Google+ To Φανάρι : Η πρώτη νεοφιλελεύθερη δικτατορία

Τετάρτη 16 Αυγούστου 2017

Η πρώτη νεοφιλελεύθερη δικτατορία


 Άρης Οικονόμου- analyst
Η κυβέρνηση της Βραζιλίας, η οποία προήλθε από κοινοβουλευτικό πραξικόπημα με τη βοήθεια των εγχώριων ΜΜΕ και της Δικαιοσύνης, ενώ στηρίζεται μόλις από το 2% του πληθυσμού, δρομολογεί μεγάλες μεταρρυθμίσεις – οι οποίες θα καταστήσουν τη χώρα αγαπημένο προορισμό των ξένων επενδυτών. (Δημ: καταλάβατε φαντάζομαι τι συμαίμει αυτό...)

Ανάλυση

Η Βραζιλία κατέχει ένα ιδιαίτερο ρεκόρ, το οποίο ίσως ερμηνεύει το μεγαλύτερο μέρος των προβλημάτων της:
 μεταξύ των ετών 1889 και 2016, μέσα σε 128 χρόνια δηλαδή, μόνο τέσσερις εκλεγμένοι πρόεδροι ολοκλήρωσαν τη θητεία τους. Μέσα στα τελευταία 24 χρόνια δε έχει βιώσει δύο καθαιρέσεις προέδρων, μετά από προτάσεις μομφής – όπου οι διαδικασίες αυτές δεν αποτελούν μόνο για τη Βραζιλία, αλλά για ολόκληρη τη Λατινική Αμερική τη βασική πηγή της πολιτικής αστάθειας που συνήθως προκαλεί μεγάλες οικονομικές κρίσεις.
Εκτός αυτού, μεταξύ των ετών 1950 και 2004 υπήρξαν 27 κρίσεις προεδρίας σε δημοκρατικό περιβάλλον, όπου η εκάστοτε εξέλιξη τους ήταν σχεδόν πάντοτε η ίδια: διάφορα σκάνδαλα πολιτικής διαφθοράς δημοσιοποιούνταν, οπότε οργανώνονταν καμπάνιες διαμαρτυρίας εναντίον του εκάστοτε εκλεγμένου προέδρου, οι οποίες στηρίζονταν αποφασιστικά από τους μεγάλους ομίλους ΜΜΕ. Θυμίζει κάτι από όλα αυτά την Ελλάδα;
Σε κάποιο βαθμό ίσως, αν και το βασικότερο είναι το ότι δεν κατέχουμε το μονοπώλιο της πολιτικής διαφθοράς, όπως θέλουν να πιστεύουν αρκετοί Έλληνες. Κυρίως όμως πως η πολιτική αστάθεια αποτελεί τη βασική πηγή των οικονομικών κρίσεων, οπότε οι κυβερνήσεις πρέπει να ολοκληρώνουν την εκλογική τους θητεία – ενώ τότε μόνο έχουν τη δυνατότητα να αποδείξουν εάν ήταν αποτελεσματικές ή όχι και η επιλογή των Πολιτών γίνεται περισσότερο υπεύθυνη. Ας μην ξεχνάμε δε πως η ευημερία μίας χώρας δεν εξαρτάται τόσο από τις κυβερνήσεις, όσο από τους Πολίτες της – οι οποίοι, εφόσον δραστηριοποιούνται με επιτυχία, αποτελούν τη μοναδική εγγύηση για το μέλλον της.
Συνεχίζοντας η νέα κυβέρνηση της Βραζιλίας, η οποία ανήλθε ουσιαστικά στην εξουσία πραξικοπηματικά ανατρέποντας την προηγούμενη (ανάλυση), έχει έναν ξεκάθαρο νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό – κάτι που είχε ανακοινώσει ο σημερινός πρόεδρος της ήδη από το 2015, δημοσιεύοντας ένα πρόγραμμα με τον τίτλο «Γέφυρα προς το μέλλον», σύμφωνα με το οποίο η δημοσιονομική κρίση είναι η βασική αιτία των προβλημάτων της χώρας.
Ειδικότερα, το 2014 το κρατικό χρέος της Βραζιλίας ήταν στο 56,28% του ΑΕΠ της, ενώ το 2015 αυξήθηκε στο 65,45% (γράφημα) – λόγω του ότι, κατά τη νέα κυβέρνηση, το δημόσιο είναι πολύ μεγάλο και αναποτελεσματικό (όπως ακριβώς πιστεύει η αξιωματική αντιπολίτευση στην Ελλάδα, καθώς επίσης ορισμένα άλλα κόμματα). Εν τούτοις αγνοεί πως μόλις 12 χώρες του ΟΟΣΑ έχουν μικρότερο χρέος, ενώ οι υπόλοιπες 21 σημαντικά μεγαλύτερο – θεωρώντας επί πλέον πως η φορολογική επιβάρυνση των Πολιτών, η οποία σήμερα είναι στο 36% του ΑΕΠ, είναι υπερβολική, με πρότυπο την αμερικανική οικονομία, όπου το αντίστοιχο ποσοστό ευρίσκεται στο 25%.

Ο νέος πρόεδρος πιστεύει πως εκτός από το μέγεθος του δημοσίου, η αιτία της αύξησης του χρέους, καθώς επίσης της ανόδου της φορολογίας, είναι η διεύρυνση του κοινωνικού κράτους – οπότε είναι απαραίτητα κατά τον ίδιο η άμεση λήψη μέτρων περιορισμού των δαπανών του εξαιρετικά ελλειμματικού προϋπολογισμού (γράφημα), ένας νέος εργατικός νόμος και οι μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού. Στα πλαίσια αυτά ψηφίσθηκε ένας νέος εργατικός νόμος (πηγή), ο οποίος έχει τα εξής βασικά στοιχεία:
(α)  Οι εργαζόμενοι μπορούν να διαπραγματεύονται απ’ ευθείας με τους εργοδότες, χωρίς να υπάρχει η ανάγκη των συνδικάτων. Οι συμβάσεις εργασίας είναι υπεράνω των νόμων – με την έννοια ότι δεν υπάρχουν νομικοί περιορισμοί, όσον αφορά το περιεχόμενο τους μετά από τη διαπραγμάτευση.
(β)  Υιοθετούνται οι «μηδενικές συμβάσεις εργασίας» – στις οποίες ο εργοδότης δεν είναι υποχρεωμένος να προσφέρει έναν ελάχιστο χρόνο απασχόλησης, ενώ ο εργαζόμενος δεν είναι αναγκασμένος να αποδεχθεί την προσφερόμενη εργασία. Οι εργαζόμενοι θα μπορούν να απασχολούνται για 12 ώρες ημερησίως, αντί για 8 που ήταν μέχρι πρόσφατα.
(γ)  Η υποχρεωτική συνδρομή στα συνδικάτα καταργείται άμεσα – ένα μέτρο που ασφαλώς θα περιορίσει σημαντικά την ισχύ των συνδικάτων, οπότε θα οδηγήσει στη μείωση των μισθών.
(δ) Η πρακτική του «outsourcing», όπου η κάθε επιχείρηση μπορεί να αναθέσει εργασίες σε ανεξάρτητες άλλες, νομιμοποιείται σε όλες τις κοινωνικές λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένου του δημοσίου – οπότε οι εταιρείες είναι σε θέση να έχουν έναν πολύ μικρό αριθμό υπαλλήλων με συμβάσεις εργασίας, αναθέτοντας τις υπόλοιπες δραστηριότητες τους αλλού.
Όσον αφορά τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση τώρα, η οποία δεν έχει ακόμη ψηφισθεί, ενώ απαιτείται και εδώ μία συνταγματική αλλαγή, καθώς επίσης μία πλειοψηφία 2/3 και στα δύο Κοινοβούλια, συμπεριλαμβάνει τα εξής:
(α) Σύνταξη στα 65 έτη – κάτι που φαίνεται λογικό για την Ευρώπη, αλλά όχι για τη Βραζιλία, επειδή οι περισσότεροι ξεκινούν να εργάζονται από την ηλικία των 18. Το γεγονός αυτό σημαίνει πως θα απαιτούνται 47 χρόνια εργασίας, ενώ το ελάχιστο όριο των ετών που πρέπει να είναι ασφαλισμένος κανείς αυξάνεται στα 25, από 15 προηγουμένως – κάτι πολύ δύσκολο, επειδή οι περίοδοι ανεργίας είναι συνήθως μεγάλοι στη χώρα, ενώ η μη ασφαλισμένη εργασία συνήθης.
(β) Καταργείται η σύνδεση των συντάξεων με τις βασικές αμοιβές – γεγονός που σημαίνει ότι, η διαφορά μεταξύ συντάξεων και μισθών θα αυξηθεί σημαντικά.
Περαιτέρω, η τρίτη μεταρρύθμιση αφορά τον προϋπολογισμό – όπου αποφασίσθηκε το πάγωμα των δημοσίων δαπανών για τα επόμενα 20 χρόνια, επίσης με μία συνταγματική αλλαγή. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι, δεν θα υπάρξει καμία πραγματική αύξηση των κρατικών δαπανών για την παιδεία, την υγεία και την κατασκευή κατοικιών – ενώ ακόμη και οι δαπάνες για την επιστημονική έρευνα και ανάπτυξη, καθώς επίσης για την τεχνολογική εξέλιξη, θα παγώσουν για 20 έτη.
Φυσικά σχεδιάζεται η επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, κυρίως της βιομηχανίας φυσικού αερίου και πετρελαίου, προς όφελος των αμερικανικών πολυεθνικών – ενώ την ίδια στιγμή η μεγαλύτερη εταιρεία της χώρας, η PETROBRAS, απελευθερώθηκε από την υποχρέωση να αγοράζει κατά προτίμηση από τις εγχώριες επιχειρήσεις αυτά που χρειάζεται, με στόχο τη στήριξη της εθνικής οικονομίας. Όλα τα αεροδρόμια θα ιδιωτικοποιηθούν, ενώ δεν θα υπάρχουν απαγορεύσεις για τη συμμετοχή των ξένων εταιρειών – κάτι που θεωρείται πολύ σημαντικό για τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες ορυχείων.
Ολοκληρώνοντας, παρά το ότι η κυβέρνηση προήλθε από ένα κοινοβουλευτικό πραξικόπημα, σε μία χώρα που το σύστημα της επιτρέπει την ανατροπή του εκλεγμένου προέδρου από τη Βουλή και την αντικατάσταση του, ενώ στηρίζεται μόλις από το 2% του πληθυσμού (πηγή), η εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής δεν συναντάει καθόλου εμπόδια – επειδή το Κοινοβούλιο υπηρετεί πιστά τις τράπεζες και τους επενδυτές, όπως επίσης τα ελεγχόμενα από τις ελίτ ΜΜΕ και η Δικαιοσύνη.
Έτσι οι δημοκρατικοί κανόνες έχουν καταργηθεί, με τη στήριξη της Δικαιοσύνης, το ίδιο το Σύνταγμα επίσης, οπότε η Βραζιλία μετατράπηκε σε μία χώρα που έχει επιβληθεί μία νεοφιλελεύθερη δικτατορία, μοναδική στον πλανήτη – με μία κυβέρνηση που δεν έχει καν την ανάγκη της δημοκρατικής νομιμοποίησης! Μέχρι στιγμής πάντως οι Βραζιλιάνοι Πολίτες επιδεικνύουν μία μεγάλη ανοχή, χωρίς να αντιδρούν καθόλου – αν και κανένας δεν ξέρει τι θα συμβεί στο μέλλον.                  

Άρης Οικονόμου

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου