Κάποιο
βράδυ ένας διαβάτης ήρθε στην άκρη του χωριού και κοιμήθηκε κάτω από
ένα δέντρο. Ξαφνικά και ενώ κοιμόταν ένας χωριάτης τον πλησίασε και τον
ξύπνησε λέγοντάς του:
– Την πέτρα! Δώσε μου την πολύτιμη πέτρα!
– Ποια πέτρα; δεν κατάλαβε ο διαβάτης.
– Χθες τη νύχτα είδα όνειρο το Σίβα και
μου είπε να έρθω στην άκρη του χωριού όπου κάποιος άνθρωπος θα μου
δώσει μια πέτρα που θα με κάνει πλούσιο για όλη μου τη ζωή.
Τότε διαβάτης άνοιξε το σακί που κουβαλούσε και έβγαλε κάτι από μέσα.
– Ίσως ο Σίβα εννοούσε αυτό το διαμάντι είπε, το βρήκα χθες το βράδυ μέσα στο δάσος. Πάρ’ το, είναι δικό σου.
Ο χωριάτης με περιέργεια κοιτούσε μια
την πέτρα, μια τον διαβάτη. Κρατούσε στα χέρια του το μεγαλύτερο
διαμάντι του κόσμου! Είμαι πλούσιος και ευτυχισμένος σκέφτηκε!
Όμως στο σπίτι του ο χωριάτης, όλη τη
νύχτα προσπαθούσε να κοιμηθεί αλλά δεν τα κατάφερε. Το πρωί σηκώθηκε
αργά και κουρασμένος και πήγε να βρει τον διαβάτη. Μόλις τον συνάντησε
του είπε:
– Πάρε το διαμάντι και δώσε μου αυτόν
τον πλούτο που έχεις μέσα σου χάρη στον οποίο με τέτοια ευκολία
αποχωρίστηκες αυτό το διαμάντι…
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου