Ο «μισός κανόνας του χρυσού» που υιοθετήθηκε το 1922, κατά τον οποίο μόνο η Μ. Βρετανία και οι Η.Π.Α. όφειλαν να έχουν αντίκρισμα σε χρυσό, όσον αφορά τα νομίσματα τους απέτυχε – ενώ μεταξύ των ετών 1920 και 1930 αυξήθηκε το μίσος εναντίον των τραπεζών, καθώς επίσης των ιδιοκτητών τους. Οι άνθρωποι, άνεργοι και πεινασμένοι, ήθελαν να αποκτήσουν ξανά τα κράτη τον έλεγχο των νομισμάτων τους, τον οποίο είχαν παραδώσει ανόητα στις τράπεζες – με αποτέλεσμα να κινδυνεύσει η εξουσία του καρτέλ. Ακολούθησε το κραχ του 1929, η Μεγάλη Ύφεση και ένας ακόμη παγκόσμιος πόλεμος...
.
Ανάλυση
Πριν από 100 χρόνια ίδρυσαν ορισμένοι τραπεζίτες, οι οποίοι λειτουργούσαν γύρω από τις οικογένειες Rothschild, Rockefeller, Morgan και Warburg, την κεντρική τράπεζα των Η.Π.Α., τη FED – με τη βοήθεια της οποίας απέκτησαν στη συνέχεια ανυπολόγιστη ισχύ, σε όλα σχεδόν τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Την ίδια στιγμή, δρομολόγησαν το ιδιωτικό δολάριο, μετατρέποντας το σε δικό τους προσωπικό νόμισμα – υποχρεώνοντας στη συνέχεια την κυβέρνηση της υπερδύναμης να δανείζεται από αυτούς στο συγκεκριμένο «συνάλλαγμα», πληρώνοντας τόκους....
Εν τούτοις, αχόρταγοι όπως ήταν, δεν περιορίσθηκαν σε αυτές τις ενέργειες επιλέγοντας, για να αυξήσουν τη δύναμη τους, την «αποδόμηση» του κανόνα του χρυσού – παρά το ότι αποτελούσε εγγύηση για τη σταθερότητα και την ειρήνη. Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο, έπρεπε να μεσολαβήσουν ασυνήθιστα γεγονότα, όπως ένας πόλεμος – επειδή οι άνθρωποι εμπιστεύονταν ανέκαθεν το χρυσό, οπότε και το νόμισμα που είναι συνδεδεμένο μαζί του.
Περαιτέρω, την 1η Ιανουαρίου του 1914 δημιουργήθηκε ουσιαστικά το νέο δολάριο – ενώ στις 28 Ιουνίου του ιδίου έτους δολοφονήθηκε ο διάδοχος του αυστριακού θρόνου, από σέρβους τρομοκράτες. Η Αυστρία, μία μεγάλη δύναμη τότε σε πορεία κατάρρευσης, απαίτησε να ερευνήσει το συμβάν επί τόπου – κάτι που αρνήθηκαν οι Σέρβοι. Αυτό ήταν επίσημα αρκετό για να κηρυχθεί ο πόλεμος εναντίον της Σερβίας – όπου όλοι γνώριζαν πως ισοδυναμούσε ταυτόχρονα με την κήρυξη πολέμου εναντίον της Ρωσίας και της Γαλλίας.
Μετά το τέλος του πολέμου, το 1919, στη σύσκεψη ειρήνης του Παρισιού, οι ηττημένοι υποχρεώθηκαν να καταβάλλουν τεράστιες αποζημιώσεις στους νικητές – παρά τις τότε προειδοποιήσεις του Keynes, ο οποίος διαισθανόταν πού θα οδηγούσαν. Απαιτήθηκε λοιπόν από τη Γερμανία να πληρώσει στη Γαλλία, στη Μ. Βρετανία, στην Ιταλία και στο Βέλγιο 7.000 τόνους χρυσού (20 δις χρυσά μάρκα) – τα οποία φυσικά θα κατευθύνονταν στις Η.Π.Α. που είχαν δανείσει τις ευρωπαϊκές χώρες για τη διεξαγωγή του πολέμου.
Επειδή όμως οι Η.Π.Α. δεν θα είχαν τη δυνατότητα να δανείσουν χρήματα, εάν οι ίδιες δεν δανείζονταν από το καρτέλ των τραπεζών και ειδικά από τους Rothschild, μπορεί κανείς εύκολα να υποθέσει πως ο γερμανικός ουσιαστικά χρυσός κατευθύνθηκε σε αυτές.
Συνεχίζοντας η Γερμανία, παρά τις επιβαρύνσεις που της επιβλήθηκαν, ήθελε να έχει αντίκρισμα στα χρήματα της σε χρυσό, τουλάχιστον στο 30% των ποσοτήτων που τύπωνε – γεγονός που περιόριζε αυτόματα την ποσότητα των χρημάτων, οπότε την ισχύ του τραπεζικού καρτέλ.
Οι τράπεζες τότε, επειδή δεν ήθελαν να είναι η Γερμανία η μοναδική χώρα με αντίκρισμα στο νόμισμα της, προκάλεσαν το 1922 τη συμφωνία των σημαντικότερων κρατών στη Γένουα – με βάση την οποία υιοθετήθηκε ο «μισός κανόνας του χρυσού». Σύμφωνα με αυτόν, η Μ. Βρετανία και οι Η.Π.Α. όφειλαν να έχουν αντίκρισμα σε χρυσό, όσον αφορά τα νομίσματα τους – γεγονός πολύ εύκολο φυσικά για τις δύο αυτές χώρες, οι οποίες διέθεταν αρκετά αποθέματα, ενώ θα εισέπρατταν ακόμη περισσότερα από την ηττημένοι Γερμανία.
Ο «μισός κανόνας του χρυσού» απέτυχε – ενώ μεταξύ των ετών 1920 και 1930 αυξήθηκε το μίσος εναντίον των τραπεζών, καθώς επίσης των ιδιοκτητών τους. Οι άνθρωποι, άνεργοι και πεινασμένοι, ήθελαν να αποκτήσουν ξανά τα κράτη τον έλεγχο των νομισμάτων τους, τον οποίο είχαν παραδώσει ανόητα στις τράπεζες – με αποτέλεσμα να κινδυνεύει ξανά η εξουσία του καρτέλ (με έναν ανάλογο τρόπο «υπεξαίρεσε» ουσιαστικά η ΕΚΤ, με εντολή της Fed, τα νομίσματα όλων των χωρών της Ευρωζώνης).
Ακολούθησε λοιπόν ένας καινούργιος πόλεμος, ο οποίος πυροδοτήθηκε από τη σύγκρουση της Γερμανίας με την Πολωνία – οπότε εκτοξεύθηκαν ξανά τα κέρδη των τραπεζών στα ύψη, αφού χρηματοδοτούσαν και τις δύο πλευρές. Στο τέλος δε οικειοποιήθηκαν όλες εκείνες τις ποσότητες χρυσού, τις οποίες είχαν προηγουμένως ληστέψει η Γερμανία και η Ιαπωνία, από πολλές άλλες χώρες, κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Το πραγματικά πολύ μεγάλο παιχνίδι, το «Colpo Grosso», ολοκληρώθηκε με τη συμφωνία του Bretton Woods το 1944 – όπου η Fed υποχρέωσε ουσιαστικά ολόκληρο τον πλανήτη να διεξάγει το σύνολο των διεθνών συναλλαγών του σε δολάρια. Φυσικά υπήρξαν ορισμένα «προβληματικά» κράτη, τα οποία δεν ήθελαν να παραιτηθούν εντελώς από το χρυσό – οπότε η Fed αναγκάσθηκε να εγγυηθεί την ανταλλαγή των δολαρίων με χρυσό, εάν κανείς το επιθυμούσε.
Δυόμιση δεκαετίες αργότερα δημιουργήθηκαν και τέθηκαν σε κυκλοφορία παγκοσμίως τόσα πολλά δολάρια, ώστε η αμερικανική κεντρική τράπεζα δεν μπορούσε να εκπληρώσει πλέον τις επιθυμίες των Ευρωπαίων «φίλων» της – να ανταλλάσσει δηλαδή τα δολάρια με χρυσό. Κατήγγειλε λοιπόν μονομερώς τη συμφωνία (σοκ του Νίξον, 1971), με τη βοήθεια μίας ακόμη μαριονέτας-προέδρου των Η.Π.Α. – γεγονός που ουσιαστικά ισοδυναμούσε με την κήρυξη του πολέμου, εναντίον όλου του υπόλοιπου πλανήτη.
Η Fed ανακοίνωσε στην πραγματικότητα προς όλες τις χώρες πως είτε αποδέχονται τα ψέματα και την απάτη της, συνεχίζοντας να χρησιμοποιούν τα χωρίς αντίκρισμα δολάρια για τις συναλλαγές τους, είτε θα υποχρέωνε τον πρόεδρο των Η.Π.Α. να εισβάλλει στο εσωτερικό τους – με όλα τα μέσα, οικονομικά, χρηματοπιστωτικά και στρατιωτικά που έχει στη διάθεση του. Έκτοτε, αρκετές χώρες έχουν συνειδητοποιήσει πως η απειλή δεν ήταν θεωρητική, αλλά πρακτική – έχοντας αντιμετωπίσει τις επιθέσεις του ΔΝΤ, του ΝΑΤΟ κοκ.
Η σύγχρονη εποχή
Το δολάριο, καθώς επίσης το βασισμένο στα χρέη νομισματικό μας σύστημα, το οποίο ελέγχεται από μία μικρή ελίτ, φτάνει στο τέλος του. Μαζί του καταρρέει η δύναμη του αγγλοσαξονικού τραπεζικού καρτέλ, καθώς επίσης η ισχύς όλων των συντελεστών που το υπηρετούν: της Παγκόσμιας Τράπεζας, του ΔΝΤ, της BIS, της λέσχης Bilderberg, της στρογγυλής τράπεζας του Ο.Η.Ε. κοκ.
Εν τούτοις, τα ανερχόμενα κράτη της BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Ν. Αφρική), έγιναν μεν στην αρχή πιο ισχυρά και πολύ πιο θαρραλέα, έχοντας ήδη δημιουργήσει τη δική τους Παγκόσμια Τράπεζα και το δικό τους ΔΝΤ, με τα οποία σχεδιάζουν να ενισχύουν τις υπόλοιπες χώρες, αλλά η Βραζιλία καταλήφθηκε ξανά από τις Η.Π.Α. – ενώ η Ν. Αφρική αποσταθεροποιήθηκε εντελώς. Τα υπόλοιπα όμως, αγοράζουν ήδη με τα συναλλαγματικά τους αποθέματα σε δολάρια όλα όσα πωλούνται στη Δύση – μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο την εξάρτηση τους από τις Η.Π.Α., από τα αμερικανικά ομόλογα, καθώς επίσης από το δολάριο.
Τα γεγονότα αυτά «προκαλούν» τους ιδιοκτήτες της Fed σε πολύ μεγάλο βαθμό – οπότε θεωρείται πως θα κάνουν όλα όσα περνούν από τα χέρια τους, στην κυριολεξία τα πάντα, για να εμποδίσουν το τέλος του δολαρίου και την απώλεια της παγκόσμιας ηγεμονίας τους. Αυτήν την εποχή πάντως φαίνεται πως γίνονται όλες οι προετοιμασίες για τη διεξαγωγή ενός νέου, μεγάλου πολέμου, με την Κίνα – αφού οι μαζικές οικονομικές κυρώσεις, οι οποίες επιβάλλονται σε μία χώρα, όπως οι εμπορικοί δασμοί, είναι ο «προθάλαμος» των στρατιωτικών συγκρούσεων.
Από την άλλη πλευρά τόσο η Κίνα, όσο και η Ρωσία θα συνεχίσουν να μειώνουν τα συναλλαγματικά τους αποθέματα σε δολάρια, προσπαθώντας να μην προκληθεί πόλεμος – αφού έχουν τη δυνατότητα να καταστρέψουν το υφιστάμενο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και το δολάριο, οπότε το τραπεζικό καρτέλ που το ελέγχει.
Εάν τα καταφέρουν, τότε θα επιβάλλουν μία νέα τάξη πραγμάτων, όπου οι Η.Π.Α. θα πάψουν να είναι η ηγεμονική δύναμη στον πλανήτη – ενώ η θέση της Ευρώπης σε μία τέτοια περίπτωση δεν είναι εύκολο να προσδιορισθεί, επειδή ο τρόπος, με τον οποίο χειρίζονται οι ευρωπαίοι πολιτικοί το θέμα (με τα δύο πόδια σε δύο βάρκες που απομακρύνονται μεταξύ τους), δεν οδηγεί πουθενά.
Επιμύθιο
Ολοκληρώνοντας, όπως το 1914, έτσι και το 2019 υπάρχει μία παγκόσμια αυτοκρατορία σε καθοδική πορεία (αυτή της Fed) – καθώς επίσης χώρες, όπως η Ρωσία και η Κίνα, οι οποίες τοποθετούνται εναντίον της ηγεμονίας του τραπεζικού καρτέλ. Το εάν θα ακολουθήσει ή όχι ένας ανάλογος πόλεμος, όπως το 1914, εξαρτάται από το εάν το καρτέλ είναι πρόθυμο να αναλάβει το ρίσκο μίας στρατιωτικής σύγκρουσης – καθώς επίσης από το εάν οι Ευρωπαίοι Πολίτες είναι τόσο ανόητοι, ώστε να επαναλάβουν τα λάθη του 1914 και του 1939.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου