Εάν δεν ερευνηθούν τα προβλήματα της ΕΕ, της Ευρωζώνης, της Γερμανίας και των υπολοίπων κρατών, καθώς επίσης εάν δεν αναζητηθούν από όλα τα κράτη μαζί βιώσιμες λύσεις, αργά ή γρήγορα τα μαύρα σύννεφα του φασισμού θα καλύψουν ξανά τον ουρανό της Ευρώπης – ως συνήθως με ευθύνη κυρίως της γερμανικής ελίτ, η οποία αρνείται πεισματικά να μάθει από το παρελθόν της που δυστυχώς μοιάζει περισσότερο με ποινικό μητρώο, παρά με ιστορία.
«Τον 20ο αιώνα η Γερμανία διέλυσε δύο φορές τον εαυτό της και την ευρωπαϊκή τάξη, με εγκληματικούς και γενοκτόνους πολέμους, στην προσπάθεια της να υποδουλώσει την ήπειρο.Θα ήταν τραγική ειρωνεία εάν τώρα, στην αρχή του 21ου αιώνα, η επανενωμένη Γερμανία, αυτή τη φορά ειρηνικά, καθώς επίσης με τις καλύτερες των προθέσεων, ανατρέψει για τρίτη φορά την ευρωπαϊκή τάξη» (J. Fischer, πρώην υπουργός εξωτερικών και αντικαγκελάριος της Γερμανίας, σε άρθρο του το 2012 στην SZ)....
.
Ανάλυση
Το «VER.DI» είναι ένα ισχυρό γερμανικό συνδικάτο που όπως όλα τα υπόλοιπα, μαζί με τους συνδέσμους εργοδοτών, τις επιχειρήσεις κοκ. της Γερμανίας, τάσσεται φανατικά υπέρ της ΕΕ και της όσο το δυνατόν μεγαλύτερης συμμετοχής στις Ευρωεκλογές (ανάλυση). Στα πλαίσια αυτά σε άρθρο του αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής (πηγή):
”Το γερμανικό κόμμα του BREXIT είναι η AFD (=το ακροδεξιό ουσιαστικά, η Εναλλακτική για τη Γερμανία). Θέλει την επιστροφή στο μάρκο και την έξοδο από το ευρώ. Όμως, πόσο τρελό είναι αλήθεια κάτι τέτοιο σε μία κατάσταση, όπου η γερμανική οικονομία είναι ο κυριότερος ωφελημένος από την Ευρωζώνη; Η κοινή νομισματική ένωση με Οικονομίες που είναι πολύ λιγότερο παραγωγικές και πολύ λιγότερο ανταγωνιστικές σε σχέση με τη γερμανική, έχει ως αποτέλεσμα μία φθηνότερη, μία χαμηλότερη συναλλαγματική ισοτιμία από αυτήν που είχε το μάρκο. Κάνει πιο φθηνά τα προϊόντα των γερμανών εξαγωγέων στο εξωτερικό.Η επιστροφή στο μάρκο θα συνδεόταν χωρίς αμφιβολία με την ανατίμηση του εθνικού τότε νομίσματος. Ένα ανάλογο ενδεχόμενο θα καθιστούσε απότομα πιο ακριβές τις γερμανικές εξαγωγές, οπότε θα ισοδυναμούσε με την προγραμματισμένη πορεία προς μία οικονομική κρίση. Κάτι τέτοιο να υπάρχει στο πρόγραμμα ενός γερμανικού κόμματος δεν είναι μόνο εντελώς ηλίθιο, αλλά και επικίνδυνο, προερχόμενο προφανώς από άγνοια. Ένα κόμμα που παροτρύνει σε τέτοιες ανοησίες, πρέπει να καταψηφιστεί. Προκαλεί ζημίες σε εμάς τους εργαζομένους, άνδρες και γυναίκες».
Βέβαια, πολλοί ισχυρισμοί στο συγκεκριμένο απόσπασμα του άρθρου είναι λανθασμένοι. Για παράδειγμα, η γερμανική οικονομία δεν είναι πιο παραγωγική από τη γαλλική – απλά οι Γερμανοί εργαζόμενοι (και οι συνταξιούχοι) αμείβονται πολύ λιγότερο. Εκτός αυτού η παραγωγικότητα δεν παίζει κανένα ρόλο, όσον αφορά το εάν μία χώρα εξάγει περισσότερο ή λιγότερο – καθώς επίσης εάν εν προκειμένω παράγει εμπορικά ελλείμματα ή πλεονάσματα.
Αυτό που παίζει ρόλο είναι οι σχέσεις των τιμών και όχι οι ποσότητες των προϊόντων που παράγονται ανά ώρα εργασίας – κάτι που μπορεί κανείς να το διαπιστώσει και εμπειρικά, όπως στο παράδειγμα της Σλοβακίας. Ειδικότερα, η οικονομία της Σλοβακίας έχει χαμηλότερη παραγωγικότητα από τη γερμανική – χωρίς όμως αυτό να την εμποδίζει να είναι πλεονασματική απέναντι στη Γερμανία. Αντίθετα, η οικονομία της Γαλλίας είναι πιο παραγωγική από τη γερμανική – παρόλα αυτά είναι ελλειμματική απέναντι της.
Ένα επόμενο λάθος είναι ο ισχυρισμός, σύμφωνα με τον οποίο το ευρώ είναι η αιτία των υποτιμημένων προϊόντων της Γερμανίας. Ασφαλώς δεν ισχύει κάτι τέτοιο, αφού το ευρώ εμποδίζει μόνο τη διόρθωση των ανισορροπιών – μέσω ανατιμήσεων ή υποτιμήσεων των νομισμάτων. Η βασική αιτία των πραγματικά υποτιμημένων γερμανικών αγαθών και υπηρεσιών (=αφαιρουμένου του πληθωρισμού), επομένως των διαφορετικών επιπέδων ανταγωνιστικότητας των χωρών της Ευρωζώνης, είναι η διαφορετική εξέλιξη του κόστους εργασίας ανά μονάδα παραγομένου προϊόντος των κρατών του ευρώ από το 1999 και μετά – για την οποία ευθύνεται η μισθολογική πολιτική που υιοθέτησε η κάθε μία χώρα και η Κομισιόν/ΕΚΤ που το επέτρεψαν.
Στην ουσία κυρίως η Γερμανία (η Ελλάδα επίσης από την αντίθετη πλευρά), η οποία δεν τήρησε τη δέσμευση του στόχου του πληθωρισμού στο +2%, όπως η Γαλλία (γράφημα, πηγή) – δρομολογώντας ύπουλα τη στρατηγική του μισθολογικού dumping που έθεσε σε λειτουργία την πολιτική της φτωχοποίησης του γείτονα. Ουσιαστικά δηλαδή η Γερμανία εκμεταλλεύθηκε το βασικό ελάττωμα του ευρώ, χωρίς να το καταλάβει καμία άλλη χώρα – ενώ στηρίχθηκε απαράδεκτα τόσο από την ΕΚΤ, όσο και από την Κομισιόν, προφανώς με το αζημίωτο των στελεχών τους (οι τεράστιες γνώσεις της χώρας στο χρηματισμό και στη χρήση του είναι αδιαφιλονίκητες – βλ. Siemens κοκ.).
Η άλλη όψη του νομίσματος
Περαιτέρω, χωρίς να επεκταθούμε στα υπόλοιπα, εάν εξετάσει κανείς το απόσπασμα του άρθρου της «VER.DI» από την οπτική γωνία ενός Γάλλου, θα διαπιστώσει εύκολα πόσο ανόητο είναι. Κατ’ αναλογία δηλαδή οι Γάλλοι θα έλεγαν τα εξής:
«Το γαλλικό κόμμα του BREXIT είναι η «Εθνική Ένωση» της κυρίας Le Pen. Θέλει την επιστροφή στο φράγκο και την έξοδο από το ευρώ. Πρόκειται για κάτι πολύ έξυπνο, ειδικά σε μία εποχή που η γαλλική οικονομία είναι αυτή που υποφέρει περισσότερο στην Ευρωζώνη. Η κοινή νομισματική ένωση με τη γερμανική οικονομία μεταξύ άλλων που δεν είναι μεν πιο παραγωγική από τη γαλλική αλλά παρόλα αυτά πιο ανταγωνιστική, έχει ως αποτέλεσμα μία δυσμενέστερη συναλλαγματική ισονομία, από αυτήν που θα είχε το φράγκο. Ακριβαίνει τα προϊόντα των Γάλλων εξαγωγέων, μειώνει τις εξαγωγές της χώρας και αυξάνει τα ελλείμματα της.Η επιστροφή στο φράγκο θα συνδεόταν υποχρεωτικά με την υποτίμηση του τότε εθνικού νομίσματος. Το ενδεχόμενο αυτό θα μείωνε αμέσως τις τιμές των γαλλικών προϊόντων, οπότε θα ισοδυναμούσε με την προγραμματισμένη πορεία προς την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Εάν απαιτείται κάτι τέτοιο από το πρόγραμμα ενός κόμματος είναι πολύ έξυπνο – ενώ απορρέει από την πλήρη γνώση της Οικονομίας. Ένα κόμμα που έχει αυτές τις προτάσεις θα πρέπει να υπερψηφιστεί. Ωφελεί εμάς τους εργαζομένους, άνδρες και γυναίκες».
Συνεχίζοντας, από τη σύγκριση αυτή κατανοεί κανείς πως αυτά που έγραψε το γερμανικό συνδικάτο, είναι η καλύτερη εκλογική διαφήμιση για όλα τα εθνικιστικά κόμματα της Ευρώπης που θέλουν την έξοδο από την ΕΕ και την Ευρωζώνη – αφού θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί όπως ακριβώς είναι από χώρες, όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Γράφτηκαν όμως από τον αριστερό (DIE LINKE) επικεφαλής του συνδικάτου των γερμανών εργαζομένων της «VER.DI» – ο οποίος, όταν είχε κάποτε ερωτηθεί σχετικά με τις απόψεις του εναντίον της εμπορικής πολιτικής του προέδρου Trump, υπό την προϋπόθεση όμως των συμφερόντων των εργαζομένων, είχε δηλώσει τα εξής:
«Η αριστερά θέτει ως πρώτη προτεραιότητα τα συμφέροντα των εργαζομένων. Η διαφορά με τον πρόεδρο Trump είναι το ότι, η αριστερά ενδιαφέρεται για τα συμφέροντα όλων των εργαζομένων – όχι μόνο των Γερμανών, όπως ο Trump των Αμερικανών».
Εδώ όμως ευρίσκεται η παράδοξη αντιφατικότητα: στο ότι η διαφήμιση της Γερμανίας για την Ευρώπη, η υστερία της για τις Ευρωεκλογές όπως την έχουμε ήδη περιγράψει, πόσο μάλλον για τη διατήρηση του ευρώ παρά τη τα εγγενή του προβλήματα (ανάλυση), δεν είναι πειστική – εάν δεν συμπληρώσει αμέσως κανείς πού υπάρχουν τα προβλήματα της ΕΕ του και ευρώ, καθώς επίσης πώς οφείλουν να επιλυθούν. Προφανώς δε ο αριστερός Γερμανός ενδιαφέρεται μόνο για τους εργαζομένους της χώρας του – αν και ούτε για αυτούς ουσιαστικά, όπως θα αναλύσουμε παρακάτω,
Ειδικότερα, πράγματι οι Γερμανοί εξαγωγείς διαθέτουν υποτιμημένα εμπορεύματα στις διεθνείς αγορές – γεγονός που οφείλεται στην ύπουλη μισθολογική πολιτική της χώρας. Επομένως, εάν δεν είναι πρόθυμη η γερμανική κυβέρνηση να δείξει το δρόμο, ο οποίος θα οδηγήσει στο τέλος του αθέμιτου ανταγωνισμού που έχει δρομολογήσει εντός της Ευρωζώνης, με τη διατήρηση μεν του ευρώ αλλά χωρίς να αυξηθεί η ανεργία, η φτώχεια, τα ιδιωτικά και τα δημόσια χρέη των υπολοίπων κρατών της νομισματικής ένωσης, θα ήταν καλύτερα να κλείσει το στόμα της – τόσο αυτή, όσο και τα γερμανικά συνδικάτα, καθώς επίσης οι σύνδεσμοι των εργοδοτών, οι εργαζόμενοι και οι επιχειρήσεις.
Εάν δεν το κάνουν, τότε απλά τροφοδοτούν την άνοδο των εθνικιστικών κομμάτων και γενικότερα των λαϊκιστικών σε όλα τα άλλα κράτη της Ευρωζώνης και όχι μόνο – ενώ, εάν δεν αναζητήσει κανείς λύσεις για την ανεργία στην Ιταλία ή στη Γαλλία, για την απώλεια της ανταγωνιστικότητας των περισσοτέρων χωρών του ευρώ, για τη χρεοκοπία της Ελλάδας κοκ., σε συνδυασμό με τη γερμανική οικονομική πολιτική, τότε είναι ύποπτος σε σχέση με το ότι, ενδιαφέρεται αποκλειστικά και μόνο για την ευημερία της χώρας του, εις βάρος των άλλων.
Εύλογα λοιπόν πολλοί Ευρωπαίοι ψηφοφόροι, ως αποτέλεσμα των μη πειστικών προσπαθειών της Γερμανίας υπέρ της ΕΕ και υπέρ του ευρώ, θα επιλέξουν κόμματα που θα υποσχεθούν περισσότερα από αυτά που είναι σε θέση να κάνουν – συνεχίζοντας να κατηγορούν τη Γερμανία πως στόχος της είναι η δημιουργία του 4ου Ράιχ, με οικονομικά όπλα αυτή τη φορά.
Με δεδομένο δε το ότι, η Γερμανία κέρδιζε ανέκαθεν όλες τις μάχες, αλλά έχανε τον πόλεμο, κινδυνεύει να κληθεί ξανά να πληρώσει τον τελικό λογαριασμό – σημειώνοντας πως η Ελλάδα μπορεί μεν να έχασε ανόητα τη δυνατότητα της μετατροπής των εξωτερικών χρεών της σε εθνικό νόμισμα, παραδίδοντας εγκληματικά την εθνική της κυριαρχία με το PSI και μετατρεπόμενη σε γερμανική αποικία, αλλά η Γαλλία και η Ιταλία συνεχίζουν να έχουν τη δυνατότητα επιστροφής στα νομίσματα τους, ενώ οι Πολίτες τους δεν πρόκειται ποτέ να παραδώσουν τα κλειδιά των χωρών τους στη Γερμανία, ούτε να εγκλωβιστούν στο ευρώ όπως εμείς οι Έλληνες (ανάλυση).
Από την άλλη πλευρά, εάν η οικονομία της Γερμανίας είναι σε τέτοιο βαθμό καλύτερη από τις οικονομίες των άλλων κρατών, αφού είναι η κυρίως ωφελημένη, τότε γιατί υπάρχει τόσο υψηλή παιδική φτώχεια; Γιατί τα ενοίκια απορροφούν το 50% των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης και γιατί υπάρχει έλλειψη κατοικιών που μπορούν να πληρωθούν στις μεγάλες πόλεις, όταν στην υπόλοιπη χώρα αδειάζουν τα σπίτια;
Γιατί η Γερμανία συνεχίζει να είναι η πρωταθλήτρια του ξεπλύματος μαύρου χρήματος και γιατί οι αυτοκινητοβιομηχανίες της εξαπατούν τους πάντες; Μήπως επειδή όλα τα οφέλη απομυζούνται αχόρταγα από μία πολύ μικρή μειοψηφία του πληθυσμού της, από την βιομηχανική και επιχειρηματική της ελίτ; Μήπως για αυτόν ακριβώς το λόγο αυξάνονται συνεχώς τα εκλογικά ποσοστά της AFD, της ακροδεξιάς εναλλακτικής για τη Γερμανία;
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, εάν δεν ερευνηθούν τα προβλήματα της ΕΕ, της Ευρωζώνης, της Γερμανίας και των υπολοίπων κρατών, καθώς επίσης εάν δεν αναζητηθούν από όλα τα κράτη μαζί βιώσιμες λύσεις, αργά ή γρήγορα τα μαύρα σύννεφα του φασισμού θα καλύψουν ξανά τον ουρανό της Ευρώπης – ως συνήθως με ευθύνη κυρίως της γερμανικής ελίτ, η οποία αρνείται πεισματικά να μάθει από το παρελθόν της που δυστυχώς μοιάζει περισσότερο με ποινικό μητρώο παρά με ιστορία.
Βιβλιογραφία: Ver.di, Spiecker.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου