Όπως είναι φυσικό, η άλωση της νόμιμης εξουσίας από τους εχθρούς των συμφερόντων των πολιτών μεταλλάσσει το πολίτευμα σε κάτι κάθε άλλο από δημοκρατία...
Η
ιστορία του χρέους είναι στην πραγματικότητα η ιστορία της εκποίησης
της δημόσιας περιουσίας, με την μορφή άλλοτε της πώλησης, άλλοτε της
ενοικίασης των εσόδων από αυτή έναντι σκανδαλωδώς χαμηλού τιμήματος, και
άλλοτε της λεγόμενης σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, σε όφελος
φυσικά αποκλειστικά του...
δεύτερου. Στην πραγματικότητα, είναι η εφαρμογή
της ατζέντας του Μάστριχτ, με όσες δεσμεύσεις αυτή σήμαινε για τα κράτη που την συμφώνησαν μέσω εύπιστων, διεφθαρμένων, ή ακραία φονταμενταλιστών πολιτικών τους.
Καθώς το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα βασίζεται στο κέρδος ακόμα και με την μορφή όχι πραγματικής αλλά εικαζόμενης αξίας αγαθών και υπηρεσιών, ενώ παράλληλα ψευδώς διαδίδει πως διέπεται από το αξίωμα προσφοράς/ζήτησης, στην δεύτερη κάμψη της 20ετούς κρίσης του αντιμετωπίζει την κάμψη της ζήτησης που παράγει ανάλογη μείωση της παραγωγής και συνεπώς της εργασίας. Το σύστημα πρέπει να καταστρέψει τα υπάρχοντα αγαθά και περιουσίες για να συνεχίσει παράγει άρα και να υπάρχει, όμως αυτή την φορά δεν μπορεί να το κάνει με πόλεμο. Η εναλλακτική λύση που έχει είναι να κάνει συγκέντρωση/συσσώρευση κεφαλαίου απορροφώντας πίσω όσα πούλησε, και φυσικά πληρώθηκε για να κερδίσει. Το κάνει υποτιμώντας την εργασία, εξαλείφοντας το κοινωνικό κράτος, και επιβάλλοντας μη ανταποδοτική υπερβολική φορολογία ως μέθοδο κατάσχεσης της ιδιωτικής περιουσίας. Σε ότι αφορά στην από κοινού και εξ αδιαιρέτου περιουσία των πολιτών που λέμε δημόσια περιουσία, αποφασίζει αντί καταστροφής, για τους κερδοφόρους τομείς, την μεταβίβαση σε ιδιώτες έναντι ιδιαίτερα χαμηλού τιμήματος, το οποίο μάλιστα θα καταβληθεί μελλοντικά προερχόμενο από τα οφέλη της χρήσης της. Βέβαια αυτά δεν μπορούν να γίνουν υπό δημοκρατικό καθεστώς και με την σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη της περιουσίας που είναι ο λαός, άρα το σύστημα θα αναζητά μεθόδους επιβολής αστυνομο-τρομοκρατίας, με κατάφωρη παραβίαση παντός είδους δικαιωμάτων. Ατζέντας καταστροφής λοιπόν.
Η ατζέντα αυτή επιχειρώντας να αντιμετωπίσει την δεύτερη καμπή της κρίσης τους οικονομικού συστήματος το οποίο δεν μπορεί πλέον να παράγει κέρδη διατηρώντας μια αίσθηση ευημερίας για τους εργαζόμενους πολίτες του μέσω της δίκαιης αμοιβής, ή έστω, της ανακυκλούμενης δανειοδότησης που θα αναπλήρωνε μέρος αυτής, καθώς και την επίφαση δημοκρατικού καθεστώτος στο πλαίσιο αρχών του κοινωνικού κράτους. Γι αυτό θέτει ορισμένους στόχους, ως μέσο συντήρησης του συστήματος στη ζωή και των φυσικών ή νομικών προσώπων, μελών μιας λίγο-πολύ γνωστής ολιγαρχίας τα οποία εξυπηρετεί.
Πρώτος στόχος η ανάκληση του χρήματος από την αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα την υποτίμηση της αξίας της, και συνεπώς την κατάσχεση της περιουσίας των εργαζόμενων αφού πρώτα θα καταστούν ανήμποροι τόσο για να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, όσο και να συντηρήσουν όσα αγαθά έχουν αποκτήσει. Απαραίτητη προετοιμασία ήταν κατάργηση κάθε προστασίας του αδύνατου εργαζόμενου, είτε αυτή παρεχόταν με την μορφή συνδικαλιστικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, είτε με την μορφή του δικαιώματος στην απεργία, είτε με την μορφή της απαγόρευσης την αναγκαστικής εργασίας, είτε με μέτρα κατά της παράνομα υποαμοιβόμενης ή/και αμισθί εργασίας, είτε με την διαμεσολαβητική παρουσία του κράτους υπέρ των συμφερόντων του λαού που το νομιμοποιεί, και βάσει του πρώτου άρθρου του συντάγματος, υπάρχει και λειτουργεί. Χαρακτηριστική είναι η επιδίωξη των τραπεζιτών, όπου με συχνές ανακοινώσεις και άρθρα στον τύπο, προέτρεπαν τις κυβερνήσεις στην υποτίμηση της εργασιακής αμοιβής με τον αυθαίρετο και ατεκμηρίωτο ισχυρισμό πως ο μέσος μισθός –ενίοτε και ο κατώτερος- είναι πλέον ασύνδετοι με την αξία της εργασίας, λόγω κρίσης. Έτσι καθιστά κανείς τον δανειολήπτη -που με τραπεζικό δόλο φορτώθηκε κάθε είδους δάνειο- ανίκανο πλέον να το αποπληρώσει, ενώ παράλληλα σε ένα σύστημα κατ΄επίφαση στηριζόμενο στην διαπραγμάτευση, έχει αφαιρεθεί αυτό το δικαίωμα από τον παρέχοντα την εργασία. Εννοείται πως οι τράπεζες είχαν φροντίσει μέσω παντός είδους και ονόματος δανείων σε εποχή δικαιότερη αμοιβής, να υποθηκεύσουν ό,τι κινητή και ακίνητη περιουσία υπήρχε, ώστε μετέπειτα να την κατάσχουν σε κλάσμα της πραγματικής τιμής, ενώ είχαν ήδη ωφεληθεί κατά παράνομα μονοπωλιακό και ανήθικο τρόπο από αστρονομικά επιτόκια και ήδη εξοφλημένο μέρος του δανείου σε δόσεις. Το έγκλημα ήταν προμελετημένο.
Δεύτερος στόχος ήταν η επιδρομή και κατάσχεση της περιουσίας των ταμείων, των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των νοσοκομείων, είτε με σκάνδαλα χρηματιστηρίου, είτε με εσωτερική πτώχευση όπως το PSI, είτε με την μορφή των δομημένων ομολόγων που κατέληξαν σαν κέρδη τζόγου σε μεγαλομετόχους τραπεζών, σε επιχειρήσεις αρκετά μεγάλες ώστε να μπορούν να ελέγξουν την τραπεζική δραστηριότητα, και φυσικά, στα χέρια αρκετών πολιτικών προσώπων ενεργών και μη, με ένα πλήθος αποτυχημένων πολιτευτών, κομματικών στελεχών και των γραφικών αυλοκολάκων τους.
Τρίτος στόχος είναι η εκμετάλλευση από τους ολιγάρχες του μεγάλου ντόπιου αλλά και ξένου κεφαλαίου όλων των δημόσιων επενδύσεων και κρατικών υποδομών που δημιουργήθηκαν με χρήματα των πολιτών, για την εξυπηρέτηση κοινωνικών αλλά και δημοσιονομικών αναγκών. Πέραν των κοινωνικών αναγκών, τονίζω το δημοσιονομικό σκέλος καθώς τα κέρδη αυτών των δημοσίων επιχειρήσεων εξυπηρετούσαν τα δημοσιονομικά αποπληρώνοντας το δημόσιο χρέος. Έτσι μπήκαν στο στόχο, επειδή είναι πολιτική επιδίωξη η παγίδευση σε μόνιμα αδύνατο να αποπληρωθεί χρέος, σαν άλλοθι για την επιβολή δια της βίας των προειλημμένων πολιτικών που αναφέρω ονομάζοντάς τις ατζέντας.
Τέταρτος στόχος είναι ο αποκλεισμός της δημοκρατίας που βλάπτει την ολιγαρχία και την αντιδημοκρατική δράση εξαγορασμένων πολιτευτών, με την περιφρόνηση προς την λαϊκή κυριαρχία που την εκφράζει, την φαλκίδευση της βούλησης του εκλογικού σώματος που την νομιμοποιεί, και την υπονόμευση του συμφέροντος του λαού που το νόμιμο δημοκρατικό καθεστώς καλείται να εξυπηρετήσει. Εδώ τα εργαλεία τους είναι πολλά. Αποκλεισμός κάθε φωνής που θα διέδιδε το τι πραγματικά συμβαίνει, εξαγορά των κυρίαρχων ΜΜΕ μέσω δανείων που χωρίς αυτά δεν μπορούν να υπάρξουν, γελοιοποίηση των επιστημόνων από αστείους αυτοσχέδιους μάγους πρωινάδικων τηλεσκουπιδιών στη θέση κυβερνητικών εκπροσώπων, ποδηγέτηση της δικαστικής εξουσίας μέσω προώθησης σε κορυφαίες θέσεις της σεσημασμένων για την ανεπάρκεια, την αήθια και τον φονταμενταλισμό τους ατόμων. Ακόμα, σχεδιασμένη και με πρόθεση είναι η περιφρόνηση προς θεμελιώδεις δημοκρατικούς θεσμούς όπως η βουλή, και τις δημοκρατικές λειτουργίες όπως ο έλεγχος και η λογοδοσία για πεπραγμένα. Σε αυτό εντάσσεται ακόμα και η συνεργασία θύτη με το θύμα του, δηλαδή των επίορκων πολιτικών που ενώ θα έπρεπε να εκπροσωπούν το κράτος, εκείνοι συνεργάζονται με τις τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις που δρουν εναντίον της χώρας, με τους οίκους αξιολόγησης οι οποίοι είναι απλώς παραρτήματα των κερδοσκόπων, τους νομικούς υπαλλήλους των δήθεν επενδυτών και με τους εκκαθαριστές τους. Ενίοτε μάλιστα, όταν δεν τους εκχωρούν παράνομα και ανήθικα εξουσίες, τους προσλαμβάνουν ως κρατικούς υπαλλήλους, ή ακόμα τους διορίζουν υπουργούς οικονομικών και πρωθυπουργούς.
Όπως είναι φυσικό, η άλωση της νόμιμης εξουσίας από τους εχθρούς των συμφερόντων των πολιτών μεταλλάσσει το πολίτευμα σε κάτι κάθε άλλο από δημοκρατία, γι αυτό απαιτεί ένα βαθιά διεφθαρμένο και ωφελιμιστικό, ασυνείδητο, οικονομικά άπληστο, σαφώς αντιδημοκρατικό και τυχοδιωκτικό πολιτικό σύστημα, συχνά αμαρτωλό και εκβιαζόμενο. Η ιστορική διαδοχή των γεγονότων Siemens, χρηματιστήριο, ολυμπιακοί αγώνες, παρακολουθήσεις πολιτικών, λίστες οφσόρ και μαύρου πολιτικού χρήματος όπως η Λαγκάρντ, όπως και πλήθος άλλων τεκμηρίων βαθιάς σήψης του πολιτικού –ή καλύτερα κομματικού- προσωπικού που ενέχονται σε αυτά, αποδεικνύει και καταγράφει ανεξίτηλα την ιστορική αλήθεια του εθνικού μας δράματος.
Δεν ζούμε σε δημοκρατία, και πρέπει να έχουμε επίγνωση πως δεν πρόκειται να το παραδεχτούν αυτοί που την κατέλυσαν για να πλουτίσουν, ή/και να σφετεριστούν νόμιμες εξουσίες. Σε άλλη προηγούμενη δικτατορία, ο τότε δικτάτορας παραληρούσε διαγγέλματα μόνος μέσα στη βουλή, επισφραγίζοντας την προδοσία και την κατάλυση της δημοκρατίας με ένα Ελληνικέ λαέ, ζήτω η δημοκρατία. Όπως και τότε έτσι και τώρα αντιμετωπίζουμε ένα καθεστώς όπου εκείνοι που το απαρτίζουν είναι άτομα τα οποί αυτονομήθηκαν από τον λαό που υποτίθεται πως αντιπροσώπευαν, αυτονομήθηκαν από ηθικούς και πολιτικούς κανόνες, αυτονομήθηκαν όμως και από την λογική. Είναι άτομα του κοινού ποινικού δικαίου που δόλια εξαπάτησαν και υφάρπαξαν την ψήφο. Είναι άτομα που εν γνώσει και από πρόθεση εξαπατούν την πηγή κάθε εξουσίας που είναι ο λαός, με ψεύδη για την πραγματική κατάσταση, ψεύδη για τις προθέσεις και επιδιώξεις τους, με ψεύδη αναφορικά με το υπέρ τίνος υφίστανται και λειτουργούν. Μαζί υπάρχουν και συνεργάζονται οι γραφικοί της παρέας γνωστοί ως βουλευτές, άβουλοι ή δόλιοι χειροσηκωτές ψηφοφοριών σε ό,τι το κόμμα προστάζει, άσχετα με το ποιος το υπαγορεύει και υπέρ τίνος λειτουργεί, αρκεί να πέφτει ο μισθός και τα ακριβά προνόμια τίμημα της προδοσίας των ψηφοφόρων τους.
Υπάρχει έξοδος από αυτό το σπιράλ του θανάτου της χώρας; Αυτό είναι κάτι που πρέπει να ζητηθεί από τους ειδικούς επιστήμονες, όμως θα χρειαστεί να υπάρξουν δυο βασικές προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι ο διαχωρισμός της επιστήμης –ή των λεγόμενων τεχνοκρατών- από την πολιτική. Το εκλογικό σώμα ελέγχει τους πολιτικούς, όχι όμως τους επιστημονικούς τους συνεργάτες. Αρα, σε μια υγιή βάση οι πολίτες θα εκλέξουν πολιτικούς για όσα προτίθενται να κάνουν, και εκείνοι με την σειρά τους θα ζητήσουν από την επιστήμη να βρει τρόπο υλοποίησης. Όχι αντίστροφα, γιατί την τελευταία φορά οι τεχνοκράτες τραπεζίτες ζήτησαν από την πολιτική εκχώρηση εξουσιών, ή στην καλύτερη περίπτωση, υπαγόρευσαν πολιτική ζητώντας από τους πολιτικούς να εκτελούν ρουτίνα παντομίμας και τεχνικές επικοινωνίας, για να τους δικαιολογήσουν. Σαν απλό παράδειγμα αναφέρεται η ανάκτηση των υποδομών ενέργειας και επικοινωνιών όπου οι τεχνικοί πρέπει να βρουν τον καλύτερο, συντομότερο, ασφαλέστερο και οικονομικό τρόπο, αντί να ζητήσουν από τους πολιτικούς να δικαιολογήσουν γιατί αυτό δεν πρέπει να γίνει. Τέλος, θα πρέπει να εξοστρακιστεί από την πολιτική σκηνή κα κάθε πολιτική ή τεχνική διαδικασία κάθε άτομο που δήλωσε πως δεν υπολογίζει το πολιτικό κόστος. Πολιτικό κόστος στις δημοκρατίες είναι η απόρριψη από τους πολίτες των επιλογών ενός υπό κρίση ατόμου, είναι η μη επανεκλογή. Αυτό ακριβώς είναι το σημείο που διαφοροποιεί την δημοκρατία από την δικτατορία, καθώς οι πολιτικοί κρίνονται με βάση τα πεπραγμένα τους κι τον αντίκτυπό τους στην κοινωνία. Πολιτικό κόστος δεν έχουν μόνο όσοι καταλαμβάνουν την εξουσία με βία και δόλο, που αμείβονται τόσο από το κράτος όσο και από άνομα συμφέροντα που εξυπηρετούν, και που εντέλει, σε μια απλουστευμένη κυνική πλην αντικειμενική θεώρηση των πραγμάτων, μπορούν να αντιμετωπίσουν μέχρι και κατηγορίες κατασκοπείας ως διπλοί πράκτορες.
Μια ψύχραιμη ματιά στην ελληνική τραγωδία και τον εκμαυλισμό του δημοκρατικού πολιτεύματος από τρίτης ποιοτικής κατηγορίας διεφθαρμένους πολιτευτές, δείχνει πως χρειάζεται σαρωτική και ποιοτική ανανέωση του προσωπικού. Δεν καταδικάζω φυσικά την βία, αφού αυτή αποτελεί αναπόσπαστο συνθετικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης, και αφού όταν το ισχυρό του δικαίου περιφρονείται, τότε εναπομένει μόνο το δίκιο του ισχυρού. Ωστόσο κρίνω από το αποτέλεσμα, και όταν η βία του λαού προς τον δυνάστη του δεν παράγει θετικό αποτέλεσμα, πρέπει να αποφεύγεται. Η επιστροφή της δημοκρατίας στον τόπο θα έρθει μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες και θεσμικές διεργασίες, και όταν πλέον υπάρξει απόδοση ευθυνών, τότε επίορκοι πολιτικοί, δικαστές, αστυνομικοί και επικοινωνιακοί συνεπίκουροί τους, μπορεί να δοκιμάσουν και λίγη από την βία που ασκούν τώρα σε βάρος του ιδιοκτήτη της χώρας και μόνου νόμιμου εγγυητή της δημοκρατίας, του λαού.
Το κείμενο αυτό είναι μικρό μέρος ενός μεγαλύτερου, σε draft μορφή. Το γλυπτό είναι οι τυραννοκτόνοι, αντίγραφο μπρούντζινου, με τον συμβολισμό που υποκειμενικά βλέπει κανείς.
The Bloopers Team (web radio)
Καθώς το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα βασίζεται στο κέρδος ακόμα και με την μορφή όχι πραγματικής αλλά εικαζόμενης αξίας αγαθών και υπηρεσιών, ενώ παράλληλα ψευδώς διαδίδει πως διέπεται από το αξίωμα προσφοράς/ζήτησης, στην δεύτερη κάμψη της 20ετούς κρίσης του αντιμετωπίζει την κάμψη της ζήτησης που παράγει ανάλογη μείωση της παραγωγής και συνεπώς της εργασίας. Το σύστημα πρέπει να καταστρέψει τα υπάρχοντα αγαθά και περιουσίες για να συνεχίσει παράγει άρα και να υπάρχει, όμως αυτή την φορά δεν μπορεί να το κάνει με πόλεμο. Η εναλλακτική λύση που έχει είναι να κάνει συγκέντρωση/συσσώρευση κεφαλαίου απορροφώντας πίσω όσα πούλησε, και φυσικά πληρώθηκε για να κερδίσει. Το κάνει υποτιμώντας την εργασία, εξαλείφοντας το κοινωνικό κράτος, και επιβάλλοντας μη ανταποδοτική υπερβολική φορολογία ως μέθοδο κατάσχεσης της ιδιωτικής περιουσίας. Σε ότι αφορά στην από κοινού και εξ αδιαιρέτου περιουσία των πολιτών που λέμε δημόσια περιουσία, αποφασίζει αντί καταστροφής, για τους κερδοφόρους τομείς, την μεταβίβαση σε ιδιώτες έναντι ιδιαίτερα χαμηλού τιμήματος, το οποίο μάλιστα θα καταβληθεί μελλοντικά προερχόμενο από τα οφέλη της χρήσης της. Βέβαια αυτά δεν μπορούν να γίνουν υπό δημοκρατικό καθεστώς και με την σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη της περιουσίας που είναι ο λαός, άρα το σύστημα θα αναζητά μεθόδους επιβολής αστυνομο-τρομοκρατίας, με κατάφωρη παραβίαση παντός είδους δικαιωμάτων. Ατζέντας καταστροφής λοιπόν.
Η ατζέντα αυτή επιχειρώντας να αντιμετωπίσει την δεύτερη καμπή της κρίσης τους οικονομικού συστήματος το οποίο δεν μπορεί πλέον να παράγει κέρδη διατηρώντας μια αίσθηση ευημερίας για τους εργαζόμενους πολίτες του μέσω της δίκαιης αμοιβής, ή έστω, της ανακυκλούμενης δανειοδότησης που θα αναπλήρωνε μέρος αυτής, καθώς και την επίφαση δημοκρατικού καθεστώτος στο πλαίσιο αρχών του κοινωνικού κράτους. Γι αυτό θέτει ορισμένους στόχους, ως μέσο συντήρησης του συστήματος στη ζωή και των φυσικών ή νομικών προσώπων, μελών μιας λίγο-πολύ γνωστής ολιγαρχίας τα οποία εξυπηρετεί.
Πρώτος στόχος η ανάκληση του χρήματος από την αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα την υποτίμηση της αξίας της, και συνεπώς την κατάσχεση της περιουσίας των εργαζόμενων αφού πρώτα θα καταστούν ανήμποροι τόσο για να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, όσο και να συντηρήσουν όσα αγαθά έχουν αποκτήσει. Απαραίτητη προετοιμασία ήταν κατάργηση κάθε προστασίας του αδύνατου εργαζόμενου, είτε αυτή παρεχόταν με την μορφή συνδικαλιστικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, είτε με την μορφή του δικαιώματος στην απεργία, είτε με την μορφή της απαγόρευσης την αναγκαστικής εργασίας, είτε με μέτρα κατά της παράνομα υποαμοιβόμενης ή/και αμισθί εργασίας, είτε με την διαμεσολαβητική παρουσία του κράτους υπέρ των συμφερόντων του λαού που το νομιμοποιεί, και βάσει του πρώτου άρθρου του συντάγματος, υπάρχει και λειτουργεί. Χαρακτηριστική είναι η επιδίωξη των τραπεζιτών, όπου με συχνές ανακοινώσεις και άρθρα στον τύπο, προέτρεπαν τις κυβερνήσεις στην υποτίμηση της εργασιακής αμοιβής με τον αυθαίρετο και ατεκμηρίωτο ισχυρισμό πως ο μέσος μισθός –ενίοτε και ο κατώτερος- είναι πλέον ασύνδετοι με την αξία της εργασίας, λόγω κρίσης. Έτσι καθιστά κανείς τον δανειολήπτη -που με τραπεζικό δόλο φορτώθηκε κάθε είδους δάνειο- ανίκανο πλέον να το αποπληρώσει, ενώ παράλληλα σε ένα σύστημα κατ΄επίφαση στηριζόμενο στην διαπραγμάτευση, έχει αφαιρεθεί αυτό το δικαίωμα από τον παρέχοντα την εργασία. Εννοείται πως οι τράπεζες είχαν φροντίσει μέσω παντός είδους και ονόματος δανείων σε εποχή δικαιότερη αμοιβής, να υποθηκεύσουν ό,τι κινητή και ακίνητη περιουσία υπήρχε, ώστε μετέπειτα να την κατάσχουν σε κλάσμα της πραγματικής τιμής, ενώ είχαν ήδη ωφεληθεί κατά παράνομα μονοπωλιακό και ανήθικο τρόπο από αστρονομικά επιτόκια και ήδη εξοφλημένο μέρος του δανείου σε δόσεις. Το έγκλημα ήταν προμελετημένο.
Δεύτερος στόχος ήταν η επιδρομή και κατάσχεση της περιουσίας των ταμείων, των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των νοσοκομείων, είτε με σκάνδαλα χρηματιστηρίου, είτε με εσωτερική πτώχευση όπως το PSI, είτε με την μορφή των δομημένων ομολόγων που κατέληξαν σαν κέρδη τζόγου σε μεγαλομετόχους τραπεζών, σε επιχειρήσεις αρκετά μεγάλες ώστε να μπορούν να ελέγξουν την τραπεζική δραστηριότητα, και φυσικά, στα χέρια αρκετών πολιτικών προσώπων ενεργών και μη, με ένα πλήθος αποτυχημένων πολιτευτών, κομματικών στελεχών και των γραφικών αυλοκολάκων τους.
Τρίτος στόχος είναι η εκμετάλλευση από τους ολιγάρχες του μεγάλου ντόπιου αλλά και ξένου κεφαλαίου όλων των δημόσιων επενδύσεων και κρατικών υποδομών που δημιουργήθηκαν με χρήματα των πολιτών, για την εξυπηρέτηση κοινωνικών αλλά και δημοσιονομικών αναγκών. Πέραν των κοινωνικών αναγκών, τονίζω το δημοσιονομικό σκέλος καθώς τα κέρδη αυτών των δημοσίων επιχειρήσεων εξυπηρετούσαν τα δημοσιονομικά αποπληρώνοντας το δημόσιο χρέος. Έτσι μπήκαν στο στόχο, επειδή είναι πολιτική επιδίωξη η παγίδευση σε μόνιμα αδύνατο να αποπληρωθεί χρέος, σαν άλλοθι για την επιβολή δια της βίας των προειλημμένων πολιτικών που αναφέρω ονομάζοντάς τις ατζέντας.
Τέταρτος στόχος είναι ο αποκλεισμός της δημοκρατίας που βλάπτει την ολιγαρχία και την αντιδημοκρατική δράση εξαγορασμένων πολιτευτών, με την περιφρόνηση προς την λαϊκή κυριαρχία που την εκφράζει, την φαλκίδευση της βούλησης του εκλογικού σώματος που την νομιμοποιεί, και την υπονόμευση του συμφέροντος του λαού που το νόμιμο δημοκρατικό καθεστώς καλείται να εξυπηρετήσει. Εδώ τα εργαλεία τους είναι πολλά. Αποκλεισμός κάθε φωνής που θα διέδιδε το τι πραγματικά συμβαίνει, εξαγορά των κυρίαρχων ΜΜΕ μέσω δανείων που χωρίς αυτά δεν μπορούν να υπάρξουν, γελοιοποίηση των επιστημόνων από αστείους αυτοσχέδιους μάγους πρωινάδικων τηλεσκουπιδιών στη θέση κυβερνητικών εκπροσώπων, ποδηγέτηση της δικαστικής εξουσίας μέσω προώθησης σε κορυφαίες θέσεις της σεσημασμένων για την ανεπάρκεια, την αήθια και τον φονταμενταλισμό τους ατόμων. Ακόμα, σχεδιασμένη και με πρόθεση είναι η περιφρόνηση προς θεμελιώδεις δημοκρατικούς θεσμούς όπως η βουλή, και τις δημοκρατικές λειτουργίες όπως ο έλεγχος και η λογοδοσία για πεπραγμένα. Σε αυτό εντάσσεται ακόμα και η συνεργασία θύτη με το θύμα του, δηλαδή των επίορκων πολιτικών που ενώ θα έπρεπε να εκπροσωπούν το κράτος, εκείνοι συνεργάζονται με τις τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις που δρουν εναντίον της χώρας, με τους οίκους αξιολόγησης οι οποίοι είναι απλώς παραρτήματα των κερδοσκόπων, τους νομικούς υπαλλήλους των δήθεν επενδυτών και με τους εκκαθαριστές τους. Ενίοτε μάλιστα, όταν δεν τους εκχωρούν παράνομα και ανήθικα εξουσίες, τους προσλαμβάνουν ως κρατικούς υπαλλήλους, ή ακόμα τους διορίζουν υπουργούς οικονομικών και πρωθυπουργούς.
Όπως είναι φυσικό, η άλωση της νόμιμης εξουσίας από τους εχθρούς των συμφερόντων των πολιτών μεταλλάσσει το πολίτευμα σε κάτι κάθε άλλο από δημοκρατία, γι αυτό απαιτεί ένα βαθιά διεφθαρμένο και ωφελιμιστικό, ασυνείδητο, οικονομικά άπληστο, σαφώς αντιδημοκρατικό και τυχοδιωκτικό πολιτικό σύστημα, συχνά αμαρτωλό και εκβιαζόμενο. Η ιστορική διαδοχή των γεγονότων Siemens, χρηματιστήριο, ολυμπιακοί αγώνες, παρακολουθήσεις πολιτικών, λίστες οφσόρ και μαύρου πολιτικού χρήματος όπως η Λαγκάρντ, όπως και πλήθος άλλων τεκμηρίων βαθιάς σήψης του πολιτικού –ή καλύτερα κομματικού- προσωπικού που ενέχονται σε αυτά, αποδεικνύει και καταγράφει ανεξίτηλα την ιστορική αλήθεια του εθνικού μας δράματος.
Δεν ζούμε σε δημοκρατία, και πρέπει να έχουμε επίγνωση πως δεν πρόκειται να το παραδεχτούν αυτοί που την κατέλυσαν για να πλουτίσουν, ή/και να σφετεριστούν νόμιμες εξουσίες. Σε άλλη προηγούμενη δικτατορία, ο τότε δικτάτορας παραληρούσε διαγγέλματα μόνος μέσα στη βουλή, επισφραγίζοντας την προδοσία και την κατάλυση της δημοκρατίας με ένα Ελληνικέ λαέ, ζήτω η δημοκρατία. Όπως και τότε έτσι και τώρα αντιμετωπίζουμε ένα καθεστώς όπου εκείνοι που το απαρτίζουν είναι άτομα τα οποί αυτονομήθηκαν από τον λαό που υποτίθεται πως αντιπροσώπευαν, αυτονομήθηκαν από ηθικούς και πολιτικούς κανόνες, αυτονομήθηκαν όμως και από την λογική. Είναι άτομα του κοινού ποινικού δικαίου που δόλια εξαπάτησαν και υφάρπαξαν την ψήφο. Είναι άτομα που εν γνώσει και από πρόθεση εξαπατούν την πηγή κάθε εξουσίας που είναι ο λαός, με ψεύδη για την πραγματική κατάσταση, ψεύδη για τις προθέσεις και επιδιώξεις τους, με ψεύδη αναφορικά με το υπέρ τίνος υφίστανται και λειτουργούν. Μαζί υπάρχουν και συνεργάζονται οι γραφικοί της παρέας γνωστοί ως βουλευτές, άβουλοι ή δόλιοι χειροσηκωτές ψηφοφοριών σε ό,τι το κόμμα προστάζει, άσχετα με το ποιος το υπαγορεύει και υπέρ τίνος λειτουργεί, αρκεί να πέφτει ο μισθός και τα ακριβά προνόμια τίμημα της προδοσίας των ψηφοφόρων τους.
Υπάρχει έξοδος από αυτό το σπιράλ του θανάτου της χώρας; Αυτό είναι κάτι που πρέπει να ζητηθεί από τους ειδικούς επιστήμονες, όμως θα χρειαστεί να υπάρξουν δυο βασικές προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι ο διαχωρισμός της επιστήμης –ή των λεγόμενων τεχνοκρατών- από την πολιτική. Το εκλογικό σώμα ελέγχει τους πολιτικούς, όχι όμως τους επιστημονικούς τους συνεργάτες. Αρα, σε μια υγιή βάση οι πολίτες θα εκλέξουν πολιτικούς για όσα προτίθενται να κάνουν, και εκείνοι με την σειρά τους θα ζητήσουν από την επιστήμη να βρει τρόπο υλοποίησης. Όχι αντίστροφα, γιατί την τελευταία φορά οι τεχνοκράτες τραπεζίτες ζήτησαν από την πολιτική εκχώρηση εξουσιών, ή στην καλύτερη περίπτωση, υπαγόρευσαν πολιτική ζητώντας από τους πολιτικούς να εκτελούν ρουτίνα παντομίμας και τεχνικές επικοινωνίας, για να τους δικαιολογήσουν. Σαν απλό παράδειγμα αναφέρεται η ανάκτηση των υποδομών ενέργειας και επικοινωνιών όπου οι τεχνικοί πρέπει να βρουν τον καλύτερο, συντομότερο, ασφαλέστερο και οικονομικό τρόπο, αντί να ζητήσουν από τους πολιτικούς να δικαιολογήσουν γιατί αυτό δεν πρέπει να γίνει. Τέλος, θα πρέπει να εξοστρακιστεί από την πολιτική σκηνή κα κάθε πολιτική ή τεχνική διαδικασία κάθε άτομο που δήλωσε πως δεν υπολογίζει το πολιτικό κόστος. Πολιτικό κόστος στις δημοκρατίες είναι η απόρριψη από τους πολίτες των επιλογών ενός υπό κρίση ατόμου, είναι η μη επανεκλογή. Αυτό ακριβώς είναι το σημείο που διαφοροποιεί την δημοκρατία από την δικτατορία, καθώς οι πολιτικοί κρίνονται με βάση τα πεπραγμένα τους κι τον αντίκτυπό τους στην κοινωνία. Πολιτικό κόστος δεν έχουν μόνο όσοι καταλαμβάνουν την εξουσία με βία και δόλο, που αμείβονται τόσο από το κράτος όσο και από άνομα συμφέροντα που εξυπηρετούν, και που εντέλει, σε μια απλουστευμένη κυνική πλην αντικειμενική θεώρηση των πραγμάτων, μπορούν να αντιμετωπίσουν μέχρι και κατηγορίες κατασκοπείας ως διπλοί πράκτορες.
Μια ψύχραιμη ματιά στην ελληνική τραγωδία και τον εκμαυλισμό του δημοκρατικού πολιτεύματος από τρίτης ποιοτικής κατηγορίας διεφθαρμένους πολιτευτές, δείχνει πως χρειάζεται σαρωτική και ποιοτική ανανέωση του προσωπικού. Δεν καταδικάζω φυσικά την βία, αφού αυτή αποτελεί αναπόσπαστο συνθετικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης, και αφού όταν το ισχυρό του δικαίου περιφρονείται, τότε εναπομένει μόνο το δίκιο του ισχυρού. Ωστόσο κρίνω από το αποτέλεσμα, και όταν η βία του λαού προς τον δυνάστη του δεν παράγει θετικό αποτέλεσμα, πρέπει να αποφεύγεται. Η επιστροφή της δημοκρατίας στον τόπο θα έρθει μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες και θεσμικές διεργασίες, και όταν πλέον υπάρξει απόδοση ευθυνών, τότε επίορκοι πολιτικοί, δικαστές, αστυνομικοί και επικοινωνιακοί συνεπίκουροί τους, μπορεί να δοκιμάσουν και λίγη από την βία που ασκούν τώρα σε βάρος του ιδιοκτήτη της χώρας και μόνου νόμιμου εγγυητή της δημοκρατίας, του λαού.
Το κείμενο αυτό είναι μικρό μέρος ενός μεγαλύτερου, σε draft μορφή. Το γλυπτό είναι οι τυραννοκτόνοι, αντίγραφο μπρούντζινου, με τον συμβολισμό που υποκειμενικά βλέπει κανείς.
The Bloopers Team (web radio)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου