Κατηγορούν συνεχώς τις κυβερνήσεις μας για αναξιοπιστία – χειραγωγώντας ακόμη και εμάς τους ίδιους, οι οποίοι κατανοούμε πως εάν
υποχρεωθεί κάποιος να υπογράψει μία συμφωνία «με το πιστόλι στον
κρόταφο», η οποία είναι εκ των πραγμάτων ανέφικτο να τηρηθεί (όπως τα περιοριστικά μνημόνια σε εποχές αποπληθωρισμού ή οι μεταρρυθμίσεις σε περιόδους ύφεσης), δεν είναι δυνατόν να την τηρήσει...
Καταδικάζεται επομένως «de facto» ως
αναξιόπιστος κανείς, ακόμη και αν οι συνομιλητές του δεν τηρούν
εμφανέστατα τις υποσχέσεις τους – όπως η Ευρωζώνη το 2012, όπου δεσμεύθηκε για διαγραφή του χρέους, εάν η τότε κυβέρνηση μας επιτύγχανε πλεονάσματα, χωρίς όμως να το τηρήσει. Δυστυχώς,
κανένας δεν το τόνισε, παρά το ότι κυριολεκτικά «τραβήχτηκε το χαλί»
κάτω από τα πόδια του πρωθυπουργού – με αποτέλεσμα να ανέλθει στην
εξουσία μία εντελώς άπειρη κυβέρνηση, την οποία ουσιαστικά δεν επέλεξαν
οι Έλληνες αλλά έμμεσα η Τρόικα, μέσω της αναξιόπιστης, εγκληματικής
συμπεριφοράς της.
Περαιτέρω ελάχιστοι αναρωτήθηκαν εάν η ΕΚΤ, η οποία είναι η πραγματική κεντρική τράπεζα της Ελλάδας, απόλυτα υπεύθυνη για την παροχή ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα σε περιόδους τραπεζικών επιθέσεων, ενήργησε νόμιμα το 2015, σταματώντας τον εφοδιασμό των ελληνικών τραπεζών με μετρητά χρήματα
– όπου, στην αντίθετη περίπτωση, θα είχε κάθε δικαίωμα να τη
χαρακτηρίσει κανείς ως αναξιόπιστη, καθώς επίσης να καταθέσει μία αγωγή
αποζημίωσης εναντίον της. Άλλωστε σε μία ευνομούμενη νομισματική ένωση,
όπως θα έπρεπε να είναι η Ευρωζώνη, ποιά είναι η διαφορά του να
ευρίσκονται κατατεθειμένα τα χρήματα σε μία γερμανική, αντί σε μία
ελληνική τράπεζα; Δεν είναι το ίδιο σαν να είναι η κατάθεση στην
Πειραιώς αντί στην Εθνική, με την ευρεία έννοια της τοποθέτησης;
Έχοντας ήδη αναφερθεί στο θέμα (άρθρο), θεωρώντας πως η ΕΚΤ συμπεριφέρθηκε με πολιτικά κριτήρια συμμετέχοντας στον εκβιασμό της Ελλάδας,
μη σεβόμενη το ρόλο της οπότε είναι αναξιόπιστη, νομίζουμε πως ωφελεί η
άποψη ενός Γερμανού συναδέλφου μας (M. Hellwig), με βάση ένα πρόσφατο
κείμενο του. Ειδικότερα τα εξής:
«Το 2010 η ΕΚΤ εκβίασε τους Ιρλανδούς φορολογουμένους (άρθρο μας), υποχρεώνοντας τους να αναλάβουν τα χρέη των ιδιωτικών τραπεζών τους απέναντι στις γερμανικές. Ο τρόπος, με την οποίο άσκησε τον επαίσχυντο εκβιασμό της η ΕΚΤ δεν ήταν άλλος, από αυτόν που υιοθέτησε αργότερα στην Κύπρο και το 2015 στην Ελλάδα: η απειλή να σταματήσει την παροχή της έκτακτης ρευστότητας (ELA), καταδικάζοντας τις τράπεζες στο κλείσιμο τους, με αποτέλεσμα την κατάρρευση ολόκληρης της πραγματικής οικονομίας.Η συμπεριφορά της ΕΚΤ θεωρήθηκε τότε από τους Ιρλανδούς, συμπεριλαμβανομένης της κυβέρνησης τους, παράνομη – ως ένας απαράδεκτος εκβιασμός λοιπόν της Γερμανίας, με στόχο να μην ζημιωθούν οι γερμανικές τράπεζες, οι οποίες είχαν τοποθετήσει στις ιρλανδικές αρκετά χρήματα.Το 2015 τώρα η ΕΚΤ πάγωσε τον ELA, όσον αφορά τις ελληνικές τράπεζες, επιβάλλοντας επί πλέον ένα κούρεμα των εγγυήσεων τους της τάξης του 10% – από το 60% προηγουμένως, στο 50% (έναντι εγγυήσεων 150 δις € παρείχε ρευστότητα 90 δις €). Η αιτία ήταν το σταμάτημα των διαπραγματεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης με το «Euro Group», όσον αφορά την πολιτική λιτότητας και το χρέος – όπου η Ελλάδα δεν παρέτεινε το μνημόνιο, ευρισκόμενη εκτός του προγράμματος της Τρόικας.Ως αποτέλεσμα της συγκεκριμένης ενέργειας της ΕΚΤ, οι τράπεζες στην Ελλάδα έκλεισαν, επιβλήθηκαν έλεγχοι στην ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων, οι αναλήψεις μειώθηκαν δραστικά στα 60 € ημερησίως, η πραγματική οικονομία αποκόπηκε από το κυκλοφοριακό της σύστημα καταρρέοντας, ενώ ουσιαστικά αποσυνδέθηκε ολόκληρη η χώρα από τον υπόλοιπο πλανήτη (βγήκε η «χρηματοπιστωτική πρίζα»).Με βάση όμως τις ευρωπαϊκές συνθήκες, η ΕΚΤ είναι αρμόδια, υπεύθυνη καλύτερα για την προμήθεια με χρήματα, καθώς επίσης για τη λειτουργικότητα των ευρωπαϊκών συστημάτων διακανονισμού πληρωμών – οπότε και για την Ελλάδα. Επομένως, δεν επιτρέπεται και δεν μπορεί να συμφωνηθεί ή/και να δρομολογηθεί το πάγωμα του ELA – όπως δεν έπρεπε να απειληθεί με κάτι αντίστοιχο το 2010 η Ιρλανδία, ούτε η Ελλάδα το 2015«.
Χωρίς να επεκταθούμε περαιτέρω, αφού έχουμε αναλύσει ήδη το θέμα στο κείμενο μας «Οι εκβιασμοί της ΕΚΤ», απορούμε γιατί
δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα ένας δικηγορικός σύλλογος ή, έστω, ένας
δικηγόρος, για να καταθέσει μία αγωγή αποζημίωσης εναντίον της ΕΚΤ στο
ευρωπαϊκό δικαστήριο – αφού δυστυχώς η Δικαιοσύνη δεν είναι ανεξάρτητη στην πατρίδα μας, διοριζόμενη από την εκάστοτε κυβέρνηση (άρθρο).
Η ίδια απορία μας ισχύει επίσης για τα
αντισυνταγματικά μνημόνια που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα από τους δανειστές
της, οι οποίοι μόνοι τους παραδέχτηκαν πως ήταν λανθασμένα (άρθρο) – ενώ προκάλεσαν ζημίες στην οικονομία της Ελλάδας που υπερβαίνει το 1 τρις €. Δεν
υπάρχει λοιπόν κανένας δικηγόρος στη χώρα μας που να μπορεί να
καταθέσει μία αγωγή αποζημίωσης εναντίον των «Θεσμών», ζητώντας
ταυτόχρονα την ακύρωση των δανειακών συμβάσεων, αφού είναι παράνομες και
αντισυνταγματικές; Εκτός αυτού, κανένας που να απαιτήσει νομικά την
παραδειγματική τιμωρία αυτών που υπέγραψαν το PSI, χωρίς τουλάχιστον να προηγηθεί το δημοψήφισμα που σχεδίαζε ο τότε πρωθυπουργός, πριν ακόμη ανατραπεί;
Ολοκληρώνοντας, μπορεί να κάνουμε λάθος, όσον αφορά τα παραπάνω. Ακόμη όμως και τότε δεν θα έπρεπε να ερευνηθούν από τη Δικαιοσύνη; Δεν είναι αυτή υπεύθυνη για να κρίνει την ορθότητα τους ή μη;
Είναι σωστό να κατηγορεί κανείς τους απλούς ανθρώπους επειδή δεν
αντιστέκονται, όταν αυτοί που, έχοντας τις απαιτούμενες γνώσεις και
θέσεις, δεν κάνουν τίποτα για να τους στηρίξουν, εάν όχι για να τους
προστατεύσουν;
Δυστυχώς όμως, στην πατρίδα μας όποιος αναφέρεται σε τέτοιου είδους θέματα χαρακτηρίζεται πολύ συχνά ως «λαϊκιστής» – όπως στην περίπτωση της ελληνικής φέτας
όπου όλοι όσοι τάχθηκαν εναντίον της ψήφισης της συμφωνίας που την
αφορά από τους Έλληνες ευρωβουλευτές πολλών κομμάτων, κατηγορήθηκαν για
λαϊκισμό. Ακόμη χειρότερα, κανένας δεν αναφέρθηκε αυτού καθεαυτού στη
συμφωνία, η οποία φυσικά δεν αφορά μόνο τη φέτα – αλλά την κυριαρχία των
πολυεθνικών στα κράτη, την εισβολή των μεταλλαγμένων κοκ. (ανάλυση).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου