Εάν ο πρωθυπουργός είχε το θάρρος να ενημερώσει τους Έλληνες με ειλικρίνεια για τους εκβιασμούς που δέχεται, προτείνοντας τη λύση που θεωρεί σωστή και είναι σε θέση ο ίδιος να δρομολογήσει, η Ελλάδα θα άλλαζε σελίδα – ενώ η κυβέρνηση θα αύξανε αμέσως τη δύναμη της απέναντι στους πιστωτές. ...
«Στις 27 Νοεμβρίου του 2012, το Euro Group υποσχέθηκε στην Ελλάδα περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης του δημοσίου χρέους της αποδεχόμενο την αποτυχία του PSI, μεταξύ των οποίων τη μείωση των επιτοκίων, καθώς επίσης την επιμήκυνση του χρόνου εξυπηρέτησης των δανείων της – τα οποία θα εφαρμόζονταν όταν η χώρα εμφάνιζε πρωτογενή πλεονάσματα και υπό την προϋπόθεση της πιστής τήρησης των όρων που εμπεριέχονταν στα μνημόνια.
Η Ελλάδα κατάφερε να πετύχει το στόχο που της τοποθετήθηκε το 2013, γεγονός που επικυρώθηκε τον Απρίλιο του 2014 από την Ευρώπη – όπου ο κ. Σαμαράς υπενθύμισε την υπόσχεση στους πιστωτές της χώρας. Εν τούτοις, αντί να τηρηθούν οι δεσμεύσεις που είχε αναλάβει το Euro Group, άρχισαν οι καθυστερήσεις με τη δικαιολογία του κλεισίματος της 4ης αξιολόγησης του 2ου μνημονίου, τον Ιούλιο του 2014 – όπου ο Ολλανδός δήλωσε ότι, μετά το καλοκαίρι θα λαμβανόταν οι αποφάσεις για το χρέος.
Το Φθινόπωρο όμως, αντί να ληφθούν οι αποφάσεις, οι πιστωτές ανακοίνωσαν πως θα καθυστερήσουν έως ότου κλείσει η 5η αξιολόγηση – η οποία δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, αφού μεσολάβησε η χειρότερη διαπραγμάτευση στην παγκόσμια ιστορία που κατέληξε στο πλέον αποικιοκρατικό μνημόνιο όλων των εποχών.
Έκτοτε το μόνο σίγουρο είναι τα μέτρα, όπου η Ελλάδα πρέπει να τηρεί πάντοτε τα υπεσχημένα, ενώ οι δανειστές, η καγκελάριος ουσιαστικά, να μην κρατάει ποτέ το λόγο της, ψευδόμενη ασυστόλως. Από το χρονικό σημείο αυτό και μετά (τέλη του 2014), η επιμήκυνση των δανείων με χαμηλά επιτόκια έχει πάψει να αποτελεί λύση για την Ελλάδα – με μοναδική πλέον δυνατότητα την ονομαστική διαγραφή μέρους των χρεών της.
Χθες η κυβέρνηση, αντιλαμβανόμενη επιτέλους το βρώμικο παιχνίδι της καγκελαρίου, αποφάσισε να κάνει κάτι σωστό: πρότεινε τη συνεργασία όλων των κομμάτων, όσον αφορά τη διαπραγμάτευση για το χρέος, όπως είχαμε αναλύσει προηγουμένως στο άρθρο μας «ανάγκη εθνικής στρατηγικής χρέους». Αυτό έκαναν οι Γερμανοί το 1953 χωρίς κομματικές παρωπίδες και πέτυχαν – αυτό πρέπει να κάνουμε και εμείς σήμερα.
Δυστυχώς όμως τόσο τα ελληνικά κόμματα, όσο και αρκετά εγχώρια ΜΜΕ, επέλεξαν τις αιτιολογημένες βέβαια κατηγορίες όσον αφορά την ανικανότητα/ανεπάρκεια της κυβέρνησης, αλλά αδιάφορες τη δεδομένη στιγμή – αφού αυτό που προέχει σήμερα είναι το μέλλον της Ελλάδας και όχι αυτό του ΣΥΡΙΖΑ ή της ΝΔ, η οποία (Ελλάδα) δεν θα μπορέσει ποτέ να πετύχει την απαιτούμενη διαγραφή των χρεών της, εάν τουλάχιστον σε αυτό το θέμα δεν συνεργασθούν όλοι μαζί οι Έλληνες, κόμματα και Πολίτες.
Εν προκειμένω δεν τους ζητάει κανείς να συνεργασθούν πολιτικά, αλλά μόνο στο θέμα της διαπραγμάτευσης του χρέους που είναι υπερκομματικό, ενώ αφορά όλους τους Έλληνες, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων – δημιουργώντας μία κοινή επιτροπή διαπραγμάτευσης χρέους, όπως η Γερμανία το 1953, στελεχωμένη με τους ικανότερους επιστήμονες στον τομέα και πλαισιωμένη με τις καλύτερες διεθνείς εταιρείες ή οργανισμούς, έτσι ώστε να έχει επιτυχία. Όλα τα υπόλοιπα δεν οδηγούν πουθενά – κανένα κόμμα μόνο του δεν θα μπορέσει να τα καταφέρει, ενώ χωρίς την ονομαστική διαγραφή η Ελλάδα δεν πρόκειται να ανακτήσει ποτέ την πιστοληπτική της ικανότητα, οπότε μπορεί μεν να αναπτυχθεί ως χώρα μέσω των ξένων επενδύσεων των νέων ιδιοκτητών της, αλλά όχι για τους Έλληνες «.
.
Άποψη
Γνώση, πραγματική γνώση, σημαίνει δύναμη κατά τον Σπινόζα. Δυστυχώς όμως, οι περισσότεροι άνθρωποι στηριζόμαστε σε μία εσφαλμένη ερμηνεία της γνώσης – επειδή αγνοούμε πως γνωρίζουμε τότε μόνο αληθινά ένα θέμα, μία κατάσταση ή ένα αντικείμενο, όταν ξέρουμε πώς να το χειριζόμαστε, πώς να αντιδρούμε απέναντι του, καθώς επίσης πώς να δρούμε χάρη σε αυτό.
Απλούστερα, η πραγματική γνώση δεν συνοδεύεται από ένα αφηρημένο δέος για τα πράγματα, ανεξάρτητα από τις ανάγκες μας – αλλά τα συλλαμβάνει πάντοτε σε σχέση με τον εαυτό μας και με τις ανάγκες μας. Ουσιαστικά λοιπόν διαθέτουμε μόνο εκείνη τη γνώση, την οποία μπορούμε να χρησιμοποιούμε για την επίλυση των προβλημάτων μας, υλικών και ψυχικών – καμία άλλη. Επομένως, όταν κάνουμε λάθη, σημαίνει ότι έχουμε άγνοια – πως η θεωρητική γνώση ενός αντικειμένου είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη, εάν δεν μεταφράζεται σε πράξη.
Το βασικό ζητούμενο τώρα από τη γνώση είναι να μας κάνει δραστήριους, ενεργητικούς και δυναμικούς – να μας υποκινεί δηλαδή προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, προς ένα στόχο, δημιουργώντας τις κατάλληλες προϋποθέσεις επίτευξης του. Στα πλαίσια αυτά, κρίνοντας από την απογοήτευση της ελληνικής κοινωνίας, από τη μη δραστηριοποίηση της, αυτό που της λείπει δεν είναι η παιδεία αλλά η γνώση – ποιά είναι δηλαδή τα πραγματικά προβλήματα της χώρας και πώς θα μπορούσαν ρεαλιστικά να επιλυθούν.
Ποιός θα μπορούσε να προσφέρει την πραγματική αυτή γνώση στους Έλληνες; Σήμερα ο πρωθυπουργός, εάν είχε το θάρρος να ενημερώσει την κοινή γνώμη για όλα όσα συμβαίνουν κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων – για το πώς εκβιάζεται η Ελλάδα, για το τι συμβιβασμούς απαιτούν οι δανειστές, για το ποιές είναι οι πραγματικές τους προθέσεις, για το λόγο που «πρόδωσε» τη χώρα του το 2015 κοκ. (η αλήθεια είναι δύναμη, εάν τη χρησιμοποιεί κανείς σωστά).
Εκτός αυτού, θα ήταν θετικό να προτείνει στην κοινωνία τη λύση που ο ίδιος θεωρεί ως καλύτερη, τεκμηριώνοντας με την κάθε λεπτομέρεια – καθώς επίσης να ζητήσει την άποψη όλων των άλλων, χωρίς κομματικές προκαταλήψεις. Μία τέτοια ενέργεια θα αύξανε σημαντικά τη δύναμη του απέναντι στους πιστωτές της χώρας – στη γερμανίδα καγκελάριο ουσιαστικά, αφού δυστυχώς αυτή αποφασίζει για την Ευρωζώνη και την ΕΕ (πόσο μάλλον όταν το ΔΝΤ θέλει να αποδεσμευθεί φοβούμενο τις νομικές συνέπειες των λαθών του, ενώ ίσως αυτή τη φορά τηρήσει τον εκβιασμό του, έως ότου η Ελλάδα δεν θα μπορεί να ανταπεξέλθει χωρίς τη δόση με τα ληξιπρόθεσμα χρέη της).
Η γνώση είναι δύναμη
Περαιτέρω, το πνεύμα είναι δραστήριο μόνο όταν κατανοεί, όταν αναπτύσσει δηλαδή πρόσφορες ιδέες – υπακούοντας στην εσωτερική λογική του, ασκώντας τις δικές του δυνάμεις, αφομοιώνοντας τα πράγματα, βάζοντας τα σε τάξη σύμφωνα με τις δικές του αρχές, καθώς επίσης δίνοντας τους ένα νόημα, στα πλαίσια των δικών του απαιτήσεων.
Αντίθετα, το πνεύμα είναι παθητικό όταν υφίσταται τις εντυπώσεις του, τις αισθήσεις και τις συγκινήσεις του, χωρίς να μπορεί να τις εξηγήσει – χωρίς να έχει την ικανότητα να τους δώσει νόημα. Αυτό συμβαίνει συνήθως όταν οι άνθρωποι πέφτουν θύματα κάποιας ψευδαίσθησης, μίας απρόσμενης κρίσης, όταν ταράζονται από κάποιο συναίσθημα που δεν μπορούν να ερμηνεύσουν, όταν οι ιδέες τους είναι συγκεχυμένες, ασαφείς και διαστρεβλωμένες.
Με βάση τα παραπάνω, για να μπορέσει ένα κράτος, μία κοινωνία ως σύνολο να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά μία μεγάλη οικονομική κρίση, οφείλει εν πρώτοις να αποκτήσει μία ολοκληρωμένη εικόνα της – αφού διαφορετικά δεν έχει τη δυνατότητα να ξεφύγει από την παθητικότητα (η λέξη πηγάζει από το πάθος), στην οποία έχει βυθιστεί, χάνοντας εντελώς την ενεργητικότητα της.
Η εικόνα αυτή πρέπει να είναι σαφής, λεπτομερής, αντικειμενική και ρεαλιστική – επειδή, στην αντίθετη περίπτωση, είναι αδύνατον να «παράγει» εκείνη τη γνώση, η οποία να επιτρέπει το σωστό χειρισμό του προβλήματος, με στόχο τη ριζική επίλυση του. Με απλά λόγια, η επίλυση ενός προβλήματος προϋποθέτει τον ακριβή ορισμό του – χωρίς τον οποίο δεν είναι δυνατόν να περιμένει κανείς ένα ορθολογικό αποτέλεσμα.
Εάν λοιπόν η πολιτική μίας χώρας, τα ΜΜΕ, ο πνευματικός κόσμος της κλπ. δεν έχουν τη δυνατότητα ή δεν θέλουν να προσφέρουν αυτή τη γνώση επειδή εξυπηρετούν ίσως εντελώς διαφορετικά συμφέροντα, τα οποία δεν επιθυμούν κάτι τέτοιο, τότε η κοινωνία είναι καταδικασμένη – ακόμη και αν πρόκειται για ένα πάμπλουτο, πολλαπλά προικισμένο κράτος, όπως η Ελλάδα, το οποίο θα μπορούσε να λύσει σε χρόνο μηδέν όλα του τα προβλήματα.
Εν προκειμένω, απλά και μόνο το γεγονός ότι, αρκετοί Έλληνες παρομοιάζουν την κυβέρνηση με μία εισπρακτική εταιρεία, με την έννοια πως έχει τις ίδιες αντιλήψεις ή/και εφαρμόζει ανάλογες μεθόδους, τεκμηριώνει πως η ελληνική κοινωνία ευρίσκεται σε κατάσταση απόγνωσης – χωρίς καμία ελπίδα να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της. Ότι έχει δυστυχώς άγνοια, αφού δεν είναι οι κυβερνήσεις αυτές που αποφασίζουν για τη χώρα ή που δρομολογούν τα απάνθρωπα μέτρα, αλλά οι πιστωτές – για τους οποίους όλες οι κυβερνήσεις είναι αναλώσιμες και αντικαθιστώνται, όταν δεν είναι πια σε θέση ή δεν θέλουν να τηρήσουν τις εντολές τους.
Όταν διαπιστώνουν δε οι Έλληνες ότι, οι πιστωτές (βλ. Σόιμπλε) έχουν καταλάβει τη στατιστική υπηρεσία, τη γενική γραμματεία εσόδων, τις εφορίες και το υπουργείο οικονομικών, χωρίς να κατανοούν πως είναι οι ίδιοι ακούσιοι εγγυητές των χρεών του κράτους με τα ιδιωτικά τους περιουσιακά στοιχεία, βιώνουν μία κατάσταση σοκ – η οποία φυσικά εξουδετερώνει όλες τις υγιείς αντιστάσεις και άμυνες τους.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, πάντοτε υπάρχουν λύσεις, ακόμη και όταν μία χώρα ευρίσκεται στο χείλος της καταστροφής – υπερχρεωμένη, εξευτελισμένη, υποχείριο των δανειστών ή των εταίρων της και «καταρρακωμένη». Αρκεί να υπάρξει, έστω την ύστατη στιγμή, μία επαρκής, έντιμη και ικανή πολιτική ηγεσία, η οποία να μπορέσει να ανακτήσει την πλήρη εμπιστοσύνη των Πολιτών – υποχρεώνοντας τους Θεσμούς, καθώς επίσης όλες τις υπόλοιπες εξουσίες να λειτουργήσουν σωστά, ορθολογικά και με ανιδιοτέλεια, προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Κάτι τέτοιο δεν απαιτεί μόνο τη γνώση και τη διάχυση της σε ολόκληρο τον πληθυσμό αλλά, επίσης, ένα εθνικό όραμα – βασισμένο στον πατριωτισμό, στις δυνατότητες και στις προοπτικές ενός Έθνους. Ειδικά σε περιόδους όπως η σημερινή, όπου η πατρίδα μας είναι ξανά υποδουλωμένη χωρίς ένα πατριωτικό όραμα, το οποίο φυσικά δεν έχει καμία σχέση με τον εθνικισμό ή/και με το ρατσισμό, είναι αδύνατη η απελευθέρωση της – κάτι που πρέπει να αλλάξει αμέσως.
Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα πλήρωσε πολλαπλάσια τα λάθη της, υφιστάμενη επί πλέον τα τεράστια σφάλματα της Τρόικα – οπότε τα μέτρα πρέπει να καταργηθούν, η Τρόικα να εκδιωχθεί αμέσως, καθώς επίσης να διαγραφεί ένα μεγάλο μέρος του δημοσίου χρέους, με κάθε κόστος και με κάθε θυσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου