Του ΑΝΔΡΕΑ ΖΑΦΕΙΡΗ
Σχεδόν κάθε πολιτική συζήτηση πλέον ξεκινάει με την φράση: «..όταν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση...». Από εκεί και πέρα, μετά τη διατύπωση της δεδομένης αυτής αλήθειας, η συζήτηση εξελίσσεται. Και μπορεί να χαράξει διαφορετικά μονοπάτια. Όμως το δεδομένο, η βάση, είναι κοινή.
Ένα «δεδομένο»(;) που η χρήση του κινδυνεύει να μετατραπεί σε ένα επικίνδυνο μπούμερανγκ αυτοακύρωσης και παράλυσης... Η κυβέρνηση Σαμαρά αποδείχθηκε ότι δεν είναι «κυβέρνηση Παπαδήμου». Και αυτή, η επώδυνη πλέον αλήθεια, δεν ήταν καθόλου αυτονόητη την επαύριο των εκλογών του Ιουνίου του 2012. Τότε η πεποίθηση ότι η κυβέρνηση δεν θα έχει χρόνο ζωής και σύντομα θα καταρρεύσει ήταν κυρίαρχη. Και η αντίληψη αυτή, (... «μέχρι την άνοιξη θα αντέξουν») που προερχόταν κυρίως από την κεκτημένη (τα κινήματα ήταν ακόμη ενεργά και η παρακαταθήκη τους ισχυρή στο κοινωνικό σώμα) ταχύτητα, διέτρεξε οριζόντια τη διάθεση, την επιθυμία και τη στάση του κόσμου της αριστεράς.
Ήταν το αντικειμενικό όριο του αυθόρμητου, που όλα τα προηγούμενα χρόνια είχε δώσει σειρά αγώνων, πολλές φορές ξεπερνώντας τα πολιτικά υποκείμενα.
Η αντίληψη αυτή, άτυπα, υιοθετήθηκε (όταν δε ν καλλιεργήθηκε κιόλας), λανθασμένα, και από τις ηγεσίες της αριστεράς. Και καθόρισε τον προγραμματισμό αλλά και τις κινήσεις τους. Τμήματά της άρχιζαν να προετοιμάζουν εκείνα τα «ανοίγματα» που θα έκαναν πιο ρεαλιστικό τον (δεδομένο πάντα) στόχο της κυβερνησιμότητας, ενώ άλλα να προετοιμάζονται να λειτουργήσουν σαν αντιπολίτευση σε μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που θα στρεφόταν στη διαχείριση.
Η άνοιξη του 2013 έδειξε ότι η κυβέρνηση Σαμαρά, όχι απλά δεν ήταν μια βραχύβια κυβέρνηση, αλλά ότι είχε ορίζοντα. Θα περίμενε κανείς ότι η αριστερά θα επανακαθόριζε, αυτοκριτικά, τη στάση της. Κάτι τέτοιο δεν έγινε. Η εκτίμηση για τη «πτώση της κυβέρνησης» μετατοπίστηκε στο χρόνο κατά ένα εξάμηνο, όπως μετατοπιζόταν από γνωστή αίρεση η έλευση της Β΄ Παρουσίας από το 1914, στο 1918, μετά στό1925, στο 1931 και τέλος στο 1975.
Παράλληλα ευκαιρίες για τη συγκρότηση ενός ισχυρού μετωπικού κινήματος, όπως αυτή της «απεργίας που δεν έγινε» δεν αξιοποιήθηκαν.
Τα γεγονότα της ΕΡΤ επίσης απέδειξαν ότι οι δυνατότητες υπήρχαν, (το «αυθόρμητο» είχε ακόμη σημαντικές εφεδρείες), ανέδειξαν όμως και τις ανεπάρκειες της αριστεράς τόσο στο επίπεδο του προγραμματισμού, των πολιτικών ιεραρχήσεων, όσο και το επίπεδο της μετωπικής συμπόρευσης.
Το επόμενο ραντεβού για τη πτώση της κυβέρνησης «δόθηκε» για το Σεπτέμβρη του 2013 με «όχημα» το εργατικό κίνημα. Η δολοφονία του Π. Φύσσα και η «αλλαγή ατζέντας» ανέδειξαν τις αδυναμίες στο επίπεδο του (ανύπαρκτου) αντιφασιστικού μετώπου, που επέτρεψαν ένα τέτοιο γεγονός να γίνει όχι μόνο αντικείμενο ηγεμονικής εκμετάλλευσης από την κυβέρνηση αλλά και δυνατότητα διαφυγής και «αγοράς πολιτικού χρόνου».
Έτσι το τρίτο στη σειρά ραντεβού δόθηκε για τις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2014, με το σύνθημα που συμπύκνωνε ακριβώς αυτή τη λογική. «Στις 25 ψηφίζουμε, στις 26 φεύγουνε». Στις 27, ήταν ακόμη εδώ!
Η πεποίθηση ότι η κυβέρνηση Σαμαρά είναι κυβέρνηση με ημερομηνία λήξης είχε ήδη δοκιμαστεί σκληρά. Όμως και πάλι κλείστηκε το επόμενο, χρονικά προσδιορισμένο, σημείο ανατροπής. Οι προεδρικές εκλογές μέσω των 180.
Ιούνιος του 2012 - Μάρτιος του 2015. Η «βραχύβια» κυβέρνηση είχε αποδειχτεί μια εκπληκτικής αντοχής (για τις δεδομένες κοινωνικοπολιτικές και οικονομικές συνθήκες) κυβέρνηση και οι ευθύνες πλέον της αριστεράς, στο σύνολό της, θα πρέπει να αναζητηθούν.
ΠΟΣΟ ΔΕΔΟΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟ ΜΑΡΤΙΟ;
Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει τμήμα της αστικής τάξης που επιθυμεί πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά. Και βέβαια υπάρχουν μεμονωμένοι καπιταλιστές. (Η πρόσφατη αυτοανακήρυξη σε Πασιονάρια του Νέου Ψυχικού, γνωστής αστικής περσόνας εμπίπτει περισσότερο στη κατηγορία «πιάνω πόρτα για το χειμώνα» ). Όμως τμήμα της αστικής τάξης ή (πόσο μάλλον του επιτελείου της, που «υψώνεται» πάνω από τα μεμονωμένα συμφέροντα) δεν υπάρχει. Συνολικά η αστική τάξη είναι στρατηγικά και δομικά προσανατολισμένη στην ευρωζώνη και την ΕΕ και αντιλαμβάνονται μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως το ατύχημα που πρέπει, «πάση θυσία» και ότι αυτό συνεπάγεται, να αποφευχθεί.
Ο βασικός στρατηγικός προσανατολισμός της αστικής τάξης δεν εμπεριέχει, ειδικά σε περιόδους τρομακτικής αστάθειας, το ενδεχόμενο του ρίσκου.
Η πρώτη και βασική γραμμή άμυνας, απέναντι στο «ατύχημα» ήταν και είναι να βρεθούν οι 180. Η πρόσφατη αποκάλυψη της περίπτωσης «Καρατζαφέρη» (ας θυμηθούμε και την πιο light με τη περίπτωση του συζύγου βουλευτή της ΔΗΜΑΡ) είναι ενδεικτική για το τι κρύβει η φαρέτρα.
Η δεύτερη γραμμή άμυνας είναι οι εκλογές «ειδικού σκοπού» για τη συγκρότηση κυβέρνησης. Εδώ οι αφορμές μπορούν να ποικίλουν και τα συρτάρια γεμάτα από σενάρια.
Η τρίτη, και τελευταία γραμμή είναι η μη αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ.
Τέταρτη ζώνη άμυνας δεν υπάρχει. (Το σενάριο «αριστερή παρένθεση» έκλεισε)... Πλην της συνταγματικής εκτροπής.
Η αριστερά συνεχίζει να κινείται, μονοδιάστατα, στον αστερισμό του «όταν ο ΣΥΡΙΖΑ» γίνει κυβέρνηση».
Σωρεία ευκαιριών υποτιμήθηκαν. Στο ΣΥΡΙΖΑ μια τέτοια πεποίθηση έχει δημιουργήσει μια εσωστρέφεια δημιουργίας συσχετισμών και ισορροπιών εντός και εκτός, μια εσωστρέφεια- τροχοπέδη στην ενιαία, μετωπική, εξωστρεφή κινηματική δράση που θα εξασφάλιζε, με κινηματικούς όρους (και ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα ίδια τα ποιοτικά χαρακτηριστικά μιας κυβέρνησης της αριστεράς) το στόχο της πτώσης της κυβέρνησης.
Η υπόλοιπη αριστερά, αναπαράγοντας την στο κυρίαρχο προπαγανδιστικό (αντιπολιτευτικό στην ουσία του προς το ΣΥΡΙΖΑ λόγο), ουσιαστικά καλλιεργεί εξίσου την ανάθεση και συμβάλει στον αφοπλισμό και την απενεργοποίηση της μοναδικής δύναμης που θα μπορούσε όντως να επιβάλει, όχι μόνο τις εκλογές αλλά και μια Μετωπική κυβέρνηση της αριστεράς, που ακριβώς επειδή θα είχε προκύψει κινηματικά, θα μπορούσε να είναι ριζοσπαστικά (τόσο προγραμματικά όσο και στη πράξη) ισχυρή.
Η πραγματικά μεγάλη συγκέντρωση του ΠΑΜΕ στο Σύνταγμα, η μεγαλύτερη συγκέντρωση στον ελλαδικό χώρο μετά τη διαδήλωση της 12 Φλεβάρη του 2012, της διαδήλωσης που σφράγισε το τέλος της κυβέρνησης Παπαδήμου, «εξέθεσε», με ένα τρόπο, την αριστερά συνολικά. Απογύμνωσε τη «βολική» θεωρία της ανάθεσης και ουσιαστικά απέδειξε ότι όταν τα πολιτικά υποκείμενα θέλουν πραγματικά να προγραμματίσουν και να οργανώσουν, μπορούν.
Υπάρχει ένα τεράστιο ανενεργό δυναμικό που περιμένει.
Η συζήτηση για το τι θα γίνει εάν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση είναι και χρήσιμη και ουσιαστική. Εξίσου , και ίσως περισσότερο κρίσιμη, είναι και η συζήτηση πως θα ανατραπεί αυτή η κυβέρνηση.
Το 2012 η κυβέρνηση Παπαδήμου, την οποία ακόμη και διεθνή ΜΜΕ είχαν χαρακτηρίσει αντισυνταγματική, δε στηριζόταν σε 155 βουλευτές. Ούτε σε 180. Στηριζόταν σε 255 βουλευτές. Και όμως... κατέρρευσε!
Πηγή
Σχεδόν κάθε πολιτική συζήτηση πλέον ξεκινάει με την φράση: «..όταν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση...». Από εκεί και πέρα, μετά τη διατύπωση της δεδομένης αυτής αλήθειας, η συζήτηση εξελίσσεται. Και μπορεί να χαράξει διαφορετικά μονοπάτια. Όμως το δεδομένο, η βάση, είναι κοινή.
Ένα «δεδομένο»(;) που η χρήση του κινδυνεύει να μετατραπεί σε ένα επικίνδυνο μπούμερανγκ αυτοακύρωσης και παράλυσης... Η κυβέρνηση Σαμαρά αποδείχθηκε ότι δεν είναι «κυβέρνηση Παπαδήμου». Και αυτή, η επώδυνη πλέον αλήθεια, δεν ήταν καθόλου αυτονόητη την επαύριο των εκλογών του Ιουνίου του 2012. Τότε η πεποίθηση ότι η κυβέρνηση δεν θα έχει χρόνο ζωής και σύντομα θα καταρρεύσει ήταν κυρίαρχη. Και η αντίληψη αυτή, (... «μέχρι την άνοιξη θα αντέξουν») που προερχόταν κυρίως από την κεκτημένη (τα κινήματα ήταν ακόμη ενεργά και η παρακαταθήκη τους ισχυρή στο κοινωνικό σώμα) ταχύτητα, διέτρεξε οριζόντια τη διάθεση, την επιθυμία και τη στάση του κόσμου της αριστεράς.
Ήταν το αντικειμενικό όριο του αυθόρμητου, που όλα τα προηγούμενα χρόνια είχε δώσει σειρά αγώνων, πολλές φορές ξεπερνώντας τα πολιτικά υποκείμενα.
Η αντίληψη αυτή, άτυπα, υιοθετήθηκε (όταν δε ν καλλιεργήθηκε κιόλας), λανθασμένα, και από τις ηγεσίες της αριστεράς. Και καθόρισε τον προγραμματισμό αλλά και τις κινήσεις τους. Τμήματά της άρχιζαν να προετοιμάζουν εκείνα τα «ανοίγματα» που θα έκαναν πιο ρεαλιστικό τον (δεδομένο πάντα) στόχο της κυβερνησιμότητας, ενώ άλλα να προετοιμάζονται να λειτουργήσουν σαν αντιπολίτευση σε μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που θα στρεφόταν στη διαχείριση.
Η άνοιξη του 2013 έδειξε ότι η κυβέρνηση Σαμαρά, όχι απλά δεν ήταν μια βραχύβια κυβέρνηση, αλλά ότι είχε ορίζοντα. Θα περίμενε κανείς ότι η αριστερά θα επανακαθόριζε, αυτοκριτικά, τη στάση της. Κάτι τέτοιο δεν έγινε. Η εκτίμηση για τη «πτώση της κυβέρνησης» μετατοπίστηκε στο χρόνο κατά ένα εξάμηνο, όπως μετατοπιζόταν από γνωστή αίρεση η έλευση της Β΄ Παρουσίας από το 1914, στο 1918, μετά στό1925, στο 1931 και τέλος στο 1975.
Παράλληλα ευκαιρίες για τη συγκρότηση ενός ισχυρού μετωπικού κινήματος, όπως αυτή της «απεργίας που δεν έγινε» δεν αξιοποιήθηκαν.
Τα γεγονότα της ΕΡΤ επίσης απέδειξαν ότι οι δυνατότητες υπήρχαν, (το «αυθόρμητο» είχε ακόμη σημαντικές εφεδρείες), ανέδειξαν όμως και τις ανεπάρκειες της αριστεράς τόσο στο επίπεδο του προγραμματισμού, των πολιτικών ιεραρχήσεων, όσο και το επίπεδο της μετωπικής συμπόρευσης.
Το επόμενο ραντεβού για τη πτώση της κυβέρνησης «δόθηκε» για το Σεπτέμβρη του 2013 με «όχημα» το εργατικό κίνημα. Η δολοφονία του Π. Φύσσα και η «αλλαγή ατζέντας» ανέδειξαν τις αδυναμίες στο επίπεδο του (ανύπαρκτου) αντιφασιστικού μετώπου, που επέτρεψαν ένα τέτοιο γεγονός να γίνει όχι μόνο αντικείμενο ηγεμονικής εκμετάλλευσης από την κυβέρνηση αλλά και δυνατότητα διαφυγής και «αγοράς πολιτικού χρόνου».
Έτσι το τρίτο στη σειρά ραντεβού δόθηκε για τις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2014, με το σύνθημα που συμπύκνωνε ακριβώς αυτή τη λογική. «Στις 25 ψηφίζουμε, στις 26 φεύγουνε». Στις 27, ήταν ακόμη εδώ!
Η πεποίθηση ότι η κυβέρνηση Σαμαρά είναι κυβέρνηση με ημερομηνία λήξης είχε ήδη δοκιμαστεί σκληρά. Όμως και πάλι κλείστηκε το επόμενο, χρονικά προσδιορισμένο, σημείο ανατροπής. Οι προεδρικές εκλογές μέσω των 180.
Ιούνιος του 2012 - Μάρτιος του 2015. Η «βραχύβια» κυβέρνηση είχε αποδειχτεί μια εκπληκτικής αντοχής (για τις δεδομένες κοινωνικοπολιτικές και οικονομικές συνθήκες) κυβέρνηση και οι ευθύνες πλέον της αριστεράς, στο σύνολό της, θα πρέπει να αναζητηθούν.
ΠΟΣΟ ΔΕΔΟΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟ ΜΑΡΤΙΟ;
Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει τμήμα της αστικής τάξης που επιθυμεί πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά. Και βέβαια υπάρχουν μεμονωμένοι καπιταλιστές. (Η πρόσφατη αυτοανακήρυξη σε Πασιονάρια του Νέου Ψυχικού, γνωστής αστικής περσόνας εμπίπτει περισσότερο στη κατηγορία «πιάνω πόρτα για το χειμώνα» ). Όμως τμήμα της αστικής τάξης ή (πόσο μάλλον του επιτελείου της, που «υψώνεται» πάνω από τα μεμονωμένα συμφέροντα) δεν υπάρχει. Συνολικά η αστική τάξη είναι στρατηγικά και δομικά προσανατολισμένη στην ευρωζώνη και την ΕΕ και αντιλαμβάνονται μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως το ατύχημα που πρέπει, «πάση θυσία» και ότι αυτό συνεπάγεται, να αποφευχθεί.
Ο βασικός στρατηγικός προσανατολισμός της αστικής τάξης δεν εμπεριέχει, ειδικά σε περιόδους τρομακτικής αστάθειας, το ενδεχόμενο του ρίσκου.
Η πρώτη και βασική γραμμή άμυνας, απέναντι στο «ατύχημα» ήταν και είναι να βρεθούν οι 180. Η πρόσφατη αποκάλυψη της περίπτωσης «Καρατζαφέρη» (ας θυμηθούμε και την πιο light με τη περίπτωση του συζύγου βουλευτή της ΔΗΜΑΡ) είναι ενδεικτική για το τι κρύβει η φαρέτρα.
Η δεύτερη γραμμή άμυνας είναι οι εκλογές «ειδικού σκοπού» για τη συγκρότηση κυβέρνησης. Εδώ οι αφορμές μπορούν να ποικίλουν και τα συρτάρια γεμάτα από σενάρια.
Η τρίτη, και τελευταία γραμμή είναι η μη αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ.
Τέταρτη ζώνη άμυνας δεν υπάρχει. (Το σενάριο «αριστερή παρένθεση» έκλεισε)... Πλην της συνταγματικής εκτροπής.
Η αριστερά συνεχίζει να κινείται, μονοδιάστατα, στον αστερισμό του «όταν ο ΣΥΡΙΖΑ» γίνει κυβέρνηση».
Σωρεία ευκαιριών υποτιμήθηκαν. Στο ΣΥΡΙΖΑ μια τέτοια πεποίθηση έχει δημιουργήσει μια εσωστρέφεια δημιουργίας συσχετισμών και ισορροπιών εντός και εκτός, μια εσωστρέφεια- τροχοπέδη στην ενιαία, μετωπική, εξωστρεφή κινηματική δράση που θα εξασφάλιζε, με κινηματικούς όρους (και ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα ίδια τα ποιοτικά χαρακτηριστικά μιας κυβέρνησης της αριστεράς) το στόχο της πτώσης της κυβέρνησης.
Η υπόλοιπη αριστερά, αναπαράγοντας την στο κυρίαρχο προπαγανδιστικό (αντιπολιτευτικό στην ουσία του προς το ΣΥΡΙΖΑ λόγο), ουσιαστικά καλλιεργεί εξίσου την ανάθεση και συμβάλει στον αφοπλισμό και την απενεργοποίηση της μοναδικής δύναμης που θα μπορούσε όντως να επιβάλει, όχι μόνο τις εκλογές αλλά και μια Μετωπική κυβέρνηση της αριστεράς, που ακριβώς επειδή θα είχε προκύψει κινηματικά, θα μπορούσε να είναι ριζοσπαστικά (τόσο προγραμματικά όσο και στη πράξη) ισχυρή.
Η πραγματικά μεγάλη συγκέντρωση του ΠΑΜΕ στο Σύνταγμα, η μεγαλύτερη συγκέντρωση στον ελλαδικό χώρο μετά τη διαδήλωση της 12 Φλεβάρη του 2012, της διαδήλωσης που σφράγισε το τέλος της κυβέρνησης Παπαδήμου, «εξέθεσε», με ένα τρόπο, την αριστερά συνολικά. Απογύμνωσε τη «βολική» θεωρία της ανάθεσης και ουσιαστικά απέδειξε ότι όταν τα πολιτικά υποκείμενα θέλουν πραγματικά να προγραμματίσουν και να οργανώσουν, μπορούν.
Υπάρχει ένα τεράστιο ανενεργό δυναμικό που περιμένει.
Η συζήτηση για το τι θα γίνει εάν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση είναι και χρήσιμη και ουσιαστική. Εξίσου , και ίσως περισσότερο κρίσιμη, είναι και η συζήτηση πως θα ανατραπεί αυτή η κυβέρνηση.
Το 2012 η κυβέρνηση Παπαδήμου, την οποία ακόμη και διεθνή ΜΜΕ είχαν χαρακτηρίσει αντισυνταγματική, δε στηριζόταν σε 155 βουλευτές. Ούτε σε 180. Στηριζόταν σε 255 βουλευτές. Και όμως... κατέρρευσε!
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου