογραφή του PSI (άρθρο).
Το ίδιο ισχύει για την Ευρωζώνη, την ΕΕ, τις Η.Π.Α. και πολλές άλλες χώρες ή περιοχές του πλανήτη, οι οποίες έχουν εισέλθει σε εντελώς νέες, άγνωστες και «αχαρτογράφητες» περιοχές – με αφετηρία το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, της κρίσης χρέους της νομισματικής ένωσης του 2010, καθώς επίσης της τριπλής κινεζικής κρίσης λίγο αργότερα. Επίσης για τη Γερμανία η οποία, παρά τις τραυματικές ιστορικές εμπειρίες της (ναζισμός, παγκόσμιοι πόλεμοι κλπ.), επιμένει δυστυχώς στις εσφαλμένες μεθόδους του παρελθόντος, όπως είναι τα εμπορικά πλεονάσματα εις βάρος των εταίρων της – παρά το ότι την οδήγησαν στην καταστροφή, μέσα από την τότε ευρωπαϊκή απομόνωση της.


Περαιτέρω, η αδυναμία των Η.Π.Α. να οδηγήσουν την οικονομία τους σε βιώσιμη ανάπτυξη, καταπολεμώντας την ανεργία, καθώς επίσης τις τεράστιες εισοδηματικές διαφορές, ανάγκασε στην αρχή χιλιάδες Αμερικανούς να βγουν στους δρόμους – με στόχο τη δημιουργία ενός δικαιότερου συστήματος (occupy Wall Street).
Στη συνέχεια εξελέγη ο κ. Trump με την υπόσχεση να τα αλλάξει όλα, γκρεμίζοντας το υφιστάμενο σύστημα – αφού δεν υπάρχει καμία άλλη λύση. Στην «αλλαγή όλων» συμπεριλαμβάνεται προφανώς και η γεωπολιτική μορφή του πλανήτη που ξεκίνησε με τη Συρία στη Μέση Ανατολή, αφού προηγήθηκε η αραβική άνοιξη, η εξέγερση των πεινασμένων – όπου η Ρωσία έχει τη βασική θέση του «μπαλαντέρ», με την έννοια πως η συμμαχία των Η.Π.Α. ή της Κίνας μαζί της θα καθορίσει τις εξελίξεις, εκτός εάν τελικά επιλέξει την ένωση της με την ΕΕ.
Από την άλλη πλευρά η Ιαπωνία, η οποία διενεργεί το μεγαλύτερο πείραμα όλων των εποχών, απειλείται με μεγάλες αναταραχές, εάν δεν υπάρξουν ριζικές αλλαγές εντός της – ευρισκόμενη αντιμέτωπη με ένα τεράστιο δημόσιο χρέος (229% του ΑΕΠ της, περί τα 10 τρις $), χωρίς να έχει καταφέρει ακόμη να αντιμετωπίσει τον αποπληθωρισμό. Την ίδια στιγμή το ΑΕΠ της σε δολάρια έχει μειωθεί από τα 5,9 τρις $ το 2011 στα 4,1 τρις $ το 2015 – ενώ ο προϋπολογισμός της παραμένει ελλειμματικός (γράφημα).

Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη του δημοσίου χρέους της Ιαπωνίας ως προς το ΑΕΠ της (γαλάζιες στήλες, αριστερή κάθετος), καθώς επίσης των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού της (διακεκομμένη γραμμή, δεξιά κάθετος).
.
Η Κίνα τώρα, εάν συνεχίσει να στηρίζεται στις εξαγωγές, χωρίς να προωθεί την εσωτερική κατανάλωση, θα δυσκολευτεί να διατηρήσει τη θέση της – έχοντας να αντιμετωπίσει αφενός μεν μία τεράστια φούσκα ακινήτων, αφετέρου τον υπερδανεισμό εκ μέρους των σκιωδών τραπεζών της (τοκογλύφων), οι οποίες απειλούν έμμεσα να καταστρέψουν την πραγματική της οικονομία.
Άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα η Σιγκαπούρη, ο σημερινός «παράδεισος» των χρηματοπιστωτικών αγορών, η οποία διοικείται απολυταρχικά από πολλά χρόνια τώρα, θα αντιμετωπίσουν σύντομα μεγάλα πολιτικά προβλήματα – όπως επίσης η Αίγυπτος, η Ν. Αφρική, η Λιβύη, το Ιράν κλπ. Η Τουρκία, η Αργεντινή, η Βραζιλία αλλά και κάποιες άλλες χώρες που λεηλατήθηκαν στην κυριολεξία από το ΔΝΤ, το οποίο εγκατέστησε στο εσωτερικό τους «βραδυφλεγείς βόμβες» (καταστροφή της μεσαίας τάξης, πάγια ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο, πληθωριστικούς «ιούς», φτώχεια, εξαθλίωση κλπ.), θα βρεθούν σύντομα, όταν αρχίσουν να πυροδοτούνται οι κρυμμένες «βόμβες», επίσης σε δυσάρεστη θέση.
Κλείνοντας διαπιστώνουμε ότι, ολόκληρος ο πλανήτης και όχι μόνο η Δύση, έχει εισέλθει σε μία νέα τροχιά – την ίδια σχεδόν χρονική περίοδο, μέσα από μία ανταγωνιστική, επικίνδυνα  ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση, με έντονους συγκρουσιακούς   κινδύνους. Θα μπορούσε λοιπόν να ισχυρισθεί κανείς ότι, το μέλλον όλων μας εξαρτάται από τον τρόπο, με τον οποίο θα μπορέσουμε ή όχι να επιλύσουμε σωστά τα προβλήματα μας – σε τέσσερις, αλληλένδετους μεταξύ τους, βασικούς τομείς: στο χρηματοπιστωτικό, στον οικονομικό, στον κοινωνικό και στον πολιτικό.
Ο χρηματοπιστωτικός τομέας
Ο χρηματοπιστωτικός τομέας είναι συνδεδεμένος με τους Ισολογισμούς – με το Ενεργητικό και με το Παθητικό των κρατών, με αυτά δηλαδή που διαθέτουν, καθώς επίσης με αυτά που οφείλουν. Πολλά κράτη της Δύσης είναι επιβαρυμένα με μεγάλα δημόσια χρέη, τα οποία προέρχονται από το παρελθόν, στα πλαίσια της ανάπτυξης τους μέσω του υπέρμετρου δανεισμού – ενώ τα περισσότερα έχουν ιδιωτικοποιήσει το σύνολο σχεδόν της δημόσιας περιουσίας τους, περιορίζοντας δραστικά τις αξίες του Ενεργητικού τους, αφού ακολούθησαν πιστά τη νεοφιλελεύθερη πολιτική «των παιδιών του Σικάγου».
Χώρες όπως η Γερμανία, οι οποίες έχουν πλεονάσματα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών τους, καθώς επίσης ελεγχόμενα ελλείμματα στους προϋπολογισμούς τους, επωφελούνται, παρά τα μεγάλα δημόσια χρέη τους – επειδή οι διεθνείς δανειστές τις προτιμούν από άλλες, ο «Ισολογισμός» των οποίων είναι αρκετά προβληματικός.
Ειδικά όσον αφορά τη Γερμανία οφείλουμε να επισημάνουμε ότι, διαθέτει έναν απίστευτο φορολογικό μηχανισμό, ο οποίος της επιτρέπει την «κατά το δοκούν» απομύζηση των Πολιτών της – κυρίως με τη βοήθεια της Οικονομικής Αστυνομίας, στην κυριολεξία ενός «Κράτους εν Κράτει», η οποία δεν έχει τον παραμικρό ηθικό ενδοιασμό (η βασική μέθοδος είναι ο δημόσιος διασυρμός, η διαπόμπευση καλύτερα των επώνυμων Αδίκων, έτσι ώστε να διευκολύνεται στη συνέχεια η λεηλασία των ανώνυμων Δικαίων – αυτών δηλαδή, οι οποίοι έχουν απλά τη δυνατότητα να πληρώσουν παραπάνω, χωρίς να τα οφείλουν).
Εν τούτοις τα κράτη αυτά δεν έχουν μόνο πλεονεκτήματα, αλλά και μειονεκτήματα – αφού η σύνδεση τους στο κοινό νόμισμα, με άλλα «προβληματικά» κράτη, επιβαρύνει τις προοπτικές τους. Απέναντι λοιπόν σε αυτήν την πραγματικότητα, οι διαφορετικές χώρες, συνδεδεμένες μεταξύ τους ή μη, είναι υποχρεωμένες να ακολουθήσουν διαφορετικούς δρόμους, στην προσπάθεια τους να μειώσουν τα χρέη τους.
Συνεχίζοντας, σε ορισμένα άλλα κράτη όπως η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ελλάδα, η κατάσταση είναι τόσο προβληματική, ώστε να μην μπορεί κανείς να υποθέσει ότι, θα αποφύγουν τελικά την εξαιρετικά τραυματική εμπειρία της χρεοκοπίας – ενδεχομένως ίσως και την έξοδο τους από το κοινό νόμισμα η οποία, στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα είναι συντεταγμένη, με την παράλληλη «γενναία» διαγραφή μεγάλου μέρους των χρεών τους (σε επίπεδα που να μην ξεπερνούν το 50% του ΑΕΠ τους). Στα πλαίσια αυτά, η διάλυση της νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ) είναι ένα πολύ πιθανό ενδεχόμενο – με ανυπολόγιστες συνέπειες τόσο για την Ευρώπη, όσο και για τον υπόλοιπο πλανήτη.
Άλλα πάλι κράτη, όπως η Μ. Βρετανία, η Γαλλία και η Ισπανία, διαπιστώνεται ότι έχουν δραστηριοποιηθεί πολύ πιο γρήγορα, κατανοώντας έγκαιρα το μέγεθος των προβλημάτων τους και προσπαθώντας να ελέγξουν το μέλλον τους – αν και τα μέτρα, τα οποία υιοθέτησαν ή θα υιοθετήσουν στη συνέχεια, θα προκαλέσουν αναμφίβολα πολλά προβλήματα στους Πολίτες τους. Φυσικά δεν μπορεί κανείς να τα αντιμετωπίσει σαν ξεχωριστές «μονάδες», αφού αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των ευρωπαϊκών συγκοινωνούντων δοχείων – της ΕΕ, την οποία όμως ψήφισε να εγκαταλείψει η Βρετανία, προτού καταρρεύσει.
Μία τρίτη ομάδα κρατών, της οποίας ηγούνται οι Η.Π.Α., σε κάποιο βαθμό και η Ιαπωνία, δεν έχει αποφασίσει ακόμη τη μέθοδο, με την οποία θα περιορίσει τα δημόσια χρέη της. Επειδή η ομάδα αυτή θεωρεί ότι έχει περισσότερο χρόνο στη διάθεση της, επωφελούμενη από τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού της, ακολουθεί ουσιαστικά το δόμο της χρηματοπιστωτικής καταστολής (financial repression) – με τη βοήθεια του οποίου τα επιτόκια συμπιέζονται σε όσο το δυνατόν χαμηλότερα επίπεδα, έτσι ώστε οι δανειστές, συμπεριλαμβανομένων των νοικοκυριών με σχετικά σταθερά εισοδήματα, να «επιδοτούν» τους οφειλέτες. Τον ίδιο δρόμο επέλεξε τελικά και η Ευρωζώνη, μέσω της ΕΚΤ – αν και είναι πολύ δύσκολο να έχει αποτελέσματα.
Η τέταρτη ομάδα τώρα κρατών, της οποίας ηγείται η Κίνα, εν μέρει και η Ρωσία, δεν έχει ακόμη προβλήματα υπερχρέωσης, με αποτέλεσμα να προσελκύει τα διεθνή κερδοσκοπικά ή άλλα κεφάλαια, περιορίζοντας έτσι την προσφορά τους στη Δύση – με άμεσο επακόλουθο την αύξηση των επιτοκίων, με τα οποία επιβαρύνονται οι ήδη υπερχρεωμένες χώρες, οι οποίες καταδικάζονται σε έναν φαύλο κύκλο δανεισμού-ελλειμμάτων-χρεών-πτώχευσης.
Τέλος οι κεντρικές τράπεζες, στην προσπάθεια τους να καταπολεμήσουν την κρίση με διαφορετικές μεθόδους από το 1930, έχουν αφενός μεν καταναλώσει όλα τους τα νομισματικά όπλα, αφετέρου διόγκωσαν υπερβολικά τους ισολογισμούς τους, πλημυρίζοντας με νέα χρήματα τις αγορές (γράφημα) – έχοντας εν πρώτοις προκαλέσει υπερπληθωρισμό στα χρηματιστήρια, ο οποίος κάποια στιγμή θα μεταφερθεί στην πραγματική οικονομία, προκαλώντας τεράστια προβλήματα.


Ο οικονομικός τομέας
Ο περιορισμός των δημοσίων χρεών είναι άμεσα εξαρτημένος από την πραγματική οικονομία – από την οποία απαιτείται ανάπτυξη, για να μπορέσει να λειτουργήσει «θεραπευτικά» στο δημόσιο χρέος, το οποίο πάντοτε υπολογίζεται ως ποσοστό επί του ΑΕΠ. Για παράδειγμα η Ελλάδα, με δημόσιο χρέος στα 320 δις € και ΑΕΠ 180 δις € έχει χρέος ως προς το ΑΕΠ της 178% – ενώ εάν είχε το ΑΕΠ του 2009 (230 δις €, νούμερα κατά προσέγγιση), τότε το ίδιο χρέος ως προς το ΑΕΠ της θα ήταν «μόλις» 139%.
Εκτός αυτού, όσο μεγαλύτερη είναι η ικανότητα μίας χώρας να παράγει Εθνικό Προϊόν (αύξηση του ΑΕΠ της), τόσο περισσότερο μεγεθύνονται τα (υγιή) δημόσια έσοδα της, οπότε είναι σε θέση να εξυπηρετεί τις υποχρεώσεις της – απέναντι στους δανειστές της, αλλά και στους Πολίτες της, στους οποίους μπορεί να προσφέρει σταθερότητα ή ένα διαρκώς βελτιούμενο βιοτικό επίπεδο.
Η ανάπτυξη όμως, καθώς επίσης οι επενδύσεις που προϋποθέτει, απαιτούν με τη σειρά τους νέα δάνεια. Επομένως, «αξιόχρεους δανειολήπτες» (δημόσιους και ιδιωτικούς), οι οποίοι να μπορούν να δανείζονται με λογικά επιτόκια, για να επενδύουν στην παραγωγή, στο εμπόριο κλπ. – αυξάνοντας το τζίρο τους και, κατ’ επέκταση, το εθνικό προϊόν (ΑΕΠ), τα δημόσια έσοδα κοκ. (το ίδιο συμβαίνει και στον τομέα της ζήτησης – αύξηση της κατανάλωσης κλπ.).
Επειδή τώρα ολόκληρη η Δύση έχει ξεπεράσει τα ανώτατα όρια δανεισμού της, έχουν πάψει να υφίστανται οι υγιείς προϋποθέσεις ανάπτυξης, ενώ συρρικνώνεται τόσο η προσφορά, όσο και η ζήτηση – με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αυξηθούν τα έσοδα των κρατών, να γίνεται όλο και πιο δύσκολη η εξυπηρέτηση των υφισταμένων δανείων, καθώς επίσης να μειώνεται συνεχώς το βιοτικό επίπεδο των Πολιτών. Εκτός αυτού, επιδεινώνεται παντού το συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό πρόβλημα – οπότε το κοινωνικό κράτος, το οποίο είναι αδύνατον να διατηρηθεί στη σημερινή του μορφή.
Πολλές χώρες λοιπόν, συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Γαλλίας, είναι υποχρεωμένες να προβούν σε μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές, χωρίς τη βοήθεια της ανάπτυξης ή/και της κατανάλωσης – έτσι ώστε να επανακτήσουν τη χαμένη ανταγωνιστικότητα τους, να ξεφύγουν από την ύφεση και να καταπολεμήσουν την ανεργία.
Άλλες πάλι χώρες, όπως κυρίως οι Η.Π.Α., έχουν τη δυνατότητα να συνδέσουν τις απαιτούμενες διαρθρωτικές αλλαγές, με μία βραχυπρόθεσμη αναζωπύρωση της ζήτησης – ενώ μερικά κράτη, όπως η Γερμανία, είναι σε θέση να απολαύσουν τα οφέλη των διαρθρωτικών αλλαγών, τις οποίες έχουν ήδη δρομολογήσει στο παρελθόν (κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, σχεδόν αμέσως μετά από το ξεκίνημα της Ευρωζώνης).
Παρά το ότι λοιπόν τα σημερινά κράτη είναι από πολλές πλευρές «συνδεδεμένα», αφού η οικονομική πολιτική που ακολουθεί το ένα, επηρεάζει το άλλο (για παράδειγμα, η λιτότητα στην ΕΕ μειώνει τις προϋποθέσεις ανάπτυξης των Η.Π.Α.), έχουν διαφορετικές δυνατότητες και διαφορετικά προβλήματα, για τα οποία υποχρεωτικά θα επιλέξουν διαφορετικές λύσεις – οι οποίες όμως φαίνεται ότι θα προκαλέσουν συγκρουσιακές καταστάσεις μεταξύ τους, με αποτελέσματα που είναι αδύνατον να προβλεφθούν με σαφήνεια.
Μερικές φορές δε οι διαφορές αυτές είναι τόσο μεγάλες, όπως στην περίπτωση της παραγωγικότητας της Ελλάδας στον τομέα της γεωργίας (190 € ανά στρέμμα, έναντι 1.700 € ανά στρέμμα της Ολλανδίας και 1.290 € ανά στρέμμα του Ισραήλ), ώστε οι διαφορετικές λύσεις να αποτελούν νομοτέλεια.
Ο κοινωνικός τομέας
Η ανάπτυξη, ακόμη και αν επιτευχθεί, δεν είναι αρκετή από μόνη της – αφού είναι ουσιαστικά «εντάσεως ανεργίας», λόγω της τεχνολογίας, με αποτέλεσμα να έχει μειωθεί σε μεγάλο βαθμό η απασχόληση. Η ανεργία τώρα, σε συνδυασμό με τη μη ισορροπημένη κατανομή των εισοδημάτων («άνοιγμα της ψαλίδας» μεταξύ πλούσιων και φτωχών, εις βάρος κυρίως της μεσαίας τάξης), καθώς επίσης με τη γενικότερη πτώση του βιοτικού επιπέδου της Δύσης, δημιουργεί εκρηκτικές κοινωνικές συνθήκες (φτώχεια, εγκληματικότητα κλπ.) σε πάρα πολλές χώρες – ειδικά σε αυτές, οι οποίες έχουν υποστεί τις εγκληματικές επιθέσεις του ΔΝΤ.
Επομένως, οι απαιτήσεις για μεγαλύτερη κοινωνική Δικαιοσύνη εκ μέρους των Πολιτών αυξάνονται σε καθημερινή βάση – με δυσμενή αποτελέσματα για την Οικονομία, αφού οι διαδηλώσεις, οι απεργίες κλπ., οι οποίες προκαλούνται από την κοινωνική αδικία, κοστίζουν ακριβά τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα ενός κράτους. Πρόκειται λοιπόν για έναν άλλο «φαύλο κύκλο», ο οποίος οδηγεί από έναν ακόμη δρόμο τα κράτη και τους Πολίτες τους σε οδυνηρά αδιέξοδα.
Περαιτέρω, μέσα από όλα αυτά τα καθημερινά προβλήματα και τα αγωνιώδη αδιέξοδα, ενισχύεται εύλογα η άποψη ότι, ο καπιταλισμός έχει γίνει πλέον καταστροφικός – ειδικά επειδή οι τράπεζες, στην προηγούμενη περίοδο της ανάπτυξης, εισέπραξαν τεράστια κέρδη, ενώ στη συνέχεια «κοινωνικοποίησαν» τις ζημίες τους, εις βάρος του υπολοίπου πληθυσμού.
Το σύνολο λοιπόν των Πολιτών είναι σε μεγάλο βαθμό δύσπιστο, απέναντι στο σύστημα που επικρατεί σε κάθε χώρα – πόσο μάλλον όταν τα πακέτα διάσωσης των κρατών, τα οποία «εκπονήθηκαν» μετά την κρίση, δεν ωφέλησαν καθόλου τους Πολίτες, αλλά αποκλειστικά και μόνο τις τράπεζες. Επομένως, το υφιστάμενο «κοινωνικό σύστημα» τείνει να χάσει πλέον τη νομιμοποίηση του – επίσης με δυσδιάκριτα αποτελέσματα για το μέλλον, ενώ παρατηρείται μία «αναζωπύρωση» των εθνικιστικών, των εθνικοσοσιαλιστικών, των σοσιαλιστικών και των κομμουνιστικών ιδεών.
Ο πολιτικός τομέας
Οι απαιτήσεις για μεγαλύτερη κοινωνική Δικαιοσύνη, τις οποίες αναλύσαμε παραπάνω, δεν πρόκειται να σταματήσουν – αντίθετα, θα γίνονται όλο και πιο ισχυρές, όλο και πιο μαχητικές, όσο και αν κάτι τέτοιο δεν φαίνεται ακόμη. Ας μην ξεχνάμε ότι, η Γαλλική Επανάσταση ξέσπασε ένα χρόνο μετά τη χρεοκοπία της χώρας – ενώ ήταν μία από τις πλέον αιματηρές εποχές της Ιστορίας, με  θύματα εχθρούς και φίλους της «Γαλλικής Δημοκρατίας», οδηγώντας τελικά στο απολυταρχικό καθεστώς του Ναπολέοντα. Για πολλούς πάντως ο διαφωτισμός των βαρβάρων, όπως αποκαλείται, δεν είχε καμία σχέση με την αρχαία ελληνική του «παραλλαγή» – η οποία στηριζόταν επίσης στο άτομο, αλλά προήγαγε τη Δημοκρατία.


Επομένως, ο δυτικός κόσμος έχει μία και μοναδική επιλογή: να ανακαλύψει έναν καινούργιο πολιτικό δρόμο, ο οποίος θα διαχειρίζεται καλύτερα, άριστα αν είναι δυνατόν, τις σχέσεις (α) του Κεφαλαίου με την Εργασία, (β) των σημερινών ανθρώπων με τις μελλοντικές γενιές (γ) του χρηματοπιστωτικού τομέα με την πραγματική οικονομία και (δ) των κρατών, ειδικά των χωρών-μελών των νομισματικών ενώσεων, μεταξύ τους.
Ο δρόμος αυτός θα μπορούσε να ανακαλυφθεί από την ίδια την Πολιτική – όπου όμως τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις Η.Π.Α. ή στην Ιαπωνία επικρατεί η άποψη ότι (άρθρο μας), οι πολιτικοί είναι ανίκανοι, ανεπαρκείς, διεφθαρμένοι, υπάλληλοι των τοκογλύφων και του Καρτέλ.
Παράλληλα οι περισσότεροι πιστεύουν πως μία σκιώδης εξουσία έχει αναλάβει την «εγκατάσταση» μίας απολυταρχικής, παγκόσμιας διακυβέρνησης – με στόχο την εκμετάλλευση του συνόλου από μία μικρή, αλλά ικανότατη και πολύ ισχυρή ελίτ. Είναι άλλωστε δύσκολο να φανταστεί κανείς σήμερα ότι εκείνοι οι άνθρωποι, οι οποίοι προκάλεσαν τη σημερινή, παγκόσμια κρίση, είναι σε θέση να βρουν τις απαιτούμενες λύσεις
Στα πλαίσια αυτά, η αναζήτηση και η εύρεση ενός καινούργιου πολιτικού δρόμου, ο οποίος θα ακολουθηθεί από νέους, ικανούς, ανεξάρτητους, ανιδιοτελείς και αδιάφθορους ηγέτες, είναι μία πολύ πιο δύσκολη διαδικασία, από ότι ήταν στο παρελθόν. Επομένως, πρόκειται για μία ακόμη ασαφή διαδικασία, με επίσης δυσδιάκριτα αποτελέσματα για το μέλλον – πόσο μάλλον αφού προϋποθέτει τη δημιουργική καταστροφή όλων ανεξαιρέτως των υφισταμένων δομών (κάτι που στο παρελθόν εξασφάλιζαν οι πόλεμοι).
Επίλογος
Η πατρίδα μας είναι αναμφίβολα μία πλούσια, πολλαπλά προικισμένη χώρα, η  οποία αντιμετωπίζει πάρα πολλά προβλήματα: χρηματοπιστωτικά, οικονομικά, κοινωνικά και, κυρίως, πολιτικά. Είναι η πρώτη χώρα που βρέθηκε, εντελώς απροετοίμαστη, στο μάτι του κυκλώνα, βιώνοντας πρώτη την κρίση των κρίσεων.
Αντιμετώπισε πρώτη την εισβολή του ΔΝΤ στην Ευρωζώνη, έζησε το ρέκβιεμ της Δημοκρατίας, ενώ ήταν η πρώτη που δέχθηκε τις πάσης φύσεως άνανδρες επιθέσεις της επεκτατικής, πρωσικής Γερμανίας – όπως επίσης των τοκογλυφικών αγορών και του πολυεθνικού Καρτέλ.
Τέλος, στην Ελλάδα διορίσθηκε η πρώτη τεχνοκρατική κυβέρνηση στον πλανήτη, μετά από μία σειρά τραυματικών εμπειριών και πολιτικών ηγεσιών, μερικές από τις οποίες χαρακτηρίσθηκαν από πολλούς ακόμη και «ενδοτικές» – ενώ ήταν η πρώτη που χρεοκόπησε επίσημα και ελεγχόμενα με το PSI, με αποτέλεσμα να της επιβληθεί μία διεθνής επιτροπεία.
Οι Πολίτες της διασύρθηκαν από όλα τα ξένα ΜΜΕ, εξευτελίσθηκαν, επλήγησαν στην εθνική τους υπερηφάνεια, εξαπατήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τους ηγέτες τους, απογοητεύθηκαν από την κοινωνία τους, λεηλατήθηκαν και συνεχίζουν να λεηλατούνται με εσωτερικές υποτιμήσεις, με δημεύσεις περιουσιακών στοιχείων και με πρωτόγνωρα, εξαντλητικά μέτρα λιτότητας, χωρίς καμία προοπτική – ενώ είναι υποχρεωμένοι να αντιπαρατεθούν πρώτοι με μία απάνθρωπη ανασφάλεια, άνευ προηγουμένου στην παγκόσμια Ιστορία.
Είναι αυτοί λοιπόν, οι οποίοι βιώνουν ήδη μία «αλλαγή παραδείγματος», μία επώδυνη αλλαγή εποχής δηλαδή, για την αντιμετώπιση της οποίας δεν έχουν στη διάθεση τους κανένα συμβατικό όπλο – απόλυτα εκτεθειμένοι «στις διαθέσεις των Θεών του Ολύμπου».
Εν τούτοις οι Έλληνες, αν και με διαβρωμένο χαρακτήρα από τα τελευταία τριάντα χρόνια, είναι εξοπλισμένοι όσο κανένας άλλος λαός με έναν πολιτισμό, βαθειά ριζωμένο μέσα τους, ο οποίος είμαστε σίγουροι ότι στο τέλος θα τους επιτρέψει να αφομοιώσουν πρώτοι τη νέα εποχή και να βγουν πρώτοι ως νικητές από τον πόλεμο – από τον πρώτο παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο στην ανθρώπινη ιστορία. Αρκεί να εμπιστευθούν τον εαυτό τους, να αγωνισθούν από κοινού με θάρρος και με τόλμη για την ελευθερία τους, καθώς επίσης να μην απαιτήσουν κάτι λιγότερο από το άριστο – όπως ακριβώς έκαναν οι πρόγονοί τους.
.
Σημείωση: Η ανάλυση δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το Νοέμβριο του 2011, με τον τίτλο «Αλλαγή παραδείγματος» – ενώ ανανεώθηκε σήμερα σε ελάχιστα μέρη της, με βάση αυτά που έχουν έκτοτε συμβεί. Συνεχίζει πάντως να είναι επίκαιρη, κατά την άποψη μας, παρά το ότι έχουν μεσολαβήσει κάποια γεγονότα, τα οποία όμως μάλλον την έχουν επιβεβαιώσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου